«Ο λαός θα μας υποδείξει τελικά εάν η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα κόμμα ή από περισσότερα από ένα. Το βέβαιο είναι ότι η χώρα θα κυβερνηθεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Αλλά αυτή δεν είναι δική μας απόφαση. Εμείς, όταν θα ολοκληρωθεί η τετραετία, θα προβάλουμε στον ελληνικό λαό το έργο μας. Θα είναι ένα έργο το οποίο θα αξιολογηθεί και μέσα στις συγκυρίες, τις πρωτοφανείς, που περάσαμε. Δεν νομίζω ότι υπήρξε κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση και μετά που να διαχειρίστηκε περισσότερες κρίσεις. Από τον Εβρο μέχρι την πανδημία, την κρίση με την Τουρκία και τώρα έναν πόλεμο με πρωτοφανείς οικονομικές συνέπειες. Ταυτόχρονα, όμως, θα κριθούμε και για το έργο μας, διότι η Ελλάδα αλλάζει. Και ο στόχος η Ελλάδα να γίνει μία πραγματικά σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα παραμένει στόχος τον οποίο πιστεύω πολύ βαθιά μέσα μου. Και είναι ένας στόχος που από την πρώτη στιγμή είχα πει ότι δεν ολοκληρώνεται σε μία τετραετία».
Απλά πράγματα. Με την απλή αναλογική που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ, κυβέρνηση δεν μπορεί να σχηματισθεί, τα περί «προοδευτικής διακυβέρνησης» που ψελλίζουν στην Κουμουνδούρου σκοντάφτουν στην απλή αριθμητική. Χωρίς το πρώτο κόμμα, κυβέρνηση δεν μπορεί να υπάρξει. Στις δεύτερες κάλπες, που θα γίνουν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, τα ενδεχόμενα είναι δύο. Εάν η Ν.Δ. καταφέρει να προσεγγίσει το 37% με 38% (αναλόγως και με το πόσα κόμματα θα περάσουν το όριο του 3%), τότε θα εκλέξει πάνω από 151 βουλευτές και θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Εάν δεν το πετύχει, θα αναζητήσει συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής, προκειμένου να υπάρξει σταθερό κυβερνητικό σχήμα.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Μπροστά σε αυτές τις αυτονόητες πολιτικές εκτιμήσεις που διατύπωσε δημοσίως ο Μητσοτάκης, ο μεν Τσίπρας αντέδρασε με απόλυτη άρνηση της πραγματικότητας, δηλώνοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα και θα σχηματίσει δική του κυβέρνηση, ενώ ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ., Νίκος Ανδρουλάκης, με τα σχόλιά του θύμισε τα θυμωμένα παιδιά που απειλούν την υπόλοιπη παρέα ότι θα πάρουν την μπάλα από το γήπεδο και θα φύγουν, λέγοντας ότι δεν θα δεχθεί για πρωθυπουργό ούτε τον Μητσοτάκη ούτε τον Τσίπρα.
Επειδή όμως η διακυβέρνηση της χώρας δεν είναι παιχνίδι και η πολιτική σταθερότητα αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής προόδου, όλοι θα κληθούν να τοποθετηθούν επί υπαρκτών ζητημάτων και όχι επί ευχολογίων ή κομματικών επιθυμιών. Εάν μετά το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης δεν είναι εφικτός ο σχηματισμός κυβέρνησης, τότε στις δεύτερες εκλογές, όπου το σύστημα παρέχει μεγαλύτερη ευχέρεια για επίτευξη συμπολιτευόμενης πλειοψηφίας, δεν θα υπάρχουν περιθώρια για στείρες αρνήσεις. Εφόσον ο κ. Ανδρουλάκης επιμείνει στις τωρινές του θέσεις, τότε το βέβαιο είναι ότι μεταξύ πρώτης και δεύτερης κάλπης το διακύβευμα μεταξύ ακυβερνησίας και σταθερότητας θα είναι μεγάλο και οι πολίτες θα δώσουν τη δική τους απάντηση.
Το σίγουρο είναι ότι η Νέα Δημοκρατία πρέπει να δώσει ιδιαίτερη σημασία στο αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης γιατί θα αποτελέσει τον βατήρα για τις δεύτερες. Δεν υπάρχει «χαλαρή ψήφος» όταν τα προβλήματα είναι μεγάλα και οι προκλήσεις για τη χώρα συνεχείς.