Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Το έσχατο χρονικό όριο με το οποίο θα μπορούσε να αποβεί ευεργετική ήταν ο Δεκέμβρης 2016. Μία σπάνια στιγμή ειλικρίνειας ήταν εκείνη όπου ο υπουργός Τσακαλώτος ανεφώνησε το περίφημο «καήκαμε», αν η αξιολόγηση των θεσμών δεν έκλεινε τον Δεκέμβρη 2016. Ηδη είμαστε στις παρυφές του Απρίλη 2017 και τη μόνη ανάγνωση που επιδέχεται το «καήκαμε» είναι το καταστραφήκαμε.
Και για να έχουμε την πλήρη εικόνα της κατάστασης, θα έπρεπε η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου να είχε ήδη αρχίσει την προετοιμασία για την… τρίτη αξιολόγηση! Αλλά με τους δείκτες αρνητικούς, με όνειρο απατηλό την αύξηση του εθνικού προϊόντος, με άρνηση πληρωμών των οφειλών της προς τον ιδιωτικό τομέα ύψους τουλάχιστον πέντε δισεκατομμυρίων, τα οποία κατακρατεί, βάζοντας την αγορά σε πλήρη στέρηση πόρων, και με τη δεύτερη αξιολόγηση ορθάνοιχτη, για ποια ανακύκλωση κεφαλαίων να μιλάμε τώρα. Να μιλάμε για τη βαθιά ύφεση της βαρύτατης ιδεοληψίας που στραγγαλίζει κάθε ικμάδα επιχειρηματική. Αλλά ακόμη κι αν η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου έκλεινε τη δεύτερη αξιολόγηση, πράγμα που δεν συνάδει με τη στρατηγική της, η τρίτη αξιολόγηση θα ξεκινούσε και πάλι με προβλήματα.
Ως πότε μπορεί να συντηρείται ο φαύλος κύκλος των καθυστερημένων αξιολογήσεων, όταν η ιστορία π.χ. με το ασφαλιστικό είναι βόμβα απασφαλισμένη, όταν η οικονομία δεν θεραπεύεται διά των επενδύσεων, η ανεργία βαίνει αυξανόμενη και ανεξέλεγκτη. Ποιος, λοιπόν θα πληρώνει, με τις ασφαλιστικές εισφορές του, την προηγούμενη γενεά των συνταξιούχων; Αλλά η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου δεν έχει προτάξει στοιχειωδώς σχέδιο αναδιοργάνωσης των καίριων τομέων, που θα οδηγούσαν τη χώρα έξω από την ύφεση. Απαίτησε ο πρωθυπουργός από τους υπουργούς του προτάσεις οι οποίες να αναδιατάξουν την οικονομία σε σχέση με την ανάπηρη κομματική διοίκηση; Τρέχουν σχετικές έρευνες π.χ. για την ενέργεια ή τις μεταφορές ή για κακοφορμισμένο τραπεζικό σύστημα, τις οποίες θα είχαν κληθεί να αναλύσουν ειδικοί επιστήμονες και όχι ο κατά τ’ άλλα συμπαθής κ. Καρανίκας και οι κομματικοί εγκάθετοι;
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Αντιλαμβάνεται ο πρωθυπουργός την κατά παρασάγγας διαφορά ανάμεσα στην πραγματική οικονομία και την προπαγανδιστική διαχείριση, την οποία άριστα επιτελεί, προκειμένου να εξασφαλίζει την παραμονή του στην εξουσία, μέχρι τελικής πτώσεως… των Ελλήνων;
Οταν ακούω ότι ο πρωθυπουργός καλεί στο Μαξίμου για τον πρωινό καφέ τον υπουργό Οικονομίας, ακόμη τους κ. Σκουρλέτη, Σταθάκη, Τζανακόπουλο, ενίοτε και τον κ. Φλαμπουράρη και κατά περίσταση λοιπούς ματαιόσπουδους, αναρωτιέμαι σε τι ακριβώς συνίσταται η «μάζωξη». Στο να αναλυθούν τα προβλήματα που προκαλούν οι ιδεολογικές τους εμμονές στην επιχειρηματικότητα ή να σχολιάσουν τα δημοσιεύματα της ημέρας; Η επικοινωνία δεν παράγει έργο. Είναι ο χαμένος καιρός των ανόητων και εμμονικών πολιτικών.
Ακούγοντας τη διαρροή από το Μαξίμου -και την έμμεση επιβεβαίωσή της- ότι ο πρωθυπουργός «απειλεί» να αποτελέσει την εξαίρεση ανάμεσα στους 27, μη υπογράφοντας τη διακήρυξη στην πανηγυρική Σύνοδο της Ρώμης, για τα εξήντα χρόνια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αντιλήφθηκα για μια εισέτι φορά ποιοι κίνδυνοι διεθνούς και εταιρικής απομόνωσης -και όχι μόνον- ελλοχεύουν, όταν συγχέεται η επίδειξη ανωφελούς μαγκιάς με τη βαριά ευθύνη που συνεπάγεται η εμπιστοσύνη των πολιτών που του ανέθεσαν την τύχη της Ελλάδας και την ευμάρειά τους.
Αν ήθελε να δείξει ότι «δεν μασάει», δεν είχε παρά να βάλει κάτω από τη μύτη του κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε το ισοζύγιο πληρωμών Ελλάδας-Γερμανίας αποδεικνύοντας πόσα δισεκατομμύρια έχει κερδίσει η ισχυρή Γερμανία, από το 2002 ως σήμερα, εις βάρος της ελληνικής οικονομίας. Αυτό θα ήταν μαγκιά. Γιατί αυτά που λέει ότι προτίθεται να κάνει στη Ρώμη απλά ονομάζονται γελοιοποίηση έως και εξαπάτηση των Ελλήνων. Αλλά είναι να μην πάρει κανείς το κολάι…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής