Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Αυτή τη φορά ήταν η σειρά του Die Linke, του γερμανικού κόμματος της Aριστεράς, να δεχθεί την ψήφο εμπιστοσύνης της Κουμουνδούρου, η οποία μάλιστα σε ανακοίνωση της «εκφράζει την αλληλεγγύη και τη στήριξη στο κόμμα που αποτέλεσε στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο τη δύναμη που στις πιο δύσκολες για τη χώρα μας στιγμές στάθηκε στο πλευρό του ελληνικού λαού». Εντάξει, ας προσπεράσουμε τη στήριξη στα λόγια που μας έδωσε, όπως και την… αντιστήριξη που προσέφερε σε όσους επιθυμούσαν -και επιθυμούν ακόμα- το Grexit.
Θυμίζουμε πως υπάρχουν ισχυρές φωνές εντός του κόμματος της γερμανικης Aριστεράς που υποστηρίζουν ότι η καλύτερη λύση για την Ελλάδα είναι η έξοδος από το ευρώ, ανάμεσά τους η ευρωβουλευτής του Die Linke Σάρα Βάγκενκνεχτ.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Πάντως, την «τυχερή αύρα» του ΣΥΡΙΖΑ είχε νιώσει και ο Μελανσόν, ο υποψήφιος της Γαλλικής Aριστεράς, ο οποίος εκπροσωπούσε την «ελπίδα αλλαγής στη Γαλλία και την Ευρώπη». Με αυτή τη θέρμη τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έβλεπαν την «αυξανόμενη δυναμική της υποψηφιότητάς του», μέχρι που ήρθε ο φιλελεύθερος τυφώνας Μακρόν, αναγκάζοντας την ελληνική κυβέρνηση σε αλλαγή πορείας. Παρόμοια εκλογική, κατηφορική πορεία είχαν οι Ισπανοί σύντροφοι Podemos, ενώ κάποιοι μεταξύ σοβαρού και αστείου υπενθυμίζουν τη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές: «Ελπίζω να μη μας βρει κι αυτό το κακό», μιλώντας για τον Τραμπ. Και μας βρήκε.
Βέβαια, τα εκλογικά σώματα στη Γερμανία, στην Ισπανία, στη Γαλλία, πόσω μάλλον στις μακρινές ΗΠΑ, λίγο ασχολήθηκαν με τις προτιμήσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή των άλλων ελληνικών κομμάτων. Διότι όταν ο μέσος πολίτης φθάνει στην κάλπη αποφασίζει με βάση την καθημερινότητά του και όχι με τους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά ή φιλελεύθερα κόμματα. Το διά ταύτα λοιπόν είναι ότι η Σοσιαλδημοκρατία, όπως και η Αριστερά περνούν δύσκολες στιγμές στην Ευρώπη, με μοναδική εξαίρεση την περίπτωση της Πορτογαλίας. Στις υπόλοιπες χώρες οι λαοί ή έχουν αποδυναμώσει σε επίπεδο ποσοστών τους σοσιαλιστές ή τους έχουν γυρίσει εντελώς την πλάτη, αναγκάζοντας τους εκπροσώπους τους να αναζητούν συνεργασίες και απαιτώντας από εκείνους πιο ξεκάθαρες οικονομικές πολιτικές. Πολιτικές που να διασφαλίζουν πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, θέσεις εργασίας, αξιοπρεπείς μισθούς και ανάπτυξη.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου