Παρά την ελαστικότητα λόγω ευρωεκλογών που επιδεικνύουν οι Ευρωπαίοι δανειστές και τις σαφείς αποστάσεις του ΔΝΤ από το μεταμνημονιακό πρόγραμμα των δεσμεύσεων το Μαξίμου γνωρίζει ότι η επίλυση του θέματος των κόκκινων δανείων και οι όροι για τη συνέχιση προστασίας της πρώτης κατοικίας (που τέθηκε μάλιστα από την ελληνική πλευρά) δεν γίνεται να αναβληθούν.
Οι πρώτες διαρροές μιλούσαν για μια «γενναιόδωρη» λύση με κάλυψη πρώτης κατοικίας με εμπορική αξία ως 250.000 ευρώ. Με άλλα λόγια θα καλύπτονταν και αυτοί που θεωρείται ότι έχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία και υποχρεώνονται σε συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ. Η πρόταση πήρε κίτρινη κάρτα από τις Βρυξέλλες οι οποίες ζήτησαν μια εναλλακτική πρόταση που θα είχε την αποδοχή των τραπεζών. Ετσι τη Δευτέρα το βράδυ στη συνάντηση με τους τραπεζίτες αναζητήθηκε μια λύση πολιτικά αποδεκτή.
Το όριο κάλυψης μετακινήθηκε από την αξία του προσημειωμένου ακινήτου στο υπολειπόμενο ποσό του δανείου, όπως ζητούσαν οι τράπεζες. Πολιτικά βέβαια με τη λύση που ετοιμάζεται η κυβέρνηση θα μπορεί να ισχυριστεί ότι καλύπτεται πρώτη κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 200.000 ευρώ η οποία μπορεί να έχει υπολειπόμενο όριο δανείου λίγο πάνω από τις 100.000.
Εγινε επίσης αποδεκτό ότι το κούρεμα των δανείων δεν θα γίνεται οριζόντια στο ύψος της αξίας του ακινήτου (αν το υπόλοιπο ήταν μεγαλύτερο) αλλά θα αποφασίζουν οι τράπεζες κατά περίπτωση το κούρεμα του κάθε δανείου λαμβάνοντας υπ’ όψιν την αντικειμενική και όχι την εμπορική αξία του ακινήτου, όπως ήθελε η κυβέρνηση. Με τον τρόπο αυτό θα ελαχιστοποιούν τις κεφαλαιακές τους απώλειες από το «κούρεμα δανείων».
Σε μια προσπάθεια να πειστούν οι τραπεζίτες επισημάνθηκε στις τράπεζες ότι όσο θα διαρκέσει το νέο καθεστώς οι τράπεζες θα επιδοτούνται από το κράτος μέσω της συμμετοχής του Δημοσίου στις δόσεις των ρυθμισμένων δανείων κατά 200 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση που μπορεί να αυξηθούν και στα 250 εκατ. ευρώ ανάλογα με την πορεία των ρυθμίσεων.
Ενα κεφάλαιο που δεν έχει εγγραφεί ακόμη (επεξεργάζεται από κοινού από τους τεχνοκράτες των υπουργείων και τις τράπεζες) είναι το θέμα των ελέγχων που θα γίνονται πριν γίνει η ένταξη στη νέα ρύθμιση αλλά και των υποχρεώσεων που θα αναλαμβάνει ο δανειολήπτης. Δεδομένο είναι ότι η τριετής ασυλία που προέβλεπε ο νόμος Κατσέλη αφ’ ης στιγμής ο δανειολήπτης ενταχθεί σε ρύθμιση θα πάψει να ισχύει.
Εκτός από το θέμα της πρώτης κατοικίας το οποίο θα ολοκληρωθεί – άλλη μια φορά – στο παρά πέντε της ολοκλήρωσης της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δεύτερη αξιολόγηση, το οικονομικό επιτελείο καταγράφει ήδη την αποτυχία του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.
Λίγο πριν τη λήξη της προθεσμίας και για τη δεύτερη αξιολόγηση από τις 16 δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ελλάδα μετά το πρόγραμμα έχουν ολοκληρωθεί μόνο οι δύο: Η επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% και η στελέχωση της ΑΑΔΕ. Το πολύ πολύ μέχρι και τις 20 του μήνα που είναι η τελευταία προθεσμία να έχει κλείσει και το θέμα της πρώτης κατοικίας. Η διαφορά όμως της δεύτερης αξιολόγησης σε σύγκριση με την πρώτη είναι ότι η επιτυχής ολοκλήρωση συνοδεύεται και από μια δόση που θα φτάνει συνολικά το 1 δισ. ευρώ η οποία για άλλη μια φορά δεν είναι σίγουρο ότι θα εγκριθεί στο Eurogroup του Μαρτίου.
Μετά το Eurogroup της Δευτέρας, ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ ανέφερε ότι «η επιστροφή των κερδών -το ποσό δεν είναι αμελητέο, μαζί είναι σχεδόν 1 δισ. ευρώ φέτος- θα γίνει με βάση τα αποτελέσματα της δεύτερης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας η οποία θα παρουσιαστεί στο επόμενο Eurogroup». Μάλιστα πρόσθεσε ότι «το Eurogroup θα δει την έκθεση και θα αποφασίσει. Είναι ξεκάθαρο πως υπάρχουν ανοιχτά θέματα αυτή τη στιγμή, αλλά η Ελλάδα έχει μερικές εβδομάδες για να δουλέψει πριν την ολοκλήρωση της έκθεσης. Βρισκόμαστε σε επαφή με τις ελληνικές αρχές, τα ανοιχτά θέματα έχουν εντοπιστεί και οι αρχές εργάζονται πολύ σκληρά. Αλλά δεν μπορώ να σας πω σήμερα τι θα γίνει στο επόμενο Eurogroup».
Αυτό σημαίνει ότι αν υπάρξουν νέες καθυστερήσεις δεν αποκλείεται να ζήσουμε ξανά και την παράταση της παράτασης και στην εκταμίευση της δόσης η οποία αν δεν εκταμιευτεί μέχρι και το Απρίλιο θα πρέπει να περιμένει να εκταμιευτεί μετά και την τρίτη αξιολόγηση τον Ιούνιο.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου