Εχει απασφαλίσει εδώ και πολύ καιρό, υπό την έννοια ότι όλο αυτό το λούμπεν -περιθωριοποιημένο μέχρι πριν από μερικά χρόνια στις δυτικές κοινωνίες- μίγμα έχει πλέον αποκτήσει στοιχεία καθημερινής κανονικότητας και -το χειρότερο- απαιτεί με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους να καθιερωθεί ως το μόνο αποδεκτό μοντέλο πολιτικής και κοινωνικής επικοινωνίας. Παραδείγματα; Δυστυχώς πολλά.
Η μη συγκράτηση των «νεύρων» του Δ. Κυριαζίδη προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου εντός Κοινοβουλίου, που την έστειλε «να πάει να κάνει κάνα παιδί». Η διπλή συγγνώμη που επιχείρησε να εκφράσει τα έκανε χειρότερα για τον ίδιον. Η επίκληση της θεάς Τύχης από την ίδια την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας για το γεγονός ότι ο σύζυγός της ήταν εκτός Κοινοβουλίου εκείνη την ώρα (σ.σ.: αλλιώς «θα του ’δειχνε του άλλου μάγκα»;). Και από εκεί στη μαινόμενη συμπεριφορά του βουλευτή της ΝΙΚΗΣ στην Εθνική Πινακοθήκη υπό την επίκληση της βλασφημίας έναντι της Τέχνης, που πιθανώς και να μην έχει άδικο στην κρίση του, αλλά σίγουρα όχι στις πράξεις του. Τεράστια, βεβαίως, συζήτηση, αλλά, για να ξεκινήσει, θα πρέπει να έχει αποδεχθεί ορισμένους συμβατικούς όρους, όπως είναι η απόρριψη της βίας.
Το καπάκι, λοιπόν, έχει ανοίξει. Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίζεται. Ενα παράδειγμα μας δίνει η αυτόματη διαγραφή του Δ. Κυριαζίδη από τη Νέα Δημοκρατία. Απόδειξη αντανακλαστικών και ύπαρξης ορίων ανοχής στην κριτική του αντιπάλου και ορίων, γενικώς, στον πολιτικό λόγο. Σε αντίθεση, βεβαίως, με τη στάση του επίσημου ΣΥΡΙΖΑ έναντι του ευρωβουλευτή του Νίκου Παππά, που πρόσφατα επιδόθηκε σε πλήθος χαρακτηρισμών προς τη Ν.Δ., όπως «κόμμα βιαστών, δολοφόνων, παιδεραστών». Από το κόμμα του ανακοινώθηκε ότι δεν το βρίσκουν σύμφωνο οι χαρακτηρισμοί, αλλά δεν διέγραψε τον ευρωβουλευτή, για «να μην παίξει στα επικοινωνιακά παιχνίδια της Ν.Δ.». Ολίγος τραμπισμός με ολίγη από θεολογικό φανατισμό και μερικές δόσεις μπολσεβικισμού και το γλυκό έδεσε…