Γράφει ο Πάνος Αμυράς
Για το λόγο αυτό στους μπλε φακέλους που παρέδωσε στους υπουργούς του δεν έθεσε στόχους για τις πρώτες 30 ή 100 ημέρες (όπως συνηθιζόταν στο παρελθόν) αλλά εξαμήνου. Η γραφειοκρατία και τα εμπόδια δεν μπορούν να ξεπεραστούν σε μία εβδομάδα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει χρόνος για χάσιμο.
Για παράδειγμα, οι υπουργικές αποφάσεις για το Ελληνικό δεν μπορούν να υπογραφούν μέσα σε λίγες ημέρες, θα απαιτηθεί νομοσχέδιο, όπως διαπίστωσε ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης. Επιτυχία του υπουργού θα είναι εάν μέχρι τον Δεκέμβριο ξεκινήσουν οι μπουλντόζες για την έναρξη της επένδυσης που θα δημιουργήσει 60.000 θέσεις εργασίας.
Το ίδιο περίπλοκη αποδείχθηκε η λειτουργία του αριθμού εκτάκτου ανάγκης 112. Δυστυχώς, μεσολάβησε η φονική καταιγίδα της Χαλκιδικής για να διαπιστώσει η κυβέρνηση ότι το σύστημα δεν λειτουργεί, παρά τις ρητές δεσμεύσεις των προηγούμενων. Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης καλείται να θέσει σε πλήρη εφαρμογή το σύστημα μέχρι το τέλος του έτους, και τότε θα κριθεί η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του υπουργείου.
Στη ΔΕΗ ο υπουργός Περιβάλλοντος βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα χάος, οι ζημίες της Επιχείρησης είναι τεράστιες, ενώ δεν υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον για την αγορά των λιγνιτικών μονάδων. Για την εξυγίανση της ΔΕΗ θα απαιτηθεί χρόνος, αρκεί να υπάρχει σχέδιο που θα εφαρμοσθεί πιστά από την πρώτη ημέρα.
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Είναι αλήθεια πως οι προσδοκίες των πολιτών για τη νέα κυβέρνηση είναι μεγάλες, κι αυτό εξυπηρετεί τον κ. Μητσοτάκη, που θέλει στο πρώτο εξάμηνο να έχει θέσει τις βάσεις για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις σε οικονομία, Παιδεία, Υγεία και Δημόσιο. Την επόμενη εβδομάδα στις προγραμματικές του δηλώσεις θα θέσει το πλαίσιο δράσης για όλη την τετραετία, όμως το στίγμα θα δοθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Τότε πρέπει να φανούν τα πρώτα σημάδια για την ανάκαμψη της οικονομίας, την υλοποίηση επενδύσεων και -γιατί όχι- την περίφημη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του Δημοσίου. Η κυβέρνηση οφείλει να κινηθεί γρήγορα αλλά όχι βιαστικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η διαπλοκή
Η κυβέρνηση Τσίπρα προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να χειραγωγήσει τα μέσα ενημέρωσης και να χτίσει σχέσεις με νυν ή και επίδοξους καναλάρχες. Επικαλούμενη μια μελέτη του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας, που εκπονήθηκε από «φίλιες δυνάμεις», έκλεισε την τηλεοπτική αγορά αποφασίζοντας τη χορήγηση μόλις τεσσάρων αδειών, κατά παράβαση του Συντάγματος, όπως αποδείχθηκε αργότερα με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Για τις ανάγκες της κυβερνητικής προπαγάνδας εμφανίσθηκε ως επίδοξος καναλάρχης ο «χειροκροτητής» των συγκεντρώσεων του Νίκου Παππά, Ιωάννης Καλογρίτσας, ο οποίος εξασφάλιζε δάνεια από την Attica Bank και κέρδιζε τις εργολαβίες του Σπίρτζη για τον αυτοκινητόδρομο Πατρών-Πύργου, που παραμένουν ακόμη στα χαρτιά.
Ο Καλογρίτσας κέρδισε τη μία άδεια με ενέχυρο κάτι δανεικά βοσκοτόπια, αλλά, υπό το βάρος των αποκαλύψεων, την παρέδωσε στον επόμενο υπερθεματιστή. Η είδηση για τη δικαστική διερεύνηση του ρόλου του τότε γενικού γραμματέα Ενημέρωσης Λευτέρη Κρέτσου μάλλον αναμενόμενη, καθώς υπήρχαν σοβαρές αντιδράσεις για το πώς ο Καλογρίτσας με τα βοσκοτόπια κατάφερε να πείσει τα μέλη της επιτροπής για την οικονομική του ευχέρεια. Χθες ο ΣΥΡΙΖΑ απέδωσε τα δημοσιεύματα για τον Κρέτσο σε επίθεση επιχειρηματικών συμφερόντων γιατί επί Τσίπρα το Δημόσιο κέρδισε 250 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό που δεν λέει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι επί των ημερών του ο φόρος για τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις μειώθηκε στο 10%, με αποτέλεσμα το κόστος της τηλεοπτικής άδειας να χρηματοδοτείται από τη φορολογική ελάφρυνση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πολέμησε ποτέ τη διαπλοκή, προσπάθησε να φτιάξει τα δικά του «σχήματα» και μάλιστα με διαδικασίες που διερευνώνται δικαστικώς…
Από την έντυπη έκδοση
Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου