Το Μουσείο Αργυροτεχνίας, που μόλις εγκαινιάστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αφηγείται την ιστορία της τέχνης που έκανε διάσημη την Ηπειρο στα πέρατα του κόσμου. Το εσωτερικό του θυμίζει… «Χίλιες και μία νύχτες».
Οταν η ιδιωτική πρωτοβουλία, εν προκειμένω το Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), συνεργάζεται δημιουργικά με το δημόσιο τομέα, τότε το αποτέλεσμα σφραγίζεται με την ποιότητα που διακρίνει το νέο Μουσείο-κόσμημα της πόλης των Ιωαννίνων. Το ΠΙΟΠ δεν δημιούργησε απλά και μόνο ένα μουσείο – το ένατο και τελευταίο στο πολύτιμο δίκτυο των θεματικών μουσείων που αγκαλιάζουν όλη την Ελλάδα και φέρουν την υπογραφή του.
Η δημιουργία του συμπαρέσυρε σε ριζική αναμόρφωση το εγκαταλειμμένο τμήμα του Κάστρου που σήμερα το στεγάζει. Στις χορταριασμένες, μέχρι πρότινος, διαδρομές του περπάτησαν το περασμένο Σάββατο εκατοντάδες επισκέπτες που θέλησαν να γνωριστούν με το νέο πολιτιστικό τοπόσημο της πόλης αλλά και με την πλευρά αυτή του Κάστρου όπως δεν την είχαν ξαναδεί. Και απ’ ό,τι φάνηκε το καταχάρηκαν.
Κινητήριος δύναμη και αυτής της αξιέπαινης προσπάθειας είναι η οραματίστρια πρόεδρος του ΠΙΟΠ κ. Σοφία Στάικου. Ηταν ιδιαίτερα συγκινημένη καθώς παρέδωσε στην τοπική κοινωνία το τελευταίο από τα μεγάλα περιφερειακά μουσεία που δημιούργησε το Ιδρυμα με την καθοδήγησή της. «Με πίστη και όραμα, έμπνευση και δύναμη». Παρά το γεγονός ότι το Δίκτυο Μουσείων του ΠΙΟΠ ολοκληρώθηκε, το «ταξίδι» για τη δραστήρια πρόεδρο του Ιδρύματος μόλις ξεκίνησε. Πολιτιστικές παρεμβάσεις και συνέδρια σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση αλλά και η προβολή των δράσεων του ΠΙΟΠ στο εξωτερικό αποτελούν δύο από τους νέους στρατηγικούς στόχους του Ιδρύματος. Στις δύσκολες εποχές που ζούμε είναι ένας δυναμικός τρόπος «να κρατήσουμε την ελπίδα ζωντανή», σημείωσε η κ. Στάικου.
Το νέο Μουσείο εγκαινιάστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος ξεναγήθηκε στη συνέχεια στο εσωτερικό του από τη διευθύντρια του ΠΙΟΠ κ. Αλεξάνδρα Ράπτη. Ακολούθησε συναυλία στην υπέροχη ταράτσα του Μουσείου, με θέα την πόλη και τη λίμνη της, τον ατέλειωτο ουρανό… «Σπάνια έχω δει να ταιριάζει τόσο ένα μουσείο με το χώρο στον οποίο βρίσκεται», είπε ο κ. Παυλόπουλος, o oποίος χαρακτήρισε το νέο απόκτημα «λαμπρή ψηφίδα στο ψηφιδωτό πολιτισμού που δημιούργησε ο Ομιλος στην Ελλάδα» και εξήρε την πολύχρονη προσφορά του κ. Μιχάλη Σάλλα, επίτιμου προέδρου σήμερα της Τράπεζας Πειραιώς.
Στο Μουσείο Αργυροτεχνίας σε υποδέχεται ο ήχος του σφυριού πάνω στο βαρύ, σπάνιο και μαλακό μέταλλο με την έντονη λάμψη. Ακολουθούμε αυτόν τον ήχο από το 15ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας. Η έκθεση καταλαμβάνει τις δύο στάθμες του Προμαχώνα, καθώς και το κτίσμα των παλαιών μαγειρείων που εφάπτεται με αυτόν. Βρισκόμαστε μέσα σε ένα φρούριο με τις τοξωτές, πετρόκτιστες αίθουσες να λειτουργούν ως μνημείο-κιβωτός για τα πολύτιμα αντικείμενα της έκθεσης που δανείζεται από το σήμερα ό,τι πιο σύγχρονο κυκλοφορεί στη μουσειογραφική επιστήμη. Διαδραστικές οθόνες, πολλά βίντεο αλλά και παιχνίδια αποκαλύπτουν την ιστορία του ασημιού στην ηπειρώτικη κοινωνία. Πολλά από τα αριστουργήματα της παραδοσιακής τέχνης βρίσκονται σήμερα σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ταξίδεψαν με τη μορφή εκκλησιαστικών σκευών, σε Δύση και Ανατολή. Ως πολύτιμα χρηστικά σκεύη και κοσμήματα αποτέλεσαν ισχυρά σύμβολα οικονομικής ευμάρειας και κοινωνικής καταξίωσης. «Ο εξοπλισμός ενός πλούσιου νοικοκυριού του 19ου αιώνα», διαβάζουμε στα επιτοίχια κείμενα, «περιελάμβανε ασημένια σαμτάνια (κηροπήγια), ασημικά διά γλυκόν, καθώς και ασημένιο λεγενόμπρικο για το νίψιμο των χεριών…».
Ο Αγγλος περιηγητής Τζούλιους Μίλινγκεν μας μεταφέρει μια άλλη εικόνα των αρχών του 19ου αιώνα. «Οποτε ένας Καπετάνιος κυκλοφορούσε τον ακολουθούσαν νεαροί όμορφα ντυμένοι μεταφέροντας την ασημένια κούπα του κυρίου τους. Κάθε βήμα του συνοδευόταν από τους ήχους των ασημένιων αλυσίδων και του χαϊμαλιού του…».
Στο Μουσείο Αργυροτεχνίας η πληροφορία δένει αρμονικά με την υψηλή αισθητική. Ακουμπισμένα στις κομψές γυάλινες προθήκες τους ή αιωρούμενα, τα αντικείμενα της συλλογής δημιουργούν -με τα σχήματα και τις απαράμιλλες λάμψεις τους- σκηνικό παραμυθιού.
Περίτεχνα γυναικεία χαρχάλια (περιλαίμια), σκουλαρίκια και παλάσκες, πιστόλες, φυλαχτά χριστιανών, εβραίων και μουσουλμάνων που μοιράζονταν κάποτε τον ίδιο αέρα, εκκλησιαστικά αντικείμενα και πολυτελή χρηστικά αντικείμενα, όλα «κεντημένα» στο χέρι, ξεδιπλώνουν την ιστορία της αργυροτεχνίας. Και μαζί τις παραδοσιακές τεχνικές μορφοποίησης και διακόσμησης (σφυρηλάτηση, χύτευση, συρματερή κ.ά.).
ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ
[email protected]
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου