Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Το καταγγελτικό ύφος της συριζαϊκής προπαγάνδας με αφήνει παντελώς αδιάφορη. Εχω γράψει τόσα εγκώμια για τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό του Ευαγγελισμού, από το 1994, του ΝΙΜΙΤΣ, από το 1999, του Κωνσταντοπούλειου (Αγία Ολγα), από το 2015, ώστε μπορώ σήμερα να ξαναγράψω: Οι ιδιωτικές κλινικές προφέρουν καλή ξενοδοχειακή υποδομή, που δεν λέω ότι δεν είναι σημαντικό. Αλλά επέλεγα πάντα για τα σοβαρά προβλήματα της υγείας μου τα δημόσια νοσοκομεία.
Είναι, πράγματι, στα συν των ιδιωτικών κλινικών ότι γίνονται τάχιστα οι εξετάσεις, ότι δεν περιμένει ο ασθενής μια βδομάδα για μία αξονική, ότι βρίσκει αμέσως κρεβάτι για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημά του, αρκεί, φυσικά, να διαθέτει ιδιωτική ασφάλεια ή λογαριασμό στην τράπεζα. Ικανοί γιατροί εργάζονται και στις ιδιωτικές κλινικές εκ των οποίων οι περισσότεροι προέρχονται από το δημόσιο σύστημα υγείας. Εφυγαν επειδή ο μισθός δεν τους ικανοποιούσε.
Η αλήθεια; Οταν κάτι «στραβώσει» στην ιδιωτική κλινική –που ποτέ και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει- η δύσκολη περίπτωση μεταφέρεται στο δημόσιο νοσοκομείο που ναι μεν στερεί σε ξενοδοχειακή υποδομή, όμως προσφέρει ολιστική αντιμετώπιση στον ασθενή στην κρίσιμη ώρα και φεύγοντας δεν υπάρχει ανάγκη να αφήσει στο ταμείο το… ρολόι του.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Ανάμεσα στη δημόσια και στην ιδιωτική περίθαλψη υπάρχει η μέση οδός: Η δημόσια περίθαλψη μπορεί να ακολουθήσει τις καλές πρακτικές της ιδιωτικής. Π.χ. βελτίωση της υποδομής, είτε ξενοδοχειακής είτε μηχανικής, λιγότερες μέρες νοσηλείας, επεμβάσεις χωρίς λίστα τρίμηνη.
Ολοι βλέπουμε ότι από τη στιγμή που ο κορονοϊός απειλεί τη ζωή μας, η ιδιωτική περίθαλψη πέρασε σε δεύτερο πλάνο. Οχι πως δεν είναι σημαντικά υποβοηθητική. Ωστόσο, δεν αντέχει να ανταποκριθεί στη μαζική επέλαση, στη σοβαρότητα των καταστάσεων και στο πλήθος των νοσούντων. Το βάρος του κορονοϊού σηκώνουν τα δημόσια νοσοκομεία και το σύνολο του προσωπικού τους που δίνει τη μάχη.
Φορείς, ιδρύματα, ενώσεις, ιδιώτες στηρίζουν μαζικά την παροχή της δημόσιας περίθαλψης, επειδή προσβλέπουν ότι η επόμενη μέρα θα είναι μια άλλη για τη δημόσια περίθαλψη. Οταν ο κορονοϊός αποχωρήσει, είναι η ώρα να εκσυγχρονιστεί το ΕΣΥ που, αν και αναφέρεται στη δεκαετία του ´80, ανακαλώντας τον Γιώργο Γεννηματά, αποδείχθηκε ισχυρό ανάχωμα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μετά την μπόρα, οφείλει να κτίσει το νέο, σύγχρονο δημόσιο σύστημα Υγείας και για την επόμενη πανδημία, που μπορεί να μη λέγεται κορονοϊός αλλά πρέπει να μας βρει ετοιμοπόλεμους.
Γι’ αυτή την πανδημία συμφωνούμε όλοι: Σταθήκαμε τυχεροί που αναθέσαμε την κυβέρνηση στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αποδείχθηκε άμεσος, αποφασιστικός και αποτελεσματικός. Οχι στου κασίδη το κεφάλι για να μαθαίνει… ο Τσίπρας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου