Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Σχηματίζεται η αίσθηση ότι, η Κυβέρνηση και ο κ. Τσίπρας έπεσαν θύματα της υπερτίμησης της επικοινωνιακής τους ικανότητας και της εγωκεντρικής αντιλήψεως περί αυθεντίας, στην οποία είναι επιρρεπής ο σημερινός Υπουργός Εξωτερικών.
Πρέπει να αντιληφθούν ότι το ζήτημα αυτό δεν είναι ιδίας βαρύτητας και επιπτώσεων με την πρόσκληση ενός ξένου ηγέτη στην Ελλάδα, έστω και αν αυτός είναι ο Τούρκος Πρόεδρος. Δηλαδή, κάποιοι, ενδεχομένως στα κυβερνητικά γραφεία θεώρησαν ότι αφού διαχειρίστηκαν την επίσκεψη Erdogan με οριακά αποδεκτό βαθμό, θα μπορούσαν να ανοίξουν και το προαναφερόμενο ζήτημα.
Δεν υπελόγισαν όμως και αυτοπαγιδεύτηκαν στην ίδια αλλοφροσύνη πατριδοκαπηλείας και «πατριωτικών» δεκάρικων, όπως εκείνοι, τότε, που κατέλυαν τον Παγκόσμιο καπιταλισμό και κατήγγειλαν τους «γερμανοτσολιάδες» στην πλατεία Συντάγματος. Οδήγησαν τους ίδιους τους φίλους και ψηφοφοφόρους τους σε αλλεπάλληλες ήττες, μετέτρεψαν τα τσάμικα του Συντάγματος (μετά το δημοψήφισμα), σε χορό του Ζαλόγγου και οι ζουρνάδες και τα νταούλια απέμειναν να βαράνε οι πιστωτές μας και αυτοί να καταπίνουν αμάσητα μνημόνια, προαπαιτούμενα μέτρα και βεβαίως, η Ευρώπη άλλαξε, αλλά σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που προσδοκούσαν.
Αυτό, έτσι κι αλλιώς δεν γινόταν διαφορετικά. Στο ζήτημα της ονομασίας όμως της γειτονικής FYROM, διακυβεύονται πολύ πιο σημαντικά πράγματα και η κυβέρνηση δείχνει να τα αγνοεί πλήρως, πέφτοντας συνεχώς σε ατοπήματα και αστοχίες.
Κατ’ αρχάς, άστοχα, σήκωσε το θέμα τόσο ψηλά, ειδικά όταν οι δύο εταίροι στην εξουσία –ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ-, δεν είχαν προηγουμένως καταλήξει σε κοινή γραμμή. Ευτυχώς και μέχρι στιγμής, βεβαίως, έχουμε αποφύγει φαινόμενα όπως οι διπλωματικοί μας με επικεφαλής τον Υπουργό Εξωτερικών να συζητούν και να καλλιεργούν κλίμα συνεννοήσεως με την ηγεσία της FYROM και ο κ. Καμένος να περιοδεύει στην μεθοριακή γραμμή περιβεβλημένος με στολή καταδρομέα ή όποια άλλη.
Δεύτερον, συνιστά αλγεινή εικόνα η σπουδή του κ. Τσίπρα να ενημερώνει προ παντός άλλου πολιτικού και Πολιτειακού παράγοντα, τον προκαθήμενο της Ελλαδικής εκκλησίας. Αυτό, μόνον ο Πρόεδρος Ahmadinejat στο μακρυνό Ιράν έπραττε και ίσως με κάποιο μέτρο. Στην Ελλαδική εκκλησία, ο Αρχιεπίσκοπος επέχει θέση Επισκόπου Primus inter pares και όχι διοικητικής εξουσίας, της οποίας οι επιλογές και αποφάσεις δεν αμφισβητούνται. Συνέπεια, η τρώση του κύρους του κ.κ. Ιερωνύμου, ενός μετριοπαθούς και πραγματικά πολύτιμου πνευματικού ηγέτη, ενώ, εις ουδέν απετράπη η συστράτευση κληρικών και Αρχιερέων στις κινητοποιήσεις της Θεσσαλονίκης, Αιγίου και Αθηνών.
