Με τις 65 αυτές συνεντεύξεις -που πρέπει να πούμε πως αποτελούν μια επιλογή από πολύ περισσότερες- η Γιούλη Τσακάλου δημιούργησε αυτό το βιβλίο και μέσω των εκδόσεων Πνοή το έστειλε στα βιβλιοπωλεία.
Βιβλίο σαφώς ιδιαίτερο -προσωπικά δεν γνωρίζω κάτι παρόμοιο να έχει κυκλοφορήσει στη χώρα μας. Και λέγοντας κάτι παρόμοιο, δεν εννοώ άλλο βιβλίο με συνεντεύξεις γιατί σαφώς υπάρχουν και άλλα, αλλά ο χαρακτηρισμός «παρόμοιο» αναφέρεται στο πλήθος των συνεντεύξεων και στην ποικιλία των συνεντευξιαζομένων.
Ας προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τα δύο βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν το κάθε βιβλίο. Τον συγγραφέα του και το τι προσφέρει η ύπαρξη του έργου.
Το επίσημο βιογραφικό της Γιούλης Τσακάλου αναφέρει τα παρακάτω: Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια Αιγύπτου, στην πατρίδα του Καβάφη, του ποιητή της καρδιάς της. Φοίτησε στο Αβερώφειο Λύκειο Αλεξανδρείας και στη Νομική Σχολή Αθηνών. Επί σειρά ετών εργαζόταν ως στέλεχος της ναυτιλιακής εταιρίας «LIBERTY MANAGEMENT S.A.». Διατηρεί από το 2011 μία από τις παλαιότερες βιβλιοφιλικές ομάδες στο facebook, με το όνομα «ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ», με αρκετά μεγάλο έργο στο χώρο του βιβλίου. Της έχουν παραχωρήσει συνέντευξη πάρα πολλοί συγγραφείς που έχουν αφήσει το στίγμα τους στην ελληνική και την ξένη λογοτεχνία. Αρθρογραφεί στις εφημερίδες «Ελεύθερος Τύπος», «Athens Voice» και στα διαδικτυακά περιοδικά «Διάστιχο» και «Fractal». Οπως όλα τα επίσημα βιογραφικά περιγράφει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται, αλλά παράλληλα -και στην ουσία- το κρατά σε μια απόσταση από εκείνον που θα το διαβάσει.
Ναι, η Γιούλη Τσακάλου είναι από την Αίγυπτο, σπούδασε νομικά, εργάστηκε σε ναυτιλιακή εταιρία, το 2011 δημιούργησε μια βιβλιοφιλική ομάδα στο facebook. Αλλά από το σημείο αυτό και μετά ξεκινά η γέννηση του ανθρώπου που υπογράφει αυτό το βιβλίο. Η εποχή μας με σαφήνεια έχει απόλυτα διαχωριστεί από τις προηγούμενες εποχές. Το στοιχεία που την έχει διαφοροποιήσει είναι το Διαδίκτυο. Σε μια προηγούμενη
-όχι και τόσο μακρινή εποχή- αν μια γυναίκα, που εργαζότανε τα πρωινά σε μια ναυτιλιακή εταιρία και τα απογεύματα διάβαζε μετά μανίας λογοτεχνικά βιβλία και σύχναζε στις παρουσιάσεις τους, ήθελε κάπου να καταθέσει τις δικές της αναγνωστικές εμπειρίες και παράλληλα να τις μοιραστεί μαζί με άλλους απλούς αναγνώστες, θα έπρεπε να κατάφερνε να της δώσουν μια στήλη σε κάποιο έντυπο. Και επειδή θα ήταν άγνωστη, το πιθανότερο το έντυπο αυτό να ήταν κάποιο βραχύβιο ή με λίγους συνδρομητές περιοδικό.
Μα στην εποχή μας, ο καθένας μπορεί να ελέγξει και να διαχειριστεί τον τρόπο που ο ίδιος θέλει να χρησιμοποιήσει για να επικοινωνεί με τους άλλους. Ναι, ο καθένας, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως όλοι μπορούμε τελικά να πετύχουμε το στόχο μας και να αποκτήσουμε πολλούς «ακολούθους».
Η Γιούλη Τσακάλου το πέτυχε. Και απέδειξε πως ακόμα και μια γυναίκα που εργαζόταν σε ναυτιλιακή εταιρία μπορεί να αναδειχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία στο χώρο της διάδοσης της λογοτεχνίας. Πώς το πέτυχε αυτό; Με μια εντελώς δική της δυναμική έκφραση.
Λοιπόν, θα είμαι ειλικρινής. Τον πρώτο καιρό ο επίσημος χώρος της λογοτεχνίας δεν έδωσε και τόση σημασία σε αυτή τη νεοφερμένη. Με πείσμα και πάθος, με σωστές κινήσεις, έστηνε το προφίλ της. Και -αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό- καθώς το έστηνε και το γνώριζε, το τελειοποιούσε.
Οπότε κάποια στιγμή βρέθηκε να είναι άτυπο στέλεχος στο χώρο των εκδόσεων και της δημοσιογραφίας. Και χωρίς να αλλοιώσει τον τρόπο της δικής της προσωπικής έκφρασης, έγινε μια persona αναφοράς για αναγνώστες, εκδότες, συγγραφείς.
Τι είδους δημιουργός όμως είναι εκείνος που στέκεται απέναντι από μια προσωπικότητα και συζητά μαζί της; Οπότε φτάνουμε και στο δεύτερο βασικό στοιχείο του βιβλίου. Ο κάθε συγγραφέας ή πολιτικός μιλά κυρίως με το έργο του, αλλά πολύ συχνά μιλά και με άλλους ανθρώπους. Ιδιωτικά ή δημόσια. Με όσα λέει -συνειδητά ή μη- σκιαγραφεί τον ίδιο του τον εαυτό. Στην ουσία κάνει μια αυτοπροσωπογραφία.
Μα όσο κι αν κάτι τέτοιο έχει και τη δική του αξία, παραμένει πάντα μια κατάθεση ελεγχόμενη από το «εγώ» εκείνου που αφηγείται. Σε μια συνέντευξη όμως το «εγώ» του συνεντευξιαζόμενου παρασύρεται από τις ερωτήσεις, παρασύρεται από την προσωπικότητα του συνομιλητή του και αφήνεται να περιδιαβάσει σε μονοπάτια που από μόνος του δεν θα τα είχε επιλέξει. Αλλά που τελικά κι αυτά φωτίζουν τον ίδιο και το έργο του. Να ποιος πρέπει να είναι ο στόχος εκείνου που κάθεται απέναντι σε έναν καλλιτέχνη ή πολιτικό και συζητά μαζί του. Σας θυμίζει τη σχέση ψυχαναλυτή και ψυχαναλυόμενου; Μα είναι παρόμοια.
Και η Γιούλη Τσακάλου με το βιβλίο της αυτό φανερώνει πως ξέρει πολύ καλά να ψυχαναλύει τον άνθρωπο που έχει επιλέξει να στέκεται απέναντί της. Τώρα το πώς έχει καταφέρει να βρει τον τρόπο να εμβαθύνει στο έργο και τη ζωή τόσων ανθρώπων, αυτό είναι κάτι που, ομολογώ, δεν μπορώ να το γνωρίζω. Μπορώ όμως να το θαυμάζω. Αλλωστε έχω προσωπική πείρα. Συνέντευξή μου -στην ουσία συνέντευξη δική μου και της Κώστιας- περιλαμβάνεται σε αυτήν την έκδοση.
Εχουμε, λοιπόν, στην ουσία ένα βιβλίο-ντοκουμέντο. Πολύτιμο βοήθημα για τους ιστορικούς του μέλλοντος. Μα έχουμε και το παράδειγμα ενός ανθρώπου που είναι αυτοδημιούργητος. Και που με το πάθος, το ήθος και την εξυπνάδα του αποδεικνύει πως όσο κι αν πολλά έχουν αλλάξει, κάποια παραμένουν αναλλοίωτα – ο γνήσια ικανός αναγνωρίζεται.