Συνέντευξη στον Γιώργο Μιχαηλίδη
Δέκα χρόνια μετά την αποχώρησή του από την κεντρική πολιτική σκηνή, έχοντας υπάρξει ένας από τους μακροβιότερους κυβερνητικούς εκπροσώπους, επιστρέφει ως υποψήφιος στον βόρειο τομέα της Β’ Αθήνας, με την Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη αυτήν την φορά.
Ο πολιτικός χρόνος στην χώρα πύκνωσε, η Ελλάδα έζησε κοσμογονικές αλλαγές την περασμένη δεκαετία και ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος, σχολιάζει στο EleftherosTypos.gr, τι τον έκανε να επιστρέψει στην πολιτική, τι θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ΝΔ την επομένη των εκλογών, αλλά και τις προκλήσεις της σύγχρονης δημοκρατίας σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον με υπερανεπτυγμένα τα άκρα και τον λαϊκισμό.
Προτού περάσουμε στο σήμερα, μία ερώτηση για το παρελθόν. Πρόσφατα ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο είπε πως δεν γνώριζε για τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και ειδικά για το μεγάλο έλλειμμα επί κυβερνήσεως Καραμανλή. Πώς σχολιάζετε την δήλωση αυτή; Κάνατε λάθη ως κυβέρνηση;
Όπως έχω πει και στο παρελθόν οι διαθρωτικές αδυναμίες – με βασική την έλλειψη ανταγωνιστικότητας- της ελληνικής οικονομίας ήταν εμφανείς σε όλους τουλάχιστον από την δεκαετία του 1980.
Σαφώς και σε κάθε κυβερνητική περίοδο γίνονται λάθη και υπάρχουν καθυστερήσεις , δε γίνεται όμως να καταλογίζεται αποκλειστικά σε μια κυβέρνηση 5 ετών ότι δεν μπόρεσε να αναδιαρθρώσει εδραιωμένες παθογένειες και στρεβλές νοοτροπίες δεκαετιών, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας το πολωτικό κλίμα εκείνης της εποχής και τις λυσσαλέες κοινωνικές αντιδράσεις που δημιουργούσε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Και υπήρξαν πολλές τέτοιες. Θα μπορούσα να θυμίσω πρόχειρα την Cosco, την ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής, του ΟΤΕ, την ιδιωτικοποίηση της Εμπορικής σε υψηλότατη τιμή πώλησης στους Γάλλους, την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων κ.α.
Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα επιτόκια δανεισμού εκτοξεύτηκαν δραματικά από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι τον Μάιο του 2010 λόγω της ανεύθυνης, επεκτατικής και λαϊκιστικής δημοσιονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Παπανδρέου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό μας από τις αγορές και την υπαγωγή μας στον μηχανισμό στήριξης.
Επιστρέφετε στην πολιτική σκηνή μετά από 10 χρόνια ως υποψήφιος στον βόρειο τομέα, της Β΄ Αθηνών. Τι σας έκανε να πάρετε την απόφαση να συνταχθείτε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη;
Η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη πολιτική δύναμη πού έχει αξιόπιστο και ρεαλιστικό σχέδιο για να γίνει ή χώρα μας επιτέλους ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος με λειτουργικούς και αξιόπιστους θεσμούς, ανοιχτή φιλελεύθερη οικονομία και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση. Σε αυτό το συνολικό όραμα του Κυριάκου Μητσοτάκη για μια αλλαγή νοοτροπίας στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία απαιτείται η ενεργή συμμετοχή όλων μας.
Jo Nesbo στον Ε.Τ.: Δούλεψα σε ταξί, σε εργοστάσιο και σε ψαρότρατα πριν γίνω συγγραφέας
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει πως η ΝΔ θα συνεργαστεί με άλλες πολιτικές δυνάμεις ακόμα κι αν λάβει την αυτοδυναμία. Κατ αρχάς θα την πάρει; Κατά δεύτερον, ποιες θα είναι αυτές οι δυνάμεις;
Βαθιά πεποίθηση μου είναι ότι η Νέα Δημοκρατία θα είναι αυτοδύναμη στις ερχόμενες εκλογές. Από εκεί και πέρα είναι σαφές ότι θα επιδιώξουμε τις ευρύτερες δυνατές πολιτικές συναινέσεις ώστε να προωθήσουμε μείζονες μεταρρυθμιστικές τομές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε το νέο αλλά εφάρμοσε όλα όσα κατέκρινε από τον παλαιοκομματισμό. Η ΝΔ ως ένα ιστορικό κόμμα πώς θα καταφέρει να απαγκιστρωθεί από κάθε τι παλαιό;
Η Νέα Δημοκρατία ως ένα μεγάλο ιστορικό κόμμα, όπως είπατε έχει ισχυρή θεσμική μνήμη. Μην ξεχνάτε ότι είναι το μόνο από τα δύο μεγάλα κόμματα των τελευταίων δεκαετιών που κατάφερε να αντέξει στα δύσκολα χρόνια της κρίσης. Άλλωστε ζητούμενο δεν είναι να απαγκιστρωθεί από κάθε τι παλαιό έτσι γενικά και αόριστα.
Αυτή η ψευδεπίγραφη , άκριτη και νεφελώδης επίκληση του «νέου» από τον ΣΥΡΙΖΑ είδαμε πού μας οδήγησε.
Θα τολμούσα ακόμα να πω ότι η ερώτηση σας υπονοεί πως κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης -της πιο δημοκρατικής ειρηνικής και ευημερούσας περιόδου της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας -έγιναν μόνο αρνητικά πράγματα, υπόθεση που προφανώς δεν ισχύει. Αντίθετα το ζητούμενο είναι να διατηρήσουμε ό,τι θετικό έχει να μας διδάξει το παρελθόν και να το μπολιάσουμε με νέες ιδέες και ένα σύγχρονο σχέδιο για το μέλλον, κάτι που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κατορθώσει να επιτύχει. Τη δημιουργική σύνθεση δηλαδή παλαιού και νέου.
Βλέπουμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ στρέφεται σε στελέχη του Κεντροαριστερού χώρου. Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να μετασχηματίσει το κόμμα του για να απορροφήσει το ΚΙΝΑΛ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ φαντασιώνεται ότι «αναδιατάσσει το πολιτικό σκηνικό», «στρέφεται στην κεντροαριστερά» και λοιπά πομπώδη, τα οποία επί της ουσίας δεν απασχολούν κανέναν Έλληνα πολίτη, ούτε λύνουν κανένα πρόβλημα της καθημερινότητας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στον πυρήνα του παραμένει ένα κόμμα της λαϊκιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς (το δήλωσε άλλωστε και η κυρία Αχτσιόγλου), που υπερφορολογεί τη μεσαία τάξη, αρνείται να αναθεωρήσει το άρθρο 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θαυμάζει τα αυταρχικά σοσιαλιστικά καθεστώτα της λατινικής Αμερικής και ονειρεύεται για τη χώρα μας ένα μέλλον «ολιγαρκούς αφθονίας». Τυπική δηλαδή νεοκομμουνιστική Αριστερά. Γιατί θέλετε να τους κάνετε με το ζόρι σοσιαλδημοκράτες;
Έχοντας μπροστά μας τρεις εκλογικές αναμετρήσεις πιστεύετε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει την «μπάλα» στο γήπεδο του λαϊκισμού ή αυτό το κεφάλαιο έχει κλείσει για τους Έλληνες πολίτες;
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απομάκρυνε ποτέ την μπάλα από το γήπεδο του λαϊκισμού για να την επαναφέρει ξαφνικά εν όψει εκλογών. Το κόμμα που ψήφισε υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων, υποθήκευσε τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια και συγκυβέρνησε επί 4 έτη με τους ΑΝΕΛ δίνει ξανά τη μεγάλη μάχη ενάντια στην «ακροδεξιά» και τον «νεοφιλελευθερισμό». Το θετικό είναι ότι έχουν καταστεί πλέον παντελώς αναξιόπιστοι στη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Οι επικριτές της ΝΔ κάνουν λόγο για ένα κόμμα με πολλά «στρατόπεδα». Τελικά υπάρχουν «καραμανλικοί», «σαμαρικοί» και άλλοι; Και αν ναι, πόσο αυτή η κατάσταση δυσκολεύει τον Κυριάκο Μητσοτάκη;
Η Νέα Δημοκρατία είναι απόλυτα συμπαγής μπροστά στη μεγάλη μάχη. Προφανώς σε μια μεγάλη παράταξη που κινείται από τις παρυφές τις κεντροαριστεράς μέχρι την δημοκρατική Δεξιά είναι επόμενο να υπάρχουν διαφορετικές επιμέρους αποχρώσεις σε κάποια ζητήματα ή διαφορές σε επίπεδο ύφους. Άλλωστε δεν είμαστε σταλινικό κόμμα κι ο καθένας έχει το δικαίωμα να λέει ελεύθερα τη γνώμη του. Από εκεί και πέρα στα μείζονα πολιτικά διακυβεύματα δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφοροποίηση, είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι μπροστά στον κοινό στόχο.
Μετά από αρκετά χρόνια πολιτικής διασποράς, ο δικομματισμός είναι και πάλι «παρών». Πρόκειται για θετική εξέλιξη, ή βιώνουμε μία κατάσταση που επηρεάζει τελικά την δημοκρατική εκπροσώπηση των πολιτών;
Δε θα έλεγα ότι ο δικομματισμός υπονομεύει τη δημοκρατική εκπροσώπηση των πολιτών. Θεωρώ μάλιστα ότι η ύπαρξη δύο ισχυρών πολιτικών πόλων εν πολλοίς προστατεύει και διασφαλίζει την σταθερότητα του πολιτικού μας συστήματος. Αρκεί φυσικά ο ένας εκ των δύο πόλων να μην λειτουργεί καιροσκοπικά, τυχοδιωκτικά και εθνικά ανεύθυνα, αλλά να σέβεται τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
Ποια είναι η βασικότερη πρόκληση της ΝΔ την επόμενη ημέρα της κάλπης σε περίπτωση που κερδίσει τις εκλογές;
Η βασική πρόκληση της παράταξης μας θα είναι να αναμόρφώσει το οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο της πατρίδας μας, να δημιουργήσει μια οικονομία δυναμική και εξωστρεφή που θα ευνοεί την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Ο μεγάλος στόχος είναι να προσελκύσουμε επενδύσεις, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να επιστρέψουν οι νέοι μας από το εξωτερικό. Απαιτείται συνολικό σχέδιο μακράς πνοής που θα λαμβάνει υπόψη του την επερχόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και τις γενικότερες τεχνολογικές εξελίξεις κι όχι απλώς ευκαιριακές επιδοματικές πολιτικές.
Το παρόν πολιτικό τοπίο τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς διαφέρει από αυτό που υπήρχε όταν βρισκόσασταν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Πώς η Δημοκρατία μπορεί να αμυνθεί απέναντι στην άνοδο της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού;
Είναι σαφές ότι η σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις σήμερα. Το δίπολο παγκοσμιοποίηση- έθνος-κράτος, η ισλαμική τρομοκρατία, η οξύτατη μεταναστευτική κρίση μας φέρνουν ενώπιον ζωτικών διλημμάτων για το μέλλον των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Κατά τη γνώμη μου ένας ορισμένος κοσμοπολίτικος ελιτισμός δεν αποτελεί λύση.
Τα πολιτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου σε όλη την Ευρώπη οφείλουν να αφουγκραστούν τα κοινωνικά αιτήματα και να μην τα απαξιώνουν συλλήβδην ως λαϊκιστικά, χωρίς όμως από την άλλη να σπεύδουν να υιοθετήσουν ακραίες, απλουστευτικές και διχαστικές θέσεις. Απαιτείται μετριοπάθεια, ψυχραιμία, καλλιέργεια όσο είναι δυνατόν του ορθού λόγου και ασφαλώς ρωμαλέα οικονομική ανάπτυξη που θα περιλαμβάνει όλους τους συμπολίτες μας, κατεξοχήν αυτούς που αισθάνονται ηττημένοι από τις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης.