Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Τι είναι τούτο πάλι; Νοσταλγία για το παρελθόν; Στροφή των Δημοκρατικών στον προστατευτισμό; Αδέξια επικοινωνιακή μίμηση του τραμπικού «Αmerica First»; Ή μήπως αδήριτο τέκνο της ανάγκης; Η καμπάνια του ΠΑΣΟΚ σε μια Ελλάδα που μόλις είχε μπει στην ΕΟΚ και άρχιζε σιγά σιγά να γνωρίζει και την αρνητική της πλευρά (βάθεμα της αποβιομηχάνισης, αποδιάρθρωση του γεωργικού τομέα και κατακλυσμός της αγοράς από εισαγόμενα προϊόντα) ήταν απόλυτα σωστή στη σύλληψή της.
Μόνο που η τότε κυβέρνηση της «Αλλαγής» έμεινε στα λόγια και δεν φρόντισε να υλοποιήσει αυτό που η ίδια διαφήμιζε: τη διάσωση της ελληνικής παραγωγής και την απαλλαγή της χώρας από τον υπερδανεισμό.
Η Αμερική δεν είναι ακριβώς Ελλάδα, αλλά στον πυρήνα του Buy American βρίσκεται το ίδιο πρόβλημα.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Το Made in China κυριαρχεί στην αμερικανική αγορά και η Κίνα απειλεί να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από τις πρωτότυπες τεχνολογίες αιχμής, που αποτελούν πολλαπλασιαστή οικονομικοπολιτικής ισχύος.
Υπό αυτό το πρίσμα, αυτά που υπόσχεται ο Μπάιντεν μπορεί να είναι «πολύ λίγα-πολύ αργά». Κατά τον Δημοκρατικό υποψήφιο, το Buy American είναι το «πιο φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», ύψους 700 δισ. δολαρίων (όσο δηλαδή το TARP των Μπους-Ομπάμα για τη διάσωση των αμερικανικών τραπεζών το 2007-2008) που αποσκοπεί στη δημιουργία θέσεων εργασίας σε όλους τους κλάδους της αμερικανικής βιομηχανίας και στις επιχειρήσεις νέας τεχνολογίας (ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τηλεπικοινωνιακά δίκτυα Πέμπτης Γενιάς /5G).
Ο Μπάιντεν κατηγόρησε τον Τραμπ ότι το δικό του America First έδωσε βάση στις χρηματαγορές, τον Dow Jones και τον NASDAQ, αδιαφορώντας για τις ανάγκες των αμερικανικών νοικοκυριών. Στη θεωρία ομολογουμένως παίρνει άριστα, όπως το ΠΑΣΟΚ του 1984.
Από την έντυπη έκδοση