Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Ιδεώδης η συγκυρία, καθώς την 1η Ιουνίου συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από το ξεκίνημα των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου στην Αυστρία, που συμφωνήθηκε να συνεχιστούν ως το 2040!
Η ουδετερότητα της Αυστρίας τη μετέτρεψε σε ιδανική γέφυρα Ρωσίας-Δύσης – ειδικά σε περιόδους κρίσεων. Διόλου παράξενο, λοιπόν, που από τη Βιέννη ο Πούτιν έτεινε χείρα φιλίας στην Ευρώπη, διαβεβαιώνοντας ότι δεν επιδιώκει την αποσταθεροποίησή της (σ.σ.: με τη θρυλούμενη στήριξη στο Brexit και ευρωσκεπτικιστές πολιτικούς, όπως η Λεπέν και ο Σαλβίνι), επειδή «η ανασφάλεια θα άγγιζε τη Μόσχα».
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Να σημειωθεί ότι η Οstpolitik της Αυστρίας δεν είναι προνόμιο της Ακροδεξιάς, αλλά εθνική γραμμή. Καλωσορίζοντας, π.χ., τον Πούτιν, ο Πράσινος Αυστριακός πρόεδρος Αλεξάντερ Φαν ντερ Μπέλεν δήλωσε ότι δεν κατανοεί τον όρο «σχέσεις Ευρώπης-Ρωσίας, αφού η Ρωσία ανήκει στην Ευρώπη και λύσεις χωρίς αυτήν δεν νοούνται».
Προς το παρόν η Ανγκελα Μέρκελ απέρριψε την επανασύνδεση της Ρωσίας με τους G7. Η Βιέννη μπορεί να αρνηθεί τη συμμετοχή της στις κυρώσεις για την υπόθεση Σκριπάλ, αλλά δεν έχει τη δύναμη να πιέσει για περισσότερα. Αρκεί και μόνο το γεγονός ότι ο κεντροαριστερός Αυστριακός πρόεδρος «αυθαδίασε» στις ΗΠΑ, δηλώνοντας ότι «το ρωσικό αέριο είναι δύο με τρεις φορές φθηνότερο από το αμερικανικό, γι’ αυτό και το επιλέγουμε».
Η ρωσική οικονομική εφημερίδα «RBK» αποκάλυψε ότι στο περιθώριο της επίσκεψης Πούτιν συζητήθηκε το ενδεχόμενο να φιλοξενηθεί στη Βιέννη μια μελλοντική συνάντησή του με τον Τραμπ. Υποψήφια είναι πλέον και η Ρώμη, μετά το φιλορωσικό άνοιγμα του νέου πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε, που «τσουρούφλισε» τους νατοϊκούς.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]