Είναι πραγματικά εξοργιστικός ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούν να κτίσουν το αφήγημά τους οι Βρετανοί. Εδώ και δεκαετίες αραδιάζουν κάθε πιθανό και απίθανο επιχείρημα, αρνούμενοι να αποδεχθούν τις ευθύνες των προγόνων τους και να διορθώσουν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της Ιστορίας: τον ακρωτηριασμό του Παρθενώνα, ενός Μνημείου Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ενός θαύματος του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Είπε πολλά η Ντόνελαν, κάποια σχεδόν αστεία. «Αυτά είναι αντικείμενα στα οποία έχουμε δώσει σπουδαία φροντίδα επί δεκαετίες – αν όχι για ακόμα περισσότερο, τα έχουμε διερευνήσει σημαντικά, ήμασταν οι φύλακές τους». Τόσο καλοί φύλακες που τη δεκαετία του ’30 σχεδόν τα κατέστρεψαν προσπαθώντας να τα… καθαρίσουν σε εκείνη την ανεκδιήγητη επιχείρηση λεύκανσης.
Κανείς δεν είπε πως πρόκειται για μία εύκολη απόφαση, ούτε κανείς έχει την ιδανική λύση. Στο διάβα τόσων δεκαετιών που οι ελληνικές κυβερνήσεις προσπαθούν να πείσουν για το δίκαιο του αιτήματος επαναπατρισμού, έχουν πέσει στο τραπέζι πολλές προτάσεις και ακόμα περισσότερα σχέδια. Από νομική διεκδίκηση μέχρι πολιτική διευθέτηση και από δανεισμό μέχρι δημιουργία κάποιου είδους παραρτήματος. Αυτή τη φορά πάντως κάτι φαίνεται πως κινείται διαφορετικά. Υπάρχει μεθοδικότητα στις διαπραγματεύσεις, «άνοιγμα» στο εύρος των συνομιλητών και, κυρίως, χαμηλοί τόνοι. Και όσο περισσότερο φωνάζει η Ντόνελαν τόσο περισσότερο αποδεικνύεται πως η ελληνική εκστρατεία βρίσκει το στόχο της στη βρετανική κοινωνία και στην παγκόσμια πνευματική κοινότητα.