Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι η επίλυση ενός πολύχρονου εθνικού ζητήματος, ακόμα και με οποιοδήποτε κόστος, είναι προς όφελος της Ελλάδας και των Βαλκανίων, αφού συμβάλλει στη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. Η αντιπολίτευση, σύσσωμη, θεωρεί ότι η εκχώρηση μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας είναι μια ανιστόρητη εκχώρηση και εγκυμονεί μεγάλους γεωπολιτικούς κινδύνους για το μέλλον. Στη FYROM πάλι, η κυβέρνηση Ζάεφ πανηγυρίζει ότι και το Μακεδονία κέρδισε και στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ θα εισέλθει. Η αντιπολίτευση όμως θέλει περισσότερα και ο λαός μοιάζει να μην γνωρίζει ή να αδιαφορεί. Ανεξαρτήτως του τι πιστεύει κάποιος, το μόνο που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί είναι πως πρόκειται για μια συμφωνία με το στανιό.
Ο Ζάεφ πρέπει να βρει 11 ψήφους για να περάσει τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία είναι προαπαιτούμενο για να προχωρήσει η διαδικασία. Ο Τσίπρας πρέπει να βρει έξι ψήφους για να φθάσει το μαγικό νούμερο των 151 ψήφων, που θα χρειαστεί όταν και αν έρθει η συμφωνία στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Και οι δύο πρωθυπουργοί επιδίδονται σε ένα πολιτικό παζάρι για να βρουν πρόθυμους ή απελπισμένους συμμάχους από άλλα κόμματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις υποχωρήσεις που θα χρειαστεί να κάνουν σε άλλα θέματα ακριβώς για να βρουν τις ψήφους που χρειάζονται. Από αυτά που λένε μάλιστα διεθνείς αναλυτές, οι έξωθεν πιέσεις που θα ασκηθούν στους βουλευτές της γειτονικής χώρας θα είναι πολύ πιο ωμές από όσο έχουμε συνηθίσει ή ανεχόμαστε στα καθ’ ημάς.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Τι δείχνει λοιπόν αυτή η ιστορία έτσι όπως εξελίσσεται; Οτι και οι δύο πλευρές προχώρησαν με fast track διαδικασίες σε ένα θέμα που ξεπερνά τις κυβερνήσεις και τα κόμματά τους. Η επίλυση ενός εθνικού θέματος απαιτεί εθνική συναίνεση και σοβαρή ενημέρωση των λαών. Προϋποθέτει την ενημέρωση της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, από τα πρώτα στάδια της διαπραγμάτευσης και όχι εκ των υστέρων. Η πρωτοβουλία της ενημέρωσης ανήκει καθαρά στις κυβερνήσεις, το ίδιο και η έλλειψή της. Με όλους τους τρόπους επίσης οφείλουν να ενημερώσουν τους πολίτες τους. Εκτός και αν θεωρούν ότι τα μαγνητοσκοπημένα διαγγέλματα και οι φωτογραφίες με φόντο τις Πρέσπες αρκούν για να κατανοήσει ένας λαός τον αντίκτυπο και το ειδικός βάρος που έχει για το μέλλον του μια τέτοια συνθήκη.
Ελεγε χθες το πρωί ο Πάνος Σκουρλέτης πως η κυβέρνηση καθόλου δεν βιάστηκε, αφού το θέμα αυτό παραμένει σε εκκρεμότητα εδώ και 28 χρόνια. Ε, ας πήγαιναν και 30, τι διαφορά θα έφερναν άραγε ένα ή δύο χρόνια ακόμα; Καμία. Εκτός και αν αυτό που πραγματικά φοβούνται στην κυβέρνηση είναι ότι όσο περισσότερο μελετά κανείς αυτό το κείμενο και τα παρελκόμενά του τόσο περισσότερο αντιλαμβάνεται τα γκρίζα σημεία του.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]