Γράφει ο Θεόδωρος Φέσσας – Πρόεδρος ΣΕΒ
Οι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί, η επαναχάραξη των διεθνών εμπορικών συνόρων, ως απόρροια των μετατοπίσεων των κέντρων ισχύος, η μετανάστευση και η αυξημένη ανισότητα τρέφουν το φάντασμα του λαϊκισμού, που πλέον πλανάται πάνω από την Ευρώπη και την απειλεί. Στο περιβάλλον που διαμορφώνεται και παρά τις δυσλειτουργίες και τα προβλήματα, μια Ευρώπη ενωμένη και ανταγωνιστική παραμένει περισσότερο από ποτέ η κοινή μας μοίρα.
Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι στη χώρα μας έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου, που σταδιακά εκσυγχρονίζουν την ελληνική οικονομία και την κάνουν πιο ανταγωνιστική. Η οικονομία ανακάμπτει, με κινητήριο μοχλό τις εξαγωγές και τις επενδύσεις, και όλο και περισσότερο την ιδιωτική κατανάλωση, καθώς η απασχόληση και οι μισθοί έχουν αρχίσει να αυξάνονται. Η χώρα έχει πλέον πλεονάσματα στον προϋπολογισμό σε μακροπρόθεσμη βάση, έχει αποκτήσει έναν αποτελεσματικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό, υλοποιεί ένα μεγάλο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και μεταρρυθμίσεων, ενώ έχει κάνει σημαντικά βήματα και στην υιοθέτηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Η Αράχωβα μας έδειξε τον δρόμο: Τι πρέπει να μάθουμε για τις χειμερινές μετακινήσεις
Από την άλλη πλευρά, είναι μια χώρα υπερφορολογημένη, με υψηλό μη μισθολογικό κόστος και μη ανταποδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Μια χώρα με στρεβλώσεις στις αγορές εργασίας, χρήματος και ενέργειας που αυξάνουν το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων. Χωρίς ουσιαστική πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση, λόγω υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που δεν μειώνονται γρήγορα. Μια χώρα χαμηλής παραγωγικότητας με το εργατικό δυναμικό εγκλωβισμένο σε κλάδους χαμηλής προστιθέμενης αξίας και τεχνολογικής έντασης που γερνάει χωρίς να καινοτομεί και να προετοιμάζεται για τις μεγάλες προκλήσεις στον κόσμο της εργασίας και της παραγωγής που φέρνει η ψηφιακή οικονομία. Και με ένα τεράστιο κράτος που απομυζά την ικμάδα της νόμιμης παραγωγικής ιδιωτικής οικονομίας και κρατά τις επιχειρήσεις μικρές και μη ανταγωνιστικές.
Εν κατακλείδι, εάν θέλουμε να αποδείξουμε ότι έχουμε γίνει σοφότεροι μέσα από την οδυνηρή εμπειρία της προσαρμογής, οφείλουμε να θέσουμε ως πρώτη προτεραιότητα την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος και την παραγωγική μεγέθυνση της οικονομίας.
Την αλλαγή, δηλαδή, από μια οικονομία της κατανάλωσης και των εισαγωγών σε μια οικονομία της παραγωγής και των εξαγωγών, αλλάζοντας κατάλληλα το μίγμα πολιτικής. Μόνο έτσι θα πετύχουμε μια πραγματική και σε βάθος αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, των επενδύσεων και των θέσεων απασχόλησης και μόνο έτσι θα προετοιμαστούμε καλύτερα για την επερχόμενη αλλαγή εποχής, που καλούμαστε να διαχειριστούμε.
Από το ειδικό ένθετο Οικονομία που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]