Παρά το ότι δεν διατυπώνονται συγκεκριμένες ενστάσεις για το δημοσιονομικό κενό, είναι σαφές πως την κυβέρνηση Τσίπρα δεν την απασχολεί τίποτα, παρά μόνο να περιορίσει την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία.
Της είναι δε αδιάφορο εάν αυτό γίνεται καίγοντας τα σπαρτά της οικονομίας με υποσχέσεις, παροχές και ρουσφέτια, για τα οποία μάλιστα δημιουργούνται δημοσίως καβγάδες μεταξύ υπουργών και βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, ευτελίζοντας το Κοινοβούλιο και υπονομεύοντας την οικονομία.
Χρειάζεται, ως εκ τούτου, αλλαγή πολιτικής. Είναι προφανές ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί αν δεν φύγει αυτή η κυβέρνηση και δεν έλθει μια νέα η οποία θα εφαρμόσει ένα πρόγραμμα μείωσης της φορολογίας, προσέλκυσης επενδύσεων, μεταρρύθμισης της Δημόσιας Διοίκησης και δραστικού περιορισμού της κρατικής σπατάλης.
Η ανευθυνότητα της διακυβέρνησης Τσίπρα, η οποία κόστισε πάνω από 100 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία με την καταστροφική διαπραγμάτευση που έγινε στην έναρξη της τετραετίας και τις αποτυχημένες πολιτικές που εφαρμόστηκαν, ολοκληρώνεται τώρα και στο τέλος της.
Ωστόσο, η απάντηση στον κ. Τσίπρα και στον ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να δοθεί στις κάλπες. Γιατί μόνο με μια επενδυτική επανεκκίνηση και αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας θα αντιμετωπιστούν οι προειδοποιήσεις της Κομισιόν.
Με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ χάσαμε όλους τους αναπτυξιακούς στόχους και κάθε μονάδα απώλειας την πληρώναμε με βαριά μέτρα. Τώρα θα πρέπει να συμβεί το αντίθετο. Να μειωθούν οι φόροι, όπως σημειώνει ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ώστε και τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις να ελαφρυνθούν, αλλά και η ελληνική οικονομία να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου