Tην Τετάρτη, μια γυναίκα εισέβαλε με πιστόλι -ψεύτικο, όπως αποδείχθηκε αργότερα- σε κατάστημα της BLOM Bank, στη Βηρυτό, και αφού κράτησε για κάποιο διάστημα ομήρους τους υπαλλήλους, υποχρέωσε τον διευθυντή να της δώσει 13.000 δολάρια σε μετρητά από τον προσωπικό της λογαριασμό. Λίγο αργότερα, ένας άνδρας στην ορεινή πόλη Αλεϊ μπήκε με όπλο σε κατάστημα της Bankmed, αποσύροντας μέρος των «φυλακισμένων» του χρημάτων. Στη συνέχεια παραδόθηκε στις Αρχές, όπως ανακοίνωσε η οργάνωση Depositors Outcry (Κατακραυγή των Καταθετών).
Τον Αύγουστο, ένας άλλος είχε καταλάβει τράπεζα στη Βηρυτό, ζητώντας να σηκώσει λεφτά για τον άρρωστο πατέρα του. Δεδομένου ότι οι καταθέσεις των Λιβανέζων παραμένουν κλειδωμένες εδώ και τρία χρόνια, οι επιδρομές θα μπορούσαν να είναι μαζικότερες. Εξω φρενών ένας εξέχων Λιβανέζος τραπεζίτης διαμαρτυρήθηκε έντονα επειδή οι Αρχές άφησαν ελεύθερους χωρίς κατηγορίες τους «εισβολείς»: «Είναι σαν να καλούν τον κόσμο σε απείθεια. Τι αποτυχημένο κράτος που είμαστε!».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Για την ιστορία, η «λησταρχίνα» της BLOM Bank ονομάζεται Σαλί Χαφίζ και δήλωσε ότι χρειαζόταν τα λεφτά από το λογαριασμό της για την αντικαρκινική θεραπεία της αδελφής της. «Είχα φτάσει στο σημείο να πουλήσω το νεφρό μου», τόνισε. Γιατί δεν το ζητούσε από έναν τραπεζίτη;