Μια αναπάντεχη ανακάλυψη σε μια γκαλερί στο Λονδίνο φέρνει στο νησί έναν επισκέπτη που απειλεί να αποκαλύψει όσα κρύβονται βαθιά. Η Χόκινς, με το μοναδικό της ταλέντο στην κατασκευή σασπένς και την εξερεύνηση του ανθρώπινου ψυχισμού, προσφέρει ένα αριστοτεχνικό έργο που θυμίζει τη σκοτεινότητα της Σίρλεϊ Τζάκσον και της Πατρίσια Χάισμιθ.
- Η «Γαλάζια Ωρα» είναι γεμάτη ένταση και ανατροπές. Πώς αναπτύξατε την ατμόσφαιρα απομόνωσης και αγωνίας που διαπερνά ολόκληρο το βιβλίο και τι ρόλο παίζει το απομονωμένο νησί στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία;
Νομίζω ότι η ατμόσφαιρα της απομόνωσης και της αγωνίας συνδέεται άμεσα με τον χώρο, το απομακρυσμένο νησί Ερις, όπου διαδραματίζεται η πλειοψηφία της δράσης. Δεδομένου ότι το νησί είναι παλιρροϊκό, υπάρχει πάντα μια διαρκής απειλή: το ενδεχόμενο να παγιδευτείς ή να χρειαστεί να φτάσεις στο νησί και να μην μπορείς. Ο χρόνος πάντα μετράει αντίστροφα.
Το νησί ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν έγραφα αυτό το μυθιστόρημα. Εγινε μέρος της πλοκής, αλλά πιο ουσιαστικά διαμόρφωσε τους χαρακτήρες του βιβλίου, γιατί έπρεπε να σκεφτώ ποιοι άνθρωποι θα μπορούσαν να έλκονται από ένα μέρος σαν το Ερις, ποια γυναίκα θα ήθελε να κάνει μια ζωή εκεί.
Χαλκιδική: Αναβιώνει από τις 5 Ιανουαρίου το έθιμο της «Καμήλας» και της νύφης στη Γαλάτιστα
- Η κύρια ηρωίδα, η Γκρέις, είναι ένα μοναχικό πλάσμα που φαίνεται να αναζητά την ηρεμία στην απομόνωση. Πώς αναπτύξατε τον χαρακτήρα της και ποιο ήταν το πιο ενδιαφέρον κομμάτι για εσάς κατά τη συγγραφή της προσωπικής της πορείας στο βιβλίο;
Η Γκρέις ήταν ένας δύσκολος χαρακτήρας για μένα, γιατί ένιωθα πως δεν γνώριζε πραγματικά τον εαυτό της. Είχε επιλέξει να αφήσει ορισμένα κομμάτια της ζωής της ανεξερεύνητα, καθώς της ήταν επώδυνο να κοιτάξει μέσα της. Η αφετηρία μου για την Γκρέις ήταν η σκηνή της συνάντησής της με τη Βανέσα. Σκέφτηκα ότι η Γκρέις θα βρισκόταν ταυτόχρονα γοητευμένη και εκνευρισμένη από τη Βανέσα, θα τη θαύμαζε, αλλά και θα την περιφρονούσε σε ορισμένα σημεία. Αυτό καθόρισε τη σχέση τους, η οποία χαρακτηρίζεται από βαθιά αγάπη, κυρίως από την Γκρέις, αλλά και από στιγμές περιφρόνησης.
- Η ιστορία του βιβλίου περιστρέφεται γύρω από την ανακάλυψη ενός μυστικού που συνδέει το νησί και το παρελθόν των χαρακτήρων του. Ποια ήταν η διαδικασία που ακολουθήσατε για να δημιουργήσετε και να αναδείξετε τα μυστικά αυτού του κόσμου και πώς τα στοιχεία αυτά βοηθούν στη δημιουργία της έντασης στην πλοκή;
Δεν μου αρέσει να σχεδιάζω τα πάντα από την αρχή. Είχα την ιδέα για το γλυπτό που περιείχε το κόκαλο και μετά έπρεπε να σκεφτώ από πού μπορεί να προέρχεται το κόκαλο, ποιος μπορεί να το έχει αφήσει, πότε βρέθηκε και ούτω καθεξής. Καθώς έγραφα το μυθιστόρημα, αναπτύσσοντας τους χαρακτήρες και τις σχέσεις τους, άρχισα να βλέπω τη μορφή του βιβλίου να σχηματίζεται.
Η διατήρηση της αγωνίας είναι το βασικότερο για να κάνεις τον αναγνώστη να αναρωτιέται, να αμφιβάλλει για όσα βλέπει, να φοβάται για έναν χαρακτήρα ή για κάποιον άλλο.
- Το θέμα της απομόνωσης και της μοναξιάς είναι πολύ έντονο στο βιβλίο. Πώς θεωρείτε ότι αυτά τα θέματα συνδέονται με τη σύγχρονη κοινωνία και τι θέλατε να εξερευνήσετε γύρω από αυτά τα συναισθήματα μέσω των χαρακτήρων σας;
Αρχισα να γράφω αυτό το μυθιστόρημα το 2022, λίγους μήνες αφότου αρχίσαμε όλοι να βγαίνουμε από τους περιορισμούς του lockdown και τα άλλα μέτρα της πανδημίας: Η μοναξιά ήταν ένα θέμα που απασχολούσε έντονα τους ανθρώπους, πολλοί είχαν υποφέρει βαθιά από την απομόνωσή τους. Ομως νομίζω ότι, σε ευρύτερο επίπεδο, ήδη συνειδητοποιούσαμε την επιδημία μοναξιάς στη σύγχρονη κοινωνία· έναν κόσμο στον οποίο είμαστε πάντα συνδεδεμένοι και, παρόλα αυτά, πολλοί από εμάς νιώθουμε πολύ μόνοι. Ταυτόχρονα, κάποιοι από εμάς (και εγώ προσωπικά) βρίσκουμε τον εαυτό μας να λαχταρά για μοναξιά και σιωπή, να επιθυμούμε μια διέξοδο από τον αδιάκοπο θόρυβο και τις διακοπές της σύγχρονης ζωής.
- Το μυθιστόρημα συνδυάζει τέλεια σασπένς και ψυχολογικό θρίλερ, κάτι που θυμίζει τις ιστορίες της Σίρλεϊ Τζάκσον και της Πατρίσια Χάισμιθ. Ποιες συγγραφείς ή έργα σάς επηρέασαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του βιβλίου «Γαλάζια Ωρα»;
Σκέφτηκα βιβλία όπως το «We Have Always Lived at the Castle» της Shirley Jackson, το οποίο αφηγείται την ιστορία δύο αδελφών που ζουν σε ένα ετοιμόρροπο αρχοντικό, αποκομμένες από τον κόσμο, φυλάγοντας τα μυστικά τους. Επίσης, την Patricia Highsmith, τα γράμματά της και τα ημερολόγιά της, τον τρόπο που μιλούσε για το έργο της, τους φίλους και τους εχθρούς της. Την Daphne du Maurier: «Η Μπλε Ωρα» έχει κάποιες ομοιότητες με το «Rebecca», αν και, σε ό,τι αφορά την ατμόσφαιρα και τη θεματολογία, νομίζω ότι μοιάζει περισσότερο με μερικές από τις μικρές ιστορίες της, ειδικά με το «Don’t Look Now».