Σήμερα σε μια χώρα που φαίνεται ως ένα παράδειγμα προς αποφυγήν για τον επενδυτικό κόσμο, το ερώτημα παραμένει το ίδιο: «γιατί οι επενδυτές δεν εμπιστεύονται τη χώρα μας για να επενδύσουν;».
Γράφει ο Γιώργος Κουμπαράκης
Η απάντηση είναι κάτι περισσότερο από προφανής. Δεν φταίει το μαγαζί που δεν προσελκύει επενδύσεις αλλά ο περιβάλλων χώρος. Μια χώρα με μια οικονομία της οποίας το θεσμικό πλαίσιο παρακωλύει στην πράξη την όποια προσπάθεια συντελείται για τη λειτουργία των επιχειρήσεων, που υπερφορολογεί τις επενδύσεις (55-60% στους ιδιωτικούς υπαλλήλους ενώ στους ελεύθερους επαγγελματίες μπορεί να φθάσει το 70%), με χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης, με υπεραυξημένα ενεργειακά κόστη, με ένα ασταθές περιβάλλον λήψης αποφάσεων σε επίπεδο δημόσιας διοίκησης και το σημαντικότερο με μια ανύπαρκτη πολιτική βούληση στο να προχωρήσουν οι επενδύσεις, όχι το ενδιαφέρον των επενδυτών δεν προσελκύεται αλλά ούτε καν η περιέργειά τους δεν εξαίρεται!
Και σαν να μην έφταναν αυτά, το τέρας της γραφειοκρατίας σε συνδυασμό με τις παράλογες καθυστερήσεις σε επίπεδο δικαστικών αποφάσεων επιτείνουν το καθεστώς ανασφάλειας και απομακρύνουν στην πράξη κάθε πιθανότητα ή δυνητικό ενδιαφέρον που μπορεί να είχε δημιουργηθεί, με αποτέλεσμα οι επενδύσεις να μην πραγματοποιούνται ή να ματαιώνονται.
Εστω όμως ότι κάποιος δεν θεωρεί προβλήματα τα ανωτέρω και παρά αυτά επιμένει να επενδύσει τα χρήματά του στη χώρα, αίφνης θα έρθει αντιμέτωπος με το τεράστιο ζήτημα της μη υλοποίησης των συμπεφωνημένων από το κράτος επενδύσεων και κάπου εδώ τον χάσαμε και αυτόν! Διώχνουμε ακόμη και αυτούς που μπορεί να θέλουν να επενδύσουν εκεί που όλοι οι υπόλοιποι δεν θέλουν. Οταν το ίδιο το κράτος δεν μπορεί να εγγυηθεί την ολοκλήρωση της επένδυσης τότε πώς ο επενδυτής να εμπιστευτεί το κράτος και εν γένει τη χώρα;
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Εάν δεν καλυφθεί το επενδυτικό κενό το οποίο ανέρχεται στα 100 δισ. ευρώ βάσει εκτιμήσεων επίσημων φορέων όπως ο ΣΕΒ, εάν δεν αυξηθούν οι επενδύσεις από 22 δισ. ευρώ που ήταν το 2018 σε 45 δισ. ευρώ το 2022 ή στο 20% του ΑΕΠ, που είναι και ο μέσος όρος των επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ενωση, εάν δεν προωθηθούν τολμηρές μεταρρυθμίσεις και νομοσχέδια προς όφελος των επενδύσεων, η αλλαγή σελίδας θα μοιάζει με μια πιθανότητα που ποτέ δεν θα γίνει πραγματικότητα!
Και γιατί σχετίζεται η αλλαγή σελίδας της χώρας με τις επενδύσεις, γιατί οι ιδιωτικές και οι παραγωγικές επενδύσεις είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας και απαραίτητη προϋπόθεση για τον ερχομό της ανάπτυξης.
Εάν δεν συντελεστούν όλα τα παραπάνω και εάν δεν αλλάξει το μείγμα της ασκούμενης σημερινής πολιτικής γύρω από τις επενδύσεις τότε τα 10 χρόνια απόσταση από την επιστροφή στην κανονικότητα θα είναι «μόνον» η ελάχιστη διαδρομή που θα πρέπει επιπρόσθετα να διανύσουμε.
Μετά από τα χρόνια της θελκτικής ασάφειας μου φαίνεται πως ήρθε επιτέλους η στιγμή να βιώσουμε τη δημιουργική σαφήνεια.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]