Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Ως υπότροφος του ΙΚΥ, όλα τα χρόνια, σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και αποφοιτώντας με άριστα από το εργαστήρι του Παναγιώτη Τέτση, συνέχισε τις σπουδές του στην Ελεύθερη Ακαδημία των Τεχνών στη Χάγη, με βασιλική υποτροφία της ολλανδικής κυβέρνησης.
Γυρίζοντας, στάθηκε κοντά στον Τέτση, τον δάσκαλό του, φίλος πιστός και συνεργάτης του, με συγκινητική αφοσίωση. Τα καλοκαίρια δεν απουσίαζε ποτέ ο Μιχάλης απ’ την Υδρα. Πάντα «παρών» και υποστηρικτικός στη δεκαπενταυγουστιάτικη γιορτή των φίλων που, επιλεκτικά, καλούσε, ο Τέτσης στην ταράτσα του σπιτιού του. Ούτε το χειμώνα έλειπε από κοντά του: «Θα έρθει ο Μιχάλης», μου έλεγε, «να με βοηθήσει». Ετσι, γνώρισα καλύτερα τον Μιχάλη κι αγάπησα τη δουλειά του.
Μια «βροχή» του Μιχάλη, που πέφτει κάθετα και σκίζει τον αγέρα, με χοντρές επίμονες ψιχάλες σε όλες τις αποχρώσεις του μπλε και του γκρι, με τόνους ανάμεσα λευκούς και μαύρους, που με κάνει σχεδόν να ακούω το χτύπο της στο τζάμι, με περιμένει κάθε πρωί, όταν ανοίξω τα μάτια μου, στον μεγάλο τοίχο της σκάλας, στο σπίτι μου.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Ο Μιχάλης Μαδένης έχει κάνει πολλές εκθέσεις. Ανθρωποκεντρικές, στις οποίες σώμα και μορφή χάνονταν και έσβηναν στο γενικό σχέδιο, αλλά και τοπία, πολλά της Υδρας, μεγάλης κλίμακας-εκπληκτικός κολορίστας, αποτυπώνοντας το όργιο της φύσης και τη χαρά της ζωής. Ομως, η τελευταία του δουλειά, αυτή του σχεδόν δίχρονου εγκλεισμού μας, που παρουσιάζεται τώρα, ως και το τέλος του Μάρτη, στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Νιάρχου, μου φαίνεται ότι είναι ό,τι πιο τρυφερό έχω δει, ζωγραφίζοντας έναν κόσμο ολόκληρο, εκείνον των αθέατων ενός ψυχιατρείου.
Η τρέλα, άλγος ψυχής και απώλεια του νου, έχει εμπνεύσει πολλούς ζωγράφους. Εκείνο το σκοτεινό βλέμμα με την παράξενη λάμψη, η επιθετική στάση του σώματος, πάντα μου προκαλούσαν οδύνη, σαν να με έχουν χτυπήσει στο στομάχι. Είναι η πρώτη φορά που η δουλειά του Μιχάλη, πάνω στο ίδιο θέμα, μου άλλαξε τη θέαση των αθέατων. Αυτές οι μαυροφορεμένες γυναίκες, νέες και ώριμες, ή σκυφτές, ρυτιδιασμένες, χωρίς χαμόγελο, που τα σώματά τους σβήνουν μέσα στο μαύρο, προβάλλοντας μόνον τα βασανισμένα πρόσωπά τους και τα κουρασμένα χέρια τους, αλλά με μια ήρεμη απαντοχή, με έκαναν να σταθώ μπροστά τους σαν σε σιωπηλή επίσκεψη.
Ο Μιχάλης ζωγράφισε άλλα πρόσωπα μακρινά, φευγάτα, άλλα οικεία, πρόσωπα εκείνων που ξεχνάμε. Ομως, όλα, είτε μας παρατηρούν είτε όχι, μοιάζουν να περιμένουν το δικό μας βλέμμα, σε μια στοργική, αθέατη συνάντηση…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr