Η έκθεση έρχεται να προστεθεί στις συντονισμένες ενέργειες για την ενίσχυση και την ανάπτυξη της εικόνας του ΕΑΜ, την οποία «οφείλουμε πάντα να βελτιώνουμε και να εκσυγχρονίζουμε», λέει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η αρχαιολόγος, διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου δρ Αννα-Βασιλική Καραπαναγιώτου και μας συστήνει την πρώτη διοργάνωση περιοδικής έκθεσης του πρώτου μουσείου της χώρας στην έναρξη της μετά τον Covid εποχής και μάλιστα στο εξωτερικό! Από σήμερα 23 Απριλίου η πολυαναμενόμενη έκθεση ανοίγει για το κοινό, ενώ τα επίσημα εγκαίνια θα γίνουν στις 28 Απριλίου παρουσία της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη.
«Δικαίωση»
«Η προετοιμασία της έκθεσης αποτέλεσε ένα δύσκολο και ιδιαιτέρως απαιτητικό εγχείρημα σε όλα τα επίπεδα, αλλά το αποτέλεσμα μας δικαιώνει» αναφέρει η κ. Καραπαναγιώτου επικεφαλής του ΕΑΜ, έχοντας δημιουργήσει σημαντικές διεθνείς συνεργασίες με μουσεία, πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο και επισημαίνει πως η έκθεση αυτή είναι ολοκληρωτικά μια νέα εμπειρία δημιουργίας και άψογης συνεργασίας μεταξύ δύο σημαντικών μουσειακών οργανισμών. Υπ’ αυτήν την έννοια, η νέα αυτή σύμπραξη θα λέγαμε ότι «μας ενθαρρύνει και μας δίνει ώθηση προς την εξωστρέφεια μέσα από μια πιο σύγχρονη προσέγγιση, που ορίζεται από συνεργασίες με μουσεία που φιλοξενούν και άλλους πολιτισμούς, εκτός από τον αρχαίο ελληνικό».
Η έκθεση αναπτύσσεται σε έναν χώρο περίπου 400 τ.μ., που σκηνογραφικά υπακούει στις απαιτήσεις της παρουσίασης των έργων σε μικρούς θεματικούς «σταθμούς». «Κάθε σταθμός μέσα από τα συγκεκριμένα αρχαιολογικά τεκμήρια αποτελεί και μια διαφορετική συμπυκνωμένη αφήγηση μέσα στον ιστορικό χρόνο» περιγράφει η κ. Καραπαναγιώτου.
Ο επισκέπτης -όπως εξηγεί η εξαιρετικά δραστήρια διευθύντρια- ταξιδεύει και ο ίδιος, άλλοτε με τους Κυκλαδίτες μέσα στην τρίτη χιλιετία π.Χ., άλλοτε με τους Μυκηναίους, κατά τη δεύτερη χιλιετία, που αναζητούν πρώτες ύλες σε τόπους μακρινούς και αναπτύσσουν εμπορική και διπλωματική επικοινωνία με την Αίγυπτο και τους λαούς της Εγγύς Ανατολής αλλά και της Δύσης. Το κοινό θα έχει την ευκαιρία να «γνωρίσει μέσα από την εικονογραφία των μυθικών ηρώων, τα ταξίδια των Ελλήνων θαλασσοπόρων του πυκνού αποικισμού σε Ανατολή και Δύση, ο οποίος εντατικοποιείται από τον 8ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 6ο π.Χ. και συμβάλλει καθοριστικά στις επιδράσεις, κυρίως ανατολικές, στην ελληνική τέχνη και τέλος ο επισκέπτης κατανοεί ορισμένες πτυχές της πολυπολιτισμικότητας των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, μέσα από ένα πιο εσωτερικό ταξίδι, αυτό του συγκερασμού διαφορετικών θρησκευτικών αντιλήψεων και λατρειών» σημειώνει.
Τέσσερις χιλιετίες
Μέσα από εμβληματικά έργα τέχνης του μεγαλύτερου μουσείου της Ελλάδας, που καλύπτουν χρονική περίοδο τεσσάρων χιλιετιών, ο επισκέπτης πλοηγείται σε θάλασσες της αρχαίας ελληνικής Ιστορίας. Τα 44 εκθέματα, τα οποία αντιπροσωπεύουν σχεδόν όλες τις συλλογές του μουσείου, προέρχονται τα περισσότερα από τη μόνιμη έκθεση, όπως ο Κούρος του Πτώου, ο Αντίνοος-Οσιρις της αιγυπτιακής συλλογής, η μαρμάρινη σφίγγα της συλλογής γλυπτών, η φοινική φιάλη, η παρωπίδα του αλόγου και ο Σάραπις της συλλογής μεταλλοτεχνίας. «Αυτή ήταν μια συνειδητή επιλογή, προκειμένου να τιμήσουμε μια διοργάνωση με εκθέματα εμβληματικά και αναγνωρίσιμα. Ωστόσο, ορισμένα έργα, όπως ο Ερμαφρόδιτος για παράδειγμα, προέρχονται από τις αποθήκες, δίνοντας τη δυνατότητα να παρουσιαστούν και έργα όχι τόσο γνωστά στο ευρύ κοινό» εξηγεί η διευθύντρια. «Η επιλογή των έργων σε μια έκθεση είναι πιο δύσκολη ακόμη και από την ανάπτυξη της θεματικής της. Πρέπει τα έργα που θα επιλεγούν να τεκμηριώνουν άρτια το θέμα στο οποίο αναφέρονται, να πληρούν όλες τις αυστηρές προϋποθέσεις ασφαλούς έκθεσης, να οπτικοποιούν στα μάτια του επισκέπτη τις πληροφορίες που θέλουν να του μεταδώσουν, να μεταφέρουν με την εγγενή δύναμή τους μηνύματα και συναισθήματα. Ολα αυτά ελήφθησαν υπόψη στην επιλογή των έργων με ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα για την υπερατλαντική μετακίνησή τους» εξηγεί η κ. Καραπαναγιώτου.
Ξεχωριστή στιγμή της αφήγησης στο τέλος της έκθεσης αποτελεί η ειδική προβολή που παρουσιάζει την αποδημία των Ελλήνων σε έναν τόπο τόσο μακρινό από την πατρίδα αλλά και τόσο φιλόξενο, μεταφέροντας μηνύματα για τη νεοελληνική μετανάστευση, την πολυπολιτισμικότητα, την προσπάθεια ανάπτυξης γόνιμου διαλόγου μεταξύ των κοινωνιών με διαφορετικές πολιτισμικές αξίες. «Στην έκθεση εντάσσονται ψηφιακά εκθέματα με χάρτες, γραφικά και βιντεοπροβολές, ένας ψηφιακός κόσμος πάντα συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση και στη διάχυση της γνώσης με ελκυστικότερο τρόπο», υπογραμμίζει η διευθύντρια με μακρά εμπειρία σε μελέτες και σύγχρονα διεθνή προγράμματα διαχείρισης και προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ παράλληλα επιβλέπει το πολύ σημαντικό έργο «Εκσυγχρονισμός και Προώθηση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με χρήση Τεχνολογιών Υπολογιστών και Επικοινωνιών» που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
Το νοητό νήμα που διαπερνά την έκθεση εστιάζει στο πώς τα ταξίδια και οι επαφές με άλλους λαούς και πολιτισμούς ζωογόνησαν το πνεύμα και επέδρασαν στο αρχαιοελληνικό γίγνεσθαι.
Ελληνική παροικία
Σήμερα, στην Αυστραλία ζει μία από τις πολυπληθέστερες ελληνικές κοινότητες παγκοσμίως. Η περιφέρεια της Βικτώριας θεωρείται ο πυρήνας της ελληνοαυστραλιανής παροικίας. Η διαρκής ανάγκη των ανθρώπων για εξερευνήσεις και ταξίδια αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της αιώνιας… εξέλιξης και της επίτευξης ανοικτών οριζόντων του νου και της ψυχής. Εν πολλοίς, οι «Ανοικτοί Ορίζοντες. Αρχαία ελληνικά ταξίδια και επαφές», όπως η κ. Καραπαναγιώτου περιγράφει, «λειτουργούν συνειρμικά και αγγίζουν ιστορικά και συναισθηματικά τη σπουδαία ελληνική κοινότητα της Αυστραλίας και κυρίως τη λεγόμενη Ελληνική Διασπορά της περιφέρειας της Βικτώριας με έδρα τη Μελβούρνη». Εξάλλου, ποτέ κανείς εκτός του ξενιτεμένου δεν δένεται τόσο πολύ με την πατρίδα του στο χθες και στο σήμερα.