Τα τεστ αυτού του είδους -που κάποια στιγμή θα χρησιμοποιηθούν και στην Ελλάδα- μπορούν να αποβούν χρήσιμα για να αποκαλύψουν πόσο ποσοστό ενός πληθυσμού έχει νοσήσει με Covid-19 και ποια είναι η πραγματική θνητότητα της νόσου, αν ληφθούν υπόψη τα ήπια και ασυμπτωματικά κρούσματα.
Τα τεστ αντισωμάτων θα μπορούν επίσης να εντοπίσουν ποιοι άνθρωποι έχουν πλέον κάποια ανοσία, ώστε να μπορούν -σχετικά άφοβα- να βγουν από το σπίτι τους και να επιστρέψουν στην εργασία τους, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για το υγειονομικό προσωπικό.
Τα σημερινά τεστ αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR), που χρησιμοποιούνται και στη χώρα μας, ανιχνεύουν σε δείγμα από τη μύτη ή το φάρυγγα την ενεργή λοίμωξη από τον ιό SARS-CoV-2 και όχι αν κάποιος έχει ήδη αρρωστήσει και έχει πια αντισώματα στον οργανισμό του.
Αποκάλυψη: Αυτό το πλάσμα θα κυβερνήσει τη Γη αν πεθάνουν όλοι οι άνθρωποι σύμφωνα με επιστήμονες
Το τεστ που ενέκρινε η FDA μετά από επείγουσα διαδικασία (επιτρέπει την χρήση τεστ προτού πάρει αυτό πλήρη έγκριση, εφόσον δεν υπάρχουν ακόμη εναλλακτικές λύσεις), σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», έχει αναπτυχθεί από την εταιρεία βιοτεχνολογίας Cellex. Βασίζεται σε δείγμα αίματος που αναλύεται σε εξουσιοδοτημένα εργαστήρια και ανιχνεύει αντισώματα IgM (εμφανίζονται πρώτα σε περίπτωση λοίμωξης από ιό) και IgG (εμφανίζονται αργότερα).
Άλλες χώρες όπως η Κίνα και η Σιγκαπούρη ήδη διεξάγουν ελέγχους με τεστ αντισωμάτων, ενώ η Βρετανία σύντομα θα ξεκινήσει και αυτή. Όμως έως τώρα δεν είναι βέβαιη η αξιοπιστία αυτών των τεστ (στο αρχικό στάδιο της λοίμωξης το τεστ μπορεί να βγει ψευδώς αρνητικό), ενώ ερωτηματικό παραμένει κατά πόσο ένας άνθρωπος που έχει αναρρώσει από Covid-19, αποκτά πλήρη ανοσία και για πόσο χρόνο. Η παρουσία αντισωμάτων δεν εγγυάται και την ύπαρξη κανονικής ανοσίας έναντι του κορωνοϊού.
Το νέο τεστ στις ΗΠΑ -όπως και άλλα του είδους του- βγάζουν θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα, αλλά δεν λένε πόσο καλά «δουλεύουν» τα αντισώματα για να αποτρέψουν μια νέα λοίμωξη Covid-19, σύμφωνα με την ιολόγο δρ Άντζελα Ρασμούσεν του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