Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
«ΔΕΝ ΨΑΧΝΟΥΜΕ απολίτικους, ο κ. Κουτεντάκης είναι νέος, έμπειρος και έχει άποψη. Δεν είναι ουδέτερος και αυτό μας αρέσει», είπε ο Πρόεδρος της Βουλής για να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις που προκάλεσε η κομματική επιλογή Κουτεντάκη. Ετσι ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει επικεφαλής μιας (ημι)ανεξάρτητης αρχής. Χρειάζεται λοιπόν συγκεκριμένη άποψη για να βάλει κάτω τους αριθμούς. Και συγκεκριμένα «για να παρακολουθεί την εκτέλεση του προϋπολογισμού και να υποβάλλει τριμηνιαίες και ετήσιες εκθέσεις για την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων, οι οποίοι τίθενται στα Μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά Πλαίσια Στρατηγικής». Δεν το λέμε εμείς, το γράφει ξεκάθαρα το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του ΓΠΒ. Χωρίς την άποψη βεβαίως. Αυτό είναι προσθήκη του προέδρου.
ΑΣ ΠΑΡΟΥΜΕ λοιπόν μια ιδέα από τις απόψεις του Φραγκίσκου Κουτεντάκη, οι οποίες προφανώς θα αντικατοπτρίζονται και στην ακαδημαϊκή εργασία του στο ΓΠΒ. «Είναι συγκινητικό όταν οι Ελληνες δεξιοί ανακαλύπτουν τη λιτότητα, τη διαπλοκή, την ανεργία και την επισφαλή εργασία». «Το άρθρο του πρωθυπουργού για το ΠΑΣΟΚ είναι μια καλή πολιτική ανάλυση που στη συγκεκριμένη συγκυρία είναι ακόμα καλύτερη». «Αφού απέτυχαν πανηγυρικά όλες οι κεντροαριστερές απόπειρες είπαν να νεκραναστήσουν και την ορίτζιναλ εκδοχή Σημίτη. Απελπισία». «Αν η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής (σ.σ.: που υπέγραφε ο Παν. Λιαργκόβας) είχε λιγότερα θαυμαστικά και περισσότερα στοιχεία, ίσως να κέρδιζε κάτι σε αξιοπιστία».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο ΜΕΧΡΙ πρότινος γ.γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών Φραγκίσκος Κουτεντάκης ανήκει στη γενιά των 30άρηδων του ΣΥΡΙΖΑ που αναδείχθηκαν από τον Αλέξη Τσίπρα. Οικονομολόγος με καλές σπουδές, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, ΑΕΚτζής και φαν της ροκ μουσικής, έχει διατελέσει σύμβουλος του Αλέξη Τσίπρα, είχε ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση του οικονομικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ και αρθρογραφεί συχνά – πυκνά για οικονομικά και πολιτικά θέματα. Το κυριότερο, όμως, στο βιογραφικό του, κατά την ταπεινή μας άποψη, είναι ότι έχει συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς στη «μοιραία» βαρουφάκεια εποχή.
Η ΕΚΤΙΜΗΣΗ που τρέφει για το ΔΝΤ είναι γνωστή, κατά καιρούς μάλιστα, εκτός από τις φραστικές επιθέσεις για τις ιδεολογικές εμμονές που καταλογίζει στους τεχνοκράτες του Ταμείου, την αποδίδει και με ποδοσφαιρική σημειολογία: ΓΛΚ-ΔΝΤ: 2-0. Ομως, το θέμα σήμερα, τρία χρόνια μετά το καλοκαίρι του ’15, είναι αν αποδέχεται ότι εκείνη η τακτική αποδείχθηκε καταστροφική για τη χώρα ή όχι. Σύμφωνα με την αρθρογραφία του, το δεύτερο. «Με καμία οικονομική έννοια αυτή η επίπτωση δεν είναι κόστος, δηλαδή καθαρή απώλεια», έγραφε στην Καθημερινή (17/07/2016) για το κόστος και το όφελος της διαπραγμάτευσης. «Είναι το αποτέλεσμα της αναδιαπραγμάτευσης των “πολιτικών” μεταβλητών που ελάφρυναν την ταχύτητα και το ύψος της δημοσιονομικής προσαρμογής. Και αυτό το όφελος σίγουρα άξιζε το όποιο κόστος».
ΑΥΤΟ ΤΟ «όποιο κόστος», που ακούγεται αρκετά επαναστατικό, φαίνεται πως το συμμερίζεται ακόμα. Στην πρόσφατη τοποθέτησή του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ήταν ξεκάθαρος: «Θέλεις να έχεις μια φτηνή χρηματοδότηση και να αναλάβεις μια σειρά αυστηρών πολιτικών δεσμεύσεων; Ή θέλεις να απελευθερωθείς από τις πολιτικές δεσμεύσεις κι αυτό ενδεχομένως να κοστίσει σε περισσότερες αποπληρωμές; Εγώ θα επέλεγα το δεύτερο». Προφανώς με κόστος που θα το πληρώσουν οι πολίτες.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ, ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης καλείται τώρα να κρίνει τον προϋπολογισμό που ως γ.γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής έχει συνδιαμορφώσει. Η μεγαλύτερη λοιπόν πρόκληση που έχει μπροστά του είναι να ξεπεράσει τον κομματικό εαυτό του, ώστε οι εκθέσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής να έχουν λιγότερα θαυμαστικά και περισσότερα στοιχεία. Ετσι, για την αξιοπιστία.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]