Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Το ότι δεν βρήκαν κάτι το αξιοποιήσιμο δεν έχει προφανώς καμία σημασία τώρα πια – άλλωστε, η υπόθεση μπήκε στο αρχείο, αφού δεν βρέθηκε ποτέ το παραμικρό στοιχείο που να επιβεβαιώνει τις απίστευτες καταγγελίες των «ανωνύμων» μαρτύρων. Αυτό που έχει σημασία είναι η διαδικασία που ακολουθήθηκε – η οποία θυμίζει άλλες εποχές.
Αν αληθεύουν οι συγκεκριμένες δηλώσεις, οι δικαστικές αρχές επικοινώνησαν με το ζεύγος Σαμαρά – που βρισκόταν στο εξωτερικό. Ζήτησαν άδεια για το άνοιγμα των θυρίδων – και τους δηλώθηκε ότι με την επόμενη πτήση θα ήταν άπαντες στη διάθεση της Δικαιοσύνης. Ωστόσο -αν είναι αληθή όλα αυτά- οι Αρχές επέλεξαν να ανοίξουν τις θυρίδες χωρίς την παρουσία του κ. Σαμαρά.
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Τι φοβήθηκαν οι εισαγγελείς και επέσπευσαν το άνοιγμα των θυρίδων; Μήπως ο πρώην πρωθυπουργός θα έσπευδε να καλύψει ενοχοποιητικά στοιχεία; Και δεν φοβήθηκαν ότι αν έβρισκαν κάτι εν τη απουσία του θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για παραποίηση στοιχείων;
Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη διαδικασία έχει στοιχεία προσωπικής βεντέτας από την πλευρά της Δικαιοσύνης – και δεν συνέβαλε στην αξιοπιστία της έρευνας. Αλλωστε, οι εισαγγελείς θα όφειλαν να είναι πιο προσεκτικοί, από τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός είχε καταθέσει μηνύσεις σε όλους τους πρωταγωνιστές της υπόθεσης.
Ωστόσο, το ζήτημα πια δεν έχει να κάνει μόνον με τις διαδικαστικές χοντράδες της έρευνας, αλλά και με την ουσία. Για παράδειγμα, οι ίδιες οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων, από την ανάγνωση των οποίων προκύπτει ότι το ανακριτικό ενδιαφέρον είχε να κάνει κυρίως με την αναφορά των ονομάτων των πολιτικών προσώπων, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια να αποσπαστούν πρόσθετες πληροφορίες που θα μπορούσαν είτε να διασταυρώσουν είτε να ακυρώσουν τις κατηγορίες. Η ανάσυρση των μηνύσεων που είχαν καταθέσει οι εμπλεκόμενοι δίνει την ευκαιρία στη Δικαιοσύνη να εξετάσει σε βάθος τα του οίκου της.
Από την έντυπη έκδοση
*Ο Στέφανος Τζανάκης είναι διευθυντής έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου