Γράφει ο Γιώργος Κουμπαράκης
Αναμονής από πλευράς επενδυτικού κόσμου για το πότε θα διενεργηθούν εκλογές και τη σημερινή κατάσταση θα διαδεχθεί ένα κόμμα φιλικό προς τις επενδύσεις με πολιτική βούληση να διευκολύνει τις διαδικασίες αδειοδότησης των επενδύσεων και να άρει τις στρεβλώσεις που αποθαρρύνουν κάθε υποψήφιο που μπορεί να θέλει να επενδύσει τα χρήματά του στη χώρα μας.
Αναμονής από την πλευρά των ελληνικών επιχειρήσεων που προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα εντελώς εχθρικό και αφιλόξενο ως προς αυτές περιβάλλον, που ταυτίζει τον επιχειρηματία που καταφέρνει να μείνει στη χώρα και να επιβιώσει με τη λαμογιά. Των επιχειρήσεων που ελπίζουν σε μια καλύτερη μέρα με ευνοϊκότερη φορολογία για αυτές και τονωτικές ενέσεις με σκοπό να δούνε κάποια στιγμή την καθημερινότητά τους να βελτιώνεται και τα κέρδη τους να αυξάνονται και να ξεφύγουν από την κατάσταση του «απλά τα βγάζω πέρα».
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Αναμονής από την πλευρά των ανέργων -και δη των νέων πτυχιούχων ανέργων- οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι καθημερινά με περιπτώσεις προσφοράς περιστασιακής απασχόλησης έναντι ελάχιστης αμοιβής, βλέποντας τα όνειρά τους να γκρεμίζονται σε μια χώρα που δεν είναι ικανή να τους προσφέρει ούτε το ελάχιστο δικαίωμα στην εργασία. Μια εργασία στην οποία μπορούν να αφοσιωθούν και να εξελιχθούν και όχι μια εργασία η οποία θα τους δώσει ένα χαρτζιλίκι και σε κάνα δυο μήνες θα τους επανατοποθετήσει στην αγκαλιά της ανεργίας
Αναμονής από την πλευρά των ελληνικών νοικοκυριών, τα οποία βλέπουν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται και τα λειτουργικά έξοδα για τη συντήρησή τους να αυξάνονται δυσανάλογα, σε σημείο τις περισσότερες φορές να μην καταφέρνουν να καλύπτουν ούτε τα στοιχειώδη έξοδα για νερό και ρεύμα.
Ολο αυτό το περιβάλλον αναμονής διαμορφώνει μια στασιμότητα σε επίπεδο ελληνικής οικονομίας. Μια στασιμότητα η οποία μετά από μια «έξοδο από τα Μνημόνια» δεν θα έπρεπε να υπήρχε. Οταν όμως η «έξοδος» βρήκε την ελληνική οικονομία με βασικές δομικές ελλείψεις και με ένα δημόσιο και ιδιωτικό χρέος στα ύψη, αλλά και με σημαντικές ευκαιρίες να έχουν χαθεί όλο το προηγούμενο διάστημα όπως η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) και η μη αξιοποίηση της διεθνούς συγκυρίας χαμηλών επιτοκίων και υψηλής ζήτησης και πολλές άλλες, πώς να μην βρισκόμαστε αιχμάλωτοι της στασιμότητας.
Ο χρόνος όμως κυλάει και αργά ή γρήγορα η ώρα της αναμονής θα τελειώσει και εκείνη τη στιγμή όλοι μας θα κληθούμε να αποφασίσουμε για το ένα, αυτό που πραγματικά θέλουμε είναι μια ανανέωση της στασιμότητας ή μια στροφή της οικονομικής πολιτικής και της ίδιας της χώρας σε μια μακρά περίοδο σταθερότητας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου