Εκεί ο κατώτατος μισθός των 950 ευρώ (μικτά) συμφωνήθηκε μεταξύ κυβέρνησης, συνδικάτων και εργοδοτών τον Ιανουάριο του 2020 κι έκτοτε έχει ανέβει σημαντικά.
Είναι γεγονός ότι η αγοραστική δύναμη των Ισπανών συμπιέστηκε αφόρητα την περίοδο 2011-2018, αλλά η μεγάλη χώρα της Ιβηρικής την έχει αφήσει οριστικά πίσω (άλλωστε, στην Ισπανία δεν επιβλήθηκε απροκάλυπτο Μνημόνιο, όπως σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Κύπρο, αλλά μόνο εξωραϊσμένο «τραπεζικό»).
Από το 2018 και μετά, όταν ανέλαβαν τη διακυβέρνηση οι Σοσιαλιστές του Σάντσεθ μαζί με τους Podemos, oι καρποί της ανάκαμψης επί Ραχόι άρχιζαν να μοιράζονται δικαιότερα στον κόσμο της εργασίας. Τα τελευταία έξι χρόνια ο κατώτατος μισθός στην Ισπανία έχει αυξηθεί κατά 54% (!), δηλαδή έφτασε από τα 736 ευρώ το 2018 στα 1.134 μικτά – με 14 καταβολές τον χρόνο. Η τελευταία αύξηση της τάξης του 5% (από 1.080 σε 1.134 ευρώ) συμφωνήθηκε χθες μεταξύ της κομμουνίστριας (η ίδια επιμένει χωρίς εισαγωγικά…) υπουργού Εργασίας, Γιολάντα Ντίαθ, και των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων. Οι εργοδότες δεν την έχουν ακόμη προσυπογράψει, αλλά πιέζονται να το κάνουν, δεδομένου ότι οι θέσεις τους δεν απέχουν πολύ (αντιπρότειναν αύξηση 3% συν 1% τιμαριθμική αναπροσαρμογή).
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Ο μέσος πληθωρισμός στην Ισπανία έκλεισε στο 3,5% για το 2023 και οι αυξήσεις μετά βίας ανταποκρίνονται στην άνοδο του κόστους ζωής.
Ωστόσο, εκεί η διαβίωση των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων είναι πολύ πιο αξιοπρεπής από ό,τι στην Ελλάδα, όπου οι μισθολογικές αυξήσεις δίνονται με το σταγονόμετρο, ενώ το «καρτέλ της απληστίας» κάνει πάρτι. Ολοι ξέρουμε ποιοι το αποτελούν και όλοι το οικτίρουν, χωρίς κανείς επί της ουσίας να τολμάει να του επιβάλει την επιστροφή του «αδικαιολόγητου πλουτισμού» στην κοινωνία.