Τι μάθαμε το 2024
Τρίτον, η απέλπιδα προσπάθεια να υποβαθμισθεί η παρουσία του πλήθους στο συλαλλητήριο της Θεσσαλονίκης, απέχει πολύ από κάθε έννοια σοβαρότητος.
Τέταρτον, η καλλιέργεια υπεραισιοδοξίας ήταν παντελώς άτοπη και απολύτως άστοχη κίνηση, μιας και το ζήτημα δεν είναι, μόνον, τι επιδιώκει η Ελλάδα, αλλά και ποια είναι τα περιθώρια ελιγμών και συμβιβαστικών παραχωρήσεων της άλλης πλευράς, εν προκειμένω, της Κυβέρνησης Zaev.
Προφανώς, οι κυβερνητικοί μας αξιωματούχοι θεωρούσαν ότι το πρόβλημα συνίσταται απλώς στην ονοματοδοσία. Δεν υπελόγισαν ότι τα παράγωγα ζητήματα της ονομασίας, δηλαδή, η ονομασία της γλώσσας, το brand name των προϊόντων τα οποία θα εξάγονται (αυτό που λέμε made in…), η εθνικότητα και οι αιτιάσεις αλυτρωτισμού, απαιτούν και τροποποιήσεις στο Σύνταγμα της FYROM. Κάτι που φαντάζει αδύνατον να επιτευχθεί την στιγμή αυτή, καθώς η Κυβέρνηση Zaev διαθέτει οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στηριζομένη στα κόμματα της Αλβανικής μειονότητας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ενώ, ο κρατικός μηχανισμός είναι ακόμη στελεχωμένος από παράγοντες της προηγουμένης ηγεσίας και ομοϊδεάτες του προηγουμένου Πρωθυπουργού, του κ. Gruevski.
Συνελόντι ειπείν, είναι οι επιπόλαιοι χειρισμοί της Ελληνικής Κυβέρνησης, εκείνοι που οδήγησαν στην μεγάλη συμμετοχή του κόσμου στην Θεσσαλονίκη, ερέθισαν τις ευαισθησίες των Ελλήνων –ίσως και αδίκως- και επέτρεψαν την έξαρση εθνικιστικού ρεύματος, το οποίο αρχίζει να εμφανίζεται εν όψει της προοπτικής επιλύσεως του θέματος.
Ελπίδα είναι η επικράτηση των ψυχράιμων και όχι των ζηλωτών του μεγαλείου του Αλεξάνδρου, οι οποίοι ονειρεύονται να τεθούν επικεφαλής κάποιας νέας Μακεδονικής φάλλαγγας και να επελάσουν εναντίον των εχθρών της «πατρίδος», εντός και εκτός των συνόρων της.
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η πλέον ψύχραιμη και συνεπής με την πραγματικότητα, φωνή είναι εκείνη του Δημάρχου Θεσσαλονίκης. Ατυχώς, η οξυμένη αντιπαράθεση και ο θόρυβος που επικρατεί δεν επιτρέπει να ακουστεί όπως θα έπρεπε.
Πολύ φοβούμαι ότι, για μία εισέτι φορά, ένα Εθνικό μας θέμα, θα γίνει η βάση προκειμένου κάποιοι να κτίσουν πολιτική καριέρα, κάποιοι θα σφετερισθούν την αγωνία και τις ευαισθησίες των πολιτών –οι οποίοι, βεβαίως, προτιμούν να αποτελούν «λαό» και όχι σκεπτόμενους και ενημερωμένους πολίτες- και εν τέλει, για μία ακόμη φορά θα υποστούμε μία διεθνή ήττα και οι μελλοντικές γενιές θα ακούν την διήγηση και θα κλαίνε…
Ας ελπίσουμε πως αυτή την φορά, δεν θα συμβούν τα ίδια…