Toυ Γρηγόρη Αζαριάδη*
Ο αδύνατος πενηντάρης με τα γκρίζα, αραιά μαλλιά και το μουστάκι απέναντί του σβήνει με μανία το στριφτό τσιγάρο, λες και λιώνει ένα σιχαμερό έντομο. Χαμογελάει μελαγχολικά.
«Θα έχει φτάσει η ώρα για απόσυρση…».
Ο ψηλός, αδύνατος νεαρός πίνει την τελευταία γουλιά Johnnie Walker black και κουνάει πάνω-κάτω το κεφάλι.
«Καταλαβαίνω …».
Ο μεσήλικας σηκώνεται. Βγάζει από την κωλότσεπη μια δεσμίδα πενηντάευρα και πετάει ένα στο τραπέζι.
«Λοιπόν, όπως είπαμε. Από αύριο, αρχίζεις. Για λίγο θα είμαστε μαζί και μετά βλέπουμε».
Ο νεαρός σηκώνεται με τη σειρά του.
«Θα σε περιμένω το βράδυ στο “Blackcat”».
ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ
Μάρτης 2018
Ο αδύνατος μεσήλικας με τα γκρίζα αραιά μαλλιά και το μουστάκι περνάει πίσω από την μπάρα του «Blackcat», ανοίγει την πόρτα με το απαγορευτικό σήμα, ανεβαίνει τη σκάλα και κατευθύνεται στο τέρμα του σκοτεινού διαδρόμου. Eξω από την πόρτα, στέκεται μαρμαρωμένος ένας θηριώδης, δίμετρoς μπράβος με ξυρισμένο κεφάλι. Τον ξέρει.
«Με περιμένει το αφεντικό».
«Πέρασε, Κάπα».
Ανοίγει αθόρυβα την πόρτα και μπαίνει στο αχανές, μισοφωτισμένο γραφείο. Το αφεντικό, βουλιαγμένο στην τεράστια δερμάτινη πολυθρόνα, καπνίζει το Cohiba και ρουφάει μικρές γουλιές από το αγαπημένο του Cardhu. Καθισμένος απέναντι, ο άνθρωπος γιά όλες τις δουλειές, ο Aλφα, προσπαθεί να μιμηθεί τις συνήθειες του αφεντικού.
«Κάτσε, Κάπα».
Κάθεται. Οι αισθήσεις σε επιφυλακή. Ξέρει ότι οι επισκέψεις στο γραφείο του αφεντικού ισορροπούν σε τεντωμένο σχοινί. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για αυτά που λέγονται κι ακόμη περισότερο για αυτά που λέγονται όταν φεύγεις.
«Πώς πάει ο Λάμδα ;»
H ερώτηση έρχεται από τον Αλφα. Στα αυτιά του Κάπα ακούγεται περίεργη. Εχουν περάσει σχεδόν δυο χρόνια από το ξεκίνημα του νεαρού.
«Απόλυτα ικανοποιητικά».
Προσέχει πολύ τις εκφράσεις που χρησιμοποιεί. Δεν πρέπει να αφήσει κανένα κενό, αλλά ούτε να φανεί υπερβολικός.
«Πόσες δουλειές έχει αναλάβει ;»
Παραξενεύεται γιατί ξέρει ότι είναι αδύνατο να μη γνωρίζει όλες αυτές τις λεπτομέρειες ο Αλφα. Αναρωτιέται τι να κρύβεται πίσω από το ανέκφραστο πρόσωπό του.
«Τον πρώτο χρόνο δουλεύαμε μαζί. Από κει και πέρα, άρχισε να δουλεύει μόνος. Εχει σκοράρει οχτώ φορές».
«Κανένα πρόβλημα ;» παρεμβαίνει ξαφνικά το αφεντικό.
«Το παραμικρό», ο Κάπα ακούγεται απόλυτα πειστικός.
Το αφεντικό σηκώνεται. Πλησιάζει τον Κάπα. Ο Κάπα νιώθει αφόρητα τσιτωμένος, καθώς η σκηνή είναι ασυνήθιστη στο πλαίσιο του γνωστού τελετουργικού.
«Υπάρχει μια μεγάλη δουλειά. Και πρέπει να γίνει γρήγορα».
«Θέλεις να το αναλάβω εγώ ;»
Το αφεντικό τού χαρίζει ένα πλατύ χαμόγελο.
«Είσαι ο καλύτερός μας».
Επιστρέφει στο γραφείο. Ανάβει πάλι το μισοσβησμένο πούρο.
«Θα χρειαστείς και δεύτερο χέρι μαζί …»
Κάνει νόημα στον άνθρωπο για όλες τις δουλειές.
«Θα σου εξηγήσει ο Αλφα».
Κατεβαίνουν στη σάλα του μπαρ. Πίνουν αργά το ουίσκι τους και καπνίζουν. Ο Αλφα εξηγεί τις λεπτομέρειες της δουλειάς. Το σχέδιο φαίνεται να έχει δουλευτεί καλά. Απλά, ο νονός των δυτικών προαστίων κουβαλάει πάντα μαζί του δυο σκληρούς μπράβους σερβικής καταγωγής.
«Γι’αυτό χρειάζεσαι τον Λάμδα», καταλήγει ο Αλφα.
«Κανένα πρόβλημα», συναινεί ο Κάπα. «Θα του μιλήσω σήμερα».
Το βλέμμα του Αλφα είναι δυσερμήνευτο.
«Τον έχω ειδοποιήσει να περάσει», κοιτάζει το ρολόι του, «όπου να ’ναι, θα φανεί».
Τη στιγμή που στο άνοιγμα της πόρτας εμφανίζεται ο ψηλός, αδύνατος νεαρός και πλησιάζει προς το μέρος τους, ο Αλφα σηκώνεται. Τον χτυπάει στην πλάτη.
«Τα λέμε…»
Μιλάνε μέχρι τα μεσάνυχτα με τον Λάμδα, επαναλαμβάνοντας όλες τις παραμικρές λεπτομέρειες του σχεδίου. Τίποτε δεν πρέπει να μείνει στην τύχη. Επαγγελματίες είναι άλλωστε. Κάνουν τη δουλειά τους τέλεια και γι’αυτό αμείβονται πλουσιοπάροχα. Είναι οι καλύτεροι στην πιάτσα.
Και μετά σηκώνονται και κατευθύνονται προς την πόρτα. Οταν την ανοίγουν, τους υποδέχεται ο παγωμένος αέρας, το εκνευριστικό ψιλόβροχο κι από μακριά η μονότονη, μελαγχολική μουσική από κάποιον «Χαμένο που τα παίρνει όλα».
Την ώρα που αποχωρίζονται και ο Κάπα στρίβει στην πρώτη γωνία, κατά ένα ανεξήγητο, υποσυνείδητα μεταφυσικό τρόπο, μια ατέρμονη σπείρα φτάνει μέχρι τις εσχατιές του εγκεφάλου, παίζοντας αμυδρά την αγαπημένη του ατάκα για το φινάλε του έργου.
«Κάποια στιγμή, θα έρθει ένας τύπος, πιο νέος από σένα, πιο γρήγορος, πιο φιλόδοξος, θα σου καρφώσει μια σφαίρα στο κεφάλι και θα σε στείλει στον διάβολο».
1η Απρίλη 2018
Η δουλειά έγινε με τον σωστό τρόπο. Το μπλόκο στη μαύρη MERCEDES 350 άκρως αποτελεσματικό. Οι δύο θηριώδεις μπράβοι πιάστηκαν με τα βρακιά κατεβασμένα. Δεν πρόλαβαν να ρίξουν ούτε μια σφαίρα, έτσι για την τιμή των όπλων. Πλησίασαν το αυτοκίνητο. Ο νονός των δυτικών προαστίων με τη Ρωσίδα καλλονή δίπλα έπεσαν νεκροί από μια εφιαλτική συμφωνία των Glock 17 του Κάπα και του Λάμδα, πριν κάνουν την παραμικρή κίνηση. Ολα εξελίχθηκαν βάσει του σχεδίου. Γρήγορα, καθαρά κι αθόρυβα. Χωρίς να αφήσουν το παραμικρό ίχνος.
Εφτασαν τρέχοντας στις μηχανές. Οι δυο Honda Varadero υποδέχτηκαν τους μαύρους αναβάτες σαν δυο αποφασισμένους αγγελιαφόρους του θανάτου, που μόλις είχαν επιδώσει τα αγγελτήρια του θανάτου στους δικαιούχους.
«Λοιπόν, ψηλέ, φύγαμε», πέταξε ο Κάπα μαρσάροντας τη μηχανή.
«Μπορώ να έρθω μαζί σου, σήμερα ;»
Ο Κάπα στράφηκε προς το μέρος του, παραξενεμένος.
«Σπίτι μου ;»
«Καλύτερα να μην πάω στο δικό μου. Εχω δει κάτι περίεργα τις τελευταίες μέρες».
Κάτι στραβώνει στον εγκέφαλο του Κάπα, αλλά δεν έχει χρόνο να το σκεφτεί παραπέρα. Κάνει νόημα στον Λάμδα να ακολουθήσει κι απογειώνει τη μοτοσικλέτα.
Αδειάζουν τη μισή φιάλη του Johnnie Walker black. Μετά τη δουλειά, δεν έχουν όρεξη για κουβέντες. Ο Λάμδα την πέφτει ξερός στον καναπέ του σαλονιού. Ο Κάπα πλαγιάζει στην κρεβατοκάμαρα. Τα μάτια του ορθάνοιχτα. Τη στιγμή που η πόρτα μισανοίγει και βλέπει να διαγράφεται αχνά η σιλουέτα του Λάμδα με το Glock στο χέρι, είναι ήδη όρθιος μπροστά από το παράθυρο και πυροβολεί πρώτος. Μια σφαίρα είναι αρκετή. Επαγγελματίας είναι. Ακούει το κινητό του νεκρού Λάμδα να χτυπάει. Το τραβάει από την τσέπη του. Βλέπει τον αριθμό του Αλφα. Κρατιέται να μην απαντήσει. Τραβάει από το συρτάρι το διαβατήριό του. Παίρνει το σακβουαγιάζ με τα χρήματα, που φυλάει για ώρα ανάγκης. Κατεβαίνει. Βγαίνει έξω και καβαλάει τη Honda.
Το ένστικτό του άρχισε να στέλνει κωδικοποιημένα μηνύματα μικρών επικίνδυνων συναγερμών, εδώ και ώρα. Πρώτο σήμα κινδύνου η ανάθεση της δουλειάς απευθείας από το αφεντικό, εκτός της συνηθισμένης διαδικασίας. Δεύτερο σήμα, η επιθυμία του Λάμδα να μείνει μαζί του αμέσως μετά τη δουλειά, κατά παράβαση πάσης επαγγελματικής δεοντολογίας. Κι όπως έλεγε ο Γιώτα, ο δικός του μέντορας, «σ’αυτή τη γαμημένη δουλειά, δεν πρέπει ποτέ να περιμένεις τρίτο σήμα … θα είναι ήδη πολύ αργά».
«Κάποια στιγμή, θα έρθει ένας τύπος, πιο νέος από σένα, πιο γρήγορος, πιο φιλόδοξος, θα σου καρφώσει μια σφαίρα στο κεφάλι και θα σε στείλει στον διάβολο,» σκέφτεται. «Μόνο που αυτή η στιγμή θα αργήσει αρκετά ακόμη», χαμογελάει στον εαυτό του.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr