Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Δεν είναι τόσο η αύξηση των κρουσμάτων με ρυθμό 15% την ημέρα (2.500 στην αρχή της εβδομάδας και πάνω από 25.000 συνολικά, με περισσότερους από 200 νεκρούς στην επικράτεια, τα δύο τρίτα στη Μόσχα) ούτε οι 140.000 (!) ύποπτοι ασθενείς στο μικροσκόπιο των υγειονομικών αρχών, όπως παραδέχθηκε η αναπληρώτρια πρωθυπουργός, Τατιάνα Γκολίκοβα.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Ο ίδιος ο πρόεδρος της Ρωσίας (σε αυτοαπομόνωση από τότε που έκανε χειραψία με έναν γιατρό θετικό στον ιό) κάλεσε προ ημερών τους συμπολίτες του να προετοιμάζονται για τα χειρότερα. Στο απευκταίο σενάριο η ρωσική κυβέρνηση προβλέπει ύφεση 10%, σε μια οικονομία που έχει ήδη χάσει 50 δισ. δολάρια από τις κυρώσεις λόγω Ουκρανίας.
Ο Πούτιν κατέθεσε αίτημα άρσης τους στον ΟΗΕ, αλλά έπεσε σε αμερικανικό τείχος. Ετσι, ο υπουργός Οικονομικών, Αντόν Σιλουάνοφ, κάλεσε ευθαρσώς τους Ρώσους να αποχαιρετήσουν διά παντός τις «ευτυχισμένες μέρες» της προηγούμενης δεκαετίας, όταν τα πετρελαϊκά έσοδα έρρεαν άφθονα στα ταμεία. Η πρόσφατη συμφωνία με τους Σαουδάραβες ήταν θετική, αλλά όχι αρκετή για να ανεβάσει τις τιμές σε τέτοιο διεθνές περιβάλλον.
Προτεραιότητα, πλέον, του Πούτιν είναι να αυξήσει από 40.000 σε 95.000 τις ΜΕΘ στη Ρωσία, να επιστρατεύσει στρατιωτικούς γιατρούς και φοιτητές στη μάχη και τελικά να συγκρατήσει σε λογικά πλαίσια τη δυσαρέσκεια των Ρώσων για την αναπόφευκτη αύξηση της ανεργίας, σε μια οικονομία όπου οι μισθοί πέφτουν σταθερά μετά την ουκρανική κρίση. Ενα κομμάτι από το… μάρμαρο οπωσδήποτε θα πληρώσει και ο Ασαντ, καθώς η Ρωσία δεν έχει άλλα περιθώρια επέκτασης στη Μέση Ανατολή και μάλλον θα περιοριστεί σε συντήρηση των κεκτημένων.
Από την έντυπη έκδοση