Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Καθώς βγαίνουμε από τη φάση «μένουμε σπίτι», συνειδητοποιούμε ότι επρόκειτο μάλλον για την πιο εύκολη στιγμή αυτής της απίθανης περιπέτειας: τα οικονομικά των περισσοτέρων δεν είχαν προλάβει να χειροτερέψουν – και, τέλος πάντων, στο σπίτι ήμασταν, δεν σπάγαμε πέτρες κάτω από τον καυτό ήλιο.
Τώρα, όμως, αρχίζουν τα δύσκολα: το άνοιγμα των καταστημάτων θα είναι η πρώτη δοκιμασία – μιας και για πολλούς επιχειρηματίες αυτή η διαδικασία δεν θα ξεκινήσει ποτέ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ίδιους, αλλά και για τους εργαζομένους που απασχολούν. Αλλά και η πραγματοποίηση της επανεκκίνησης, εφόσον συμβεί, δεν θα σημαίνει υποχρεωτικά την επιστροφή της κανονικότητας, αφού η αβεβαιότητα δεν είναι ο καλύτερος σύμβουλος της κατανάλωσης.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Είναι αλήθεια πως μέσα στο διάστημα της καραντίνας οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι στην ελληνική κοινωνία αναπτύχθηκε ένα αίσθημα ικανοποίησης -έως και υπερηφάνειας- λόγω των πολύ καλών επιδόσεων της χώρας στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Μάλιστα, η Ελλάδα -που από τους ξένους οίκους θεωρείται μεσοπρόθεσμα ως ένα από τα μεγάλα θύματα της επιδημίας, λόγω της μεγάλης εξάρτησης από τον τουρισμό- εμφανίζει έναν από τους καλύτερους δείκτες οικονομικής εμπιστοσύνης σε ολόκληρη την Ευρώπη!
Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι οι Ελληνες είναι έτοιμοι να καταναλώνουν σαν να μην υπάρχει αύριο, ώστε να σωθούν θέσεις εργασίας; Σε λίγες ημέρες θα το γνωρίζουμε – αλλά οι προοπτικές δεν είναι θετικές. Καθώς οι μέρες περνούν, αρχίζει η συνειδητοποίηση ότι η οικονομική ζημιά θα είναι πολύ μεγάλη – παρότι η γενική εκτίμηση είναι πως δεν θα πρόκειται για μια επανάληψη των μνημονιακών χρόνων, αλλά για μια βαθιά ύφεση, η οποία όμως θα είναι σχετικά σύντομης διάρκειας. Και σε μια τέτοια συγκυρία η τάση είναι η αποταμίευση ακόμα και από εκείνους που δεν αντιμετωπίζουν οικονομικό πρόβλημα. Ομως, αυτή είναι η συνταγή για να φτάσει το πρόβλημα παντού – σαν την πανδημία…
*Ο Στέφανος Τζανάκης είναι διευθυντής έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση