ΚΑΤ’ αρχάς αυτό που ήταν δεδομένο πως θα συμβεί είναι η πτώση των ποσοστών της κυβέρνησης από την περιοχή του 30+%, που βρισκόταν στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς, προς το ποσοστό του 28% -ίσως και πιο χαμηλά- που είχε λάβει η Ν.Δ. στις ευρωεκλογές του 2024. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί πως σε αντίστοιχα ποσοστά κινούνταν η κυβέρνηση και πέρσι το φθινόπωρο.
ΤΟ πρώτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση το περιέγραψε με σαφήνεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της συζήτησης της πρότασης μομφής, όταν δήλωσε, ότι «είναι δύσκολο να πείσουμε την κοινωνία πως δεν έγινε συγκάλυψη, αλλά αυτή είναι η αλήθεια».
ΓΙΑΤΙ, αυτή τη στιγμή, το 70% των πολιτών θεωρεί πως έχει γίνει κάποιου είδους συγκάλυψη στην υπόθεση των Τεμπών. Βέβαια, το εντυπωσιακό είναι πως ένα αντίστοιχο ποσοστό θεωρεί πως η αντιπολίτευση εργαλειοποιεί την εθνική τραγωδία. Και, στο τέλος, ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας στρέφεται ενάντια στα κόμματα τα οποία θεωρεί ως σύστημα, δηλαδή τη Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
ΠΑΡ’ όλα αυτά η Ν.Δ. συνεχίζει να κυριαρχεί στο πολιτικό σκηνικό διαθέτοντας μεγάλη διαφορά από τα υπόλοιπα κόμματα. Και το δεύτερο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι το κατά πόσον θα καταφέρει να πετύχει τη σχεδιαζόμενη επανεκκίνηση υλοποιώντας με μέγιστη αποτελεσματικότητα και υψηλή ταχύτητα αποφάσεις και μέτρα που αφορούν, κυρίως, στην οικονομία της τσέπης των πολιτών, δηλαδή, σε αυτό που αποκαλείται καθημερινότητα.
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ πρόβλημα, όμως, και από την κυβέρνηση αντιμετωπίζουν το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερο κόμμα, έστω και συγκυριακά, αναδεικνύεται η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία καταφέρνει να εκφράσει τον θυμό και την οργή μέσω της αντισυστημικής ψήφου.
ΤΟ ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε διαρκή φθίνουσα πορεία, η οποία εξηγείται από τους λανθασμένους χειρισμούς του Νίκου Ανδρουλάκη τόσο στην υπόθεση των Τεμπών όσο και σε ζητήματα πολιτικής για την καθημερινότητα των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, βρίσκεται στο χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων δεκαπέντε ετών, με ποσοστά που κινούνται πέριξ του 6-7% και καταλαμβάνει, πια, την έκτη θέση.
ΠΡΟΦΑΝΩΣ και υπάρχει πολύς χρόνος ακόμα έως τις εκλογές, που θα διεξαχθούν την άνοιξη του 2027. Την ώρα, λοιπόν, που η παραδοσιακή κεντροαριστερή αντιπολίτευση βρίσκεται σε βέρτιγκο και η αντισυστημική ψήφος εκτινάσσεται, η μπάλα είναι και πάλι στα πόδια της κυβέρνησης. Η Ν.Δ. έχει μία τελευταία ευκαιρία να προχωρήσει σε αλλαγή πολιτικών τόσο για την πραγματική οικονομία όσο και για το κράτος και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, καθώς παραμένει η μοναδική αξιόπιστη κυβερνητική πρόταση. Το στοίχημα είναι κρίσιμο. Και θα διαφανεί αν μπορεί να το κερδίσει μέχρι τις αρχές της επόμενης χρονιάς.