Στον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχουν συνεννοηθεί, δεν εξηγείται διαφορετικά ότι οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές του κόμματος συναγωνίζονται στο ποιος θα πει την καλύτερη ατάκα που θα πιστοποιεί ανευθυνότητα σε βασικά ζητήματα οικονομίας. Ενδεχομένως να το κάνουν για να ακουστεί η υποψηφιότητά τους, όμως το αποτέλεσμα είναι κοινό: ανευθυνότητα και μνήμες του πρόσφατος παρελθόντος, όταν τα Μνημόνια σκίζονταν σε απευθείας τηλεοπτική σύνδεση.
Την προηγούμενη εβδομάδα ήταν ο Νίκος Φαραντούρης, καθηγητής στο ΕΜΠ, ο οποίος με εμφατικό τρόπο, μάλιστα, βεβαίωσε τους τηλεθεατές ότι η αναβάθμιση της οικονομίας από τους επενδυτικούς οίκους «δεν τρώγεται». Η απάντηση που δέχθηκε από το σύνολο σχεδόν όσων γνωρίζουν στοιχειωδώς από τα οικονομικά θέματα ήταν συντριπτική, όμως ο ίδιος επέμεινε, επικαλούμενος μάλιστα στοιχεία τα οποία καταρρίπτονταν από την πραγματικότητα.
Προχθές ένας άλλος υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ, ο ηθοποιός Μάριος Αθανασίου, μιλώντας στον ΑΝΤ1, εξανέστη όταν ρωτήθηκε για το εάν το πρόγραμμα του κόμματός του είναι κοστολογημένο. «Αμάν, με αυτά τα κοστολογημένα προγράμματα που ζητάει διαρκώς η ελληνική και ευρωπαϊκή πολιτική, όταν η Ε.Ε. έχει 400 δισ. για σύνδεση με την Αφρική», ήταν περίπου η ακατάληπτη απάντησή του.
Ενα δίκιο το έχει ο κ. Αθανασίου. Τι τις θέλουμε τις κοστολογήσεις, μια ζωή την έχουμε, ή για να θυμηθούμε το σύνθημα λίγο πριν από το δημοψήφισμα του 2015, «μπάχαλο όλα».
Το ρεσιτάλ ανευθυνότητας δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του αυθορμητισμού ή και της ασχετοσύνης των υποψηφίων, το πρόβλημα είναι κεντρικό, από εκεί εκπορεύεται. Το πρόγραμμα που παρουσίασε ο Κασσελάκης στην πράξη είναι «ακοστολόγητο», περιλαμβάνει παροχές άνω των 40 δισεκατομμυρίων ευρώ και δεν μπορεί να εφαρμοσθεί όταν ισχύουν δημοσιονομικοί κανόνες. Μέσα σε λίγα 24ωρα η Ελλάδα θα έβγαινε εκτός δανεισμού, με τα γνωστά επακόλουθα. Το έργο το ζήσαμε το 2015 και κανείς δεν θέλει να το δει σε επανάληψη. Οταν λοιπόν το κόμμα δεν έχει ούτε πρόγραμμα ούτε θέσεις, είναι λογικό οι υποψήφιοί του να αυτοσχεδιάζουν και να εκφέρουν οικονομικά ασυνάρτητο λόγο.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Την ίδια ώρα, πάντως, η Ελληνική Στατιστική Αρχή και η Eurostat έδωσαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 ήταν 1,9% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος από 1,1% που ήταν ο στόχος. Επιπλέον το ΑΕΠ, δηλαδή το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας, το 2023 έφτασε τα 220 δισεκατομμύρια ευρώ από 181 δισ. που ήταν το 2021. Μέσα σε δύο χρόνια η οικονομία μεγάλωσε κατά 40 δισεκατομμύρια ευρώ, γι’ αυτό και οι αναβαθμίσεις τελικά από τους πιστοληπτικούς οίκους «τρώγονται» κανονικότατα.
Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, το 2023 μειώθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες φτάνοντας στο 162% του ΑΕΠ. Αυτή είναι υπεύθυνη πολιτική, η οικονομία να μεγαλώνει ώστε να τροφοδοτεί τα δημόσια ταμεία και να μειώνεται το δημόσιο χρέος που θα επωμισθούν οι επόμενες γενιές.
Υπάρχει, βέβαια, και ο άλλος δρόμος. Αυτός των ακοστολόγητων προγραμμάτων και των υποβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας από τους πιστοληπτικούς οίκους. Σάμπως τρώγονται οι επενδυτικές κλίμακες, που λένε και στον ΣΥΡΙΖΑ;
Οι πολίτες μπορούν εύκολα να επιλέξουν ποια πορεία θέλουν για τη χώρα και ένας κρίσιμος σταθμός είναι αυτός της 9ης Ιουνίου.