Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, που ξέρει πάντα να παίζει στα μυθιστορήματά της με το μυαλό τού κάθε αναγνώστη, οδηγώντας τον με μαεστρία εκεί που θέλει, μιλά για τα βιβλία της.
Τώρα που ολοκληρώθηκε η δυστοπική τριλογία «Ο δράκος της Πρέσπας», ήθελα να σας ρωτήσω τι, άραγε, συμβολίζει αυτός ο δράκος.
Η γοητεία, αλλά και η επικινδυνότητά του είναι η ασάφειά του. Δράκοι υπάρχουν μόνο στα παραμύθια, σωστά; Τι δουλειά έχει στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα ένα τέτοιο απόκοσμο τέρας; Θα παραθέσω εδώ τα χαρακτηριστικά του και αφήνω σε εσάς τον ορισμό. Ανεξήγητα καιρικά φαινόμενα συνοδεύουν την «εμφάνισή του» – σε εισαγωγικά η
λέξη, επειδή στην πραγματικότητα κανείς δεν τον έχει δει. Ακόμη και οι λεγόμενοι αυτόπτες μάρτυρες, όσοι δηλαδή επιβίωσαν της επίθεσης ή της αναμέτρησης μαζί του, είναι αμφιβόλου αξιοπιστίας, αφού έχουν ιδιοτελή κίνητρα. Το σίγουρο είναι πως μεταβάλλεται το κλίμα στην περιοχή της Μεγάλης Πρέσπας και μάλιστα αντιφατικά: κάθε χώρα γύρω από τη λίμνη βιώνει διαφορετική κλιματική αλλαγή. Στη νότια όχθη, την ελληνική, ξεσπάει κατακλυσμιαία βροχή, τα χωριά πνίγονται στη λάσπη. Στην ανατολική όχθη, εκείνη της Βόρειας Μακεδονίας, επικρατεί απόλυτη ξηρασία, ερημοποίηση, η λίμνη γίνεται Σαχάρα. Στη δυτική όχθη, της Αλβανίας, υπάρχει πολικό ψύχος, η λίμνη παγώνει, το χιόνι εξαφανίζει το τοπίο. Υπάρχουν επίσης θύματα, κακοποιημένα πτώματα και μυστηριώδεις εξαφανίσεις.
Ολα αυτά αποδεικνύουν την παρουσία του στοιχειού, αλλά δεν γνωρίζουμε την προέλευση, τη μορφή και τις επιδιώξεις του. Είναι ζήτημα χρόνου να εμφανιστούν οι πρώτοι «μάρτυρες», που είδαν ή άκουσαν ή διαισθάνθηκαν το δράκο να επιτίθεται. Είναι ζήτημα χρόνου να εμφανιστούν οι πρώτοι ερμηνευτές του φαινομένου, κομίζοντας εξηγήσεις επιστημονικές, μεταφυσικές, πολιτικές. Είναι ζήτημα χρόνου να σαγηνευτεί το παγκόσμιο κοινό από το μυστήριο και τη φρίκη, και φυσικά να εφορμήσουν οι αγορές για να κερδοσκοπήσουν. Ζήτημα χρόνου να ξεσπάσουν έριδες μεταξύ των τριών χωρών, που σύντομα θα πάρουν χαρακτήρα εθνικού πολέμου. Τίποτε από τα προηγούμενα δεν είναι καινοφανές και δεν μας εκπλήσσει. Το έχουμε ξαναδεί να συμβαίνει, απλώς δεν το συναντήσαμε ως τώρα σε τέτοια μυθιστορηματική υπερβολή.
Υπάρχει, τελικά, δράκος; Κι αν υπάρχει, όπως υποδεικνύουν οι καταστροφές και οι απώλειες μετά την εμφάνισή του, τι ακριβώς ενσαρκώνει;
Εφόσον ο δράκος εξηγείται μεταφυσικά και ψευδο-επιστημονικά από τους δρακολόγους, εφόσον τον αναγνωρίζουν οι κυβερνήσεις, εφόσον απασχολεί την επικαιρότητα, εφόσον κυριαρχεί στην αγορά, εφόσον εμπνέει την τέχνη, εφόσον μπλέκεται σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας των κατοίκων, είναι υπαρκτός. Δεν θεωρείται μύθος πλέον, γίνεται ρεαλιστικό δεδομένο. Τι είναι εξάλλου η αλήθεια; Ο μύθος που έχουμε όλοι αποδεχθεί. Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, οι κοινωνικές επιστήμες, η σύγχρονη Κβαντική Φυσική μάς έχουν υποψιάσει για την απατηλότητα των φαινομένων. Ο παρατηρητής δεν μελετά απλώς το φαινόμενο, το προκαλεί. Η ίδια η παρατήρηση είναι παρεμβατική πράξη, πόσω μάλλον η ερμηνεία. Με λίγα λόγια, εάν αφήσουμε τον τρόμο να καταλάβει τη σκέψη μας, θα αποκτήσει σάρκα και οστά, θα γίνει ενσώματος και θα ξεπηδήσει μπροστά μας τρισδιάστατος.
Αλήθεια, τι σας οδήγησε στην υπέροχη αυτή διαδρομή της τριλογίας σας;
Η εξερεύνηση ενός συλλογισμού. Ξεκίνησα από μια υπόθεση εργασίας, μη ρεαλιστική, και προχώρησα με λογικές συνεπαγωγές, θέλοντας να δω πού θα με βγάλει. Σκοπός ήταν να αντιληφθώ καλύτερα την πραγματικότητα, να βρω τους νόμους που τη διέπουν και να φτιάξω εναλλακτικές εκδοχές της. Η λογοτεχνία του φανταστικού -σε αυτό το λογοτεχνικό είδος εντάσσονται τα βιβλία μου- προσφέρεται για υπερβάσεις και πειραματισμούς. Το συγκεκριμένο έργο μιλά για «σύνορα» και «όρια», είτε ως γεωγραφικούς περιορισμούς είτε ως πολιτικές περιχαρακώσεις είτε ως δογματισμούς και προκαταλήψεις είτε ως ανοχύρωτες ατομικές ελευθερίες είτε ως νοητικές και ψυχικές παραβιάσεις είτε ως απώλεια της αυθεντικότητας μετά την επέλαση της κατασκευασμένης εικόνας. «Σύνορα» και «όρια» αντηχούν απ’ άκρη σ’ άκρη στην τριλογία. Η τριχοτομημένη λίμνη της Πρέσπας, με τα υδάτινα σύνορά της, ρευστά και αόρατα, που χωρίζει ενώνοντας τρεις λαούς ευάλωτους σε μεταμορφώσεις, αποτέλεσε το ιδανικό σκηνικό για την εξιστόρηση του δράκου.
Ποιο συμβολικό χαρακτήρα αποκτούν οι χαρακτήρες σας ολοκληρώνοντας την τριλογία σας με τη «Μνήμη του πάγου»;
Στην τριλογία συναντάμε όλους τους ανθρώπινους τύπους και μάλιστα σε όλες τις όχθες, αφού η κάθε μία είναι αντικατοπτρισμός της άλλης. Θα βρούμε τον οραματιστή που φλέγεται να πιστέψει και τον τσαρλατάνο που εξαπατά. Τον γενναιόψυχο που συμπονά, τον αλτρουιστή που θυσιάζεται, τον δημαγωγό που παραπλανά, τον μοχθηρό που εγκληματεί και τον αφέντη του που κερδοσκοπεί. Ενόσω οι ιδεολόγοι μάχονται στα χαρακώματα για την επικράτηση της δρακολογικής ιδέας, ο υπόκοσμος των τριών χωρών συνεννοείται περίφημα, εκεί δεν υπάρχουν εθνικά σύνορα, μόνο κοινά συμφέροντα. Οσο ανεβαίνει η ένταση της αναμέτρησης τόσο αυξάνεται και η κερδοφορία των ξένων επενδυτών, που εμπορεύονται το φαινόμενο του δράκου. Κάθε βιβλίο έχει τη δική του ιστορία, δικούς του ήρωες, δικά του αινίγματα που λύνονται εντός του τόμου, γι’ αυτό και διαβάζεται αυτόνομα. Εάν όμως διαβαστούν και οι τρεις τόμοι, βλέπουμε πώς σχηματίζεται το τρίγωνο της εκμετάλλευσης, τις ροές του παράνομου χρήματος, αλλά και τις κοινές επιδιώξεις των λαών, που η ομίχλη του φανατισμού τούς εμποδίζει να επικοινωνήσουν και να ενωθούν.
H φιλία, η διάσπαση, η ένωση, η διχόνοια και η ομόνοια. Τι ρόλο παίζουν στο βιβλίο σας;
Καταλυτικό. Η φιλία ανάμεσα σε έναν νότιο δρακολόγο (οραματιστή) και έναν ανατολικό δρακολόγο (καλλιτέχνη), που ξεκινά ως γνήσια περιέργεια και εξελίσσεται σε πνευματικό παιχνίδι, σαν σκακιστική παρτίδα, συναρπάζοντάς τους, υποχρεώνοντάς τους να αναγνωρίσουν την αξία του αντιπάλου, ανοίγει το δρόμο της συμφιλίωσης. Από την άλλη, ο έρωτας ανάμεσα σε έναν νότιο δρακολόγο (υπερασπιστή) και μία δυτική δρακολόγο (τοξότρια) θα γίνει η αιτία να υπερκεραστούν η καχυποψία και η προκατάληψη. Η φιλία και ο έρωτας, σε όλες τις ιστορικές εποχές, ξεπέρασαν το φράγμα της γλώσσας, της εθνικότητας, της θρησκείας, της κοινωνικής τάξης και της πολιτικής παράταξης. Αυτά τα δύο πανάρχαια μονοπάτια συμφιλίωσης, που δόμησαν μυστικά οι παραπάνω δρακολόγοι, θα γίνουν οι οδοί διαφυγής των διωκόμενων από το δρακολογικό καθεστώς, των φορέων της ενότητας, οι οποίοι θα κάνουν το γύρο της λίμνης, σπάζοντας το ταμπού των συνόρων. Οταν οι αντίπαλες όχθες βρουν το θάρρος να επικοινωνήσουν και να συνεργαστούν, ο δράκος αρχίζει να κλονίζεται.
Γιατί μας θέλουν πάντα χωρισμένους και εχθρούς;
Διαιρεμένοι, είμαστε ανίσχυροι και ασήμαντοι. Ενωμένοι, δυναμώνουμε και τρανεύουμε, δεν είναι εύκολο να μας αγνοήσουν. Ποιος ηγέτης ή ποιος ισχυρός αυτού του κόσμου θα διάλεγε το δεύτερο απέναντί του;
Είδαμε αντιήρωες που παραμέρισαν τις διαφορές τους, ξεπέρασαν τον εαυτό τους και ένωσαν τις δυνάμεις τους για να βγουν από το αδιέξοδο. Γνωρίζουμε πια ότι δεν είναι ακατόρθωτο. Αντέχουμε, άραγε, να το τολμήσουμε;
Αναγνωρίζω ότι δεν είναι εύκολο, ακόμη κι αν αντιλαμβανόμαστε λογικά τα οφέλη του. Ο δράκος δεν εξυπηρετεί μόνο τους διαχειριστές του, αλλά και τη δική μας ατολμία, δικαιολογεί το φόβο μας. Οσο τον θεωρούμε ανίκητο, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να μην αντιδρά, να τον υπομένει. Μεταφέρουμε αλλού την οργή μας, στον απέναντι λαό, στην αντίπαλη παράταξη, στη διαφορετική κοινωνική ομάδα, και την εκτονώνουμε εκεί. Ο δράκος πρέπει πρώτα να νικηθεί μέσα μας.
Θα καταφέρουμε να αναμετρηθούμε όλοι μας με τους εσωτερικούς μας δαίμονες και να ενώσουμε τα χέρια πάνω από τα σύνορα; Το αύριο να γίνει καλύτερο, πιο φωτεινό, πιο ζωντανό, πιο ανθρώπινο;
Μακάρι, το εύχομαι και νομίζω ότι το ευχόμαστε όλοι – όσοι δεν κερδοσκοπούμε από πολέμους και έριδες εννοώ. Ξέρουμε ότι στοιχίζουν ακριβά οι διχασμοί, σε αίμα, πόνο, απώλεια ελευθεριών και ευημερίας. Το ζήσαμε επανειλημμένως σε τούτη τη χερσόνησο, όλοι οι λαοί της Βαλκανικής, και ακόμη δεν έχουν κλείσει οι πληγές μας. Η τέταρτη πράξη του θεατρικού έργου στην τριλογία ανήκει στον αναγνώστη, μόνο εκείνος μπορεί να κάνει τον ευσεβή πόθο πραγματικότητα. Δηλαδή, όλοι εμείς.
Ποιες κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις επιδιώκετε να συνειδητοποιήσει ο αναγνώστης;
Η τριλογία είναι ανοιχτή σε ερμηνείες, παρουσιάζει τρεις γειτονικούς λαούς, εξίσου ταλαιπωρημένους από εμφύλιους σπαραγμούς, από το τέρας της διαφθοράς, από την οικονομική εξάρτηση, από φαντασιώσεις εθνικού μεγαλείου που καταρρέουν μπροστά στους ελλειμματικούς τους προϋπολογισμούς, να βρίσκονται και πάλι αντιμέτωποι με έναν καινούργιο τρόμο: το δράκο. Αντί να ενωθούν για να τον αντιμετωπίσουν, τσακώνονται για το ποια έχει περισσότερα δικαιώματα πάνω του και ποια θα κερδίσει την εύνοια των χρηματοδοτών που τον εμπορεύονται. Οσο μεγαλώνει ο φανατισμός τους τόσο υποχωρεί η λογική και υπονομεύεται το μέλλον τους. Η πορεία των ηρώων προς την έξοδο του λαβύρινθου είναι ριψοκίνδυνη, επώδυνη κι αβέβαιη, αλλά αχνοφαίνεται η άκρη του τούνελ.
Ποιο είναι το πολιτικό μήνυμα που θέλετε να μεταφέρετε στο παραμύθι, που έχει δράκο και συνάμα στήνει ένα σενάριο διαφορετικών προσεγγίσεων και πολιτισμικών πρακτικών;
Εφόσον φιλοσοφία και επιστήμη συμφωνούν ότι ο κόσμος είναι μάλλον προϊόν εντυπώσεων παρά αντικειμενικών δεδομένων, σημαίνει πως έχουμε κοσμοπλαστικές ιδιότητες. Κανείς μας δεν είναι ουδέτερος θεατής, είμαστε όλοι διαμορφωτές του κόσμου και ως τέτοιους μας αντιμετωπίζει «Ο Δράκος της Πρέσπας». Ετσι, η τριλογία εκτυλίσσεται σε δύο κλίμακες, πολιτική και υπαρξιακή, επειδή παράλληλα με το μυθιστόρημα παρακολουθούμε και ένα θεατρικό έργο. Ο,τι συμβαίνει σε μεγάλη κλίμακα στο μυθιστόρημα, σε επίπεδο λαών και θεσμών, συμβαίνει σε μικρή κλίμακα στο θεατρικό έργο, στην ψυχή ενός αλχημιστή. Ο χρόνος διαστέλλεται και συστέλλεται, αφού στο μυθιστόρημα εξιστορούνται γεγονότα δεκαετιών, ενώ το πείραμα του αλχημιστή διαρκεί όσο μια θεατρική παράσταση. Η φαντασία και η πραγματικότητα αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοαναιρούνται: η έλευση του δράκου μεταμορφώνει τα Βαλκάνια στο μυθιστόρημα, όπως το αλχημιστικό πείραμα μεταμορφώνει εκείνον που το επιχειρεί. Η αναλογία με τη σημερινή πολιτική πραγματικότητα είναι στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη. Εγώ θα περιοριστώ σε μία διαπίστωση. Η Βαλκανική Χερσόνησος είναι διαμελισμένη σε πολλές μικρές χώρες, που η κάθε μία αγωνίζεται να αποδείξει τη μοναδικότητά της, τονίζοντας τις διαφορές της με τις υπόλοιπες και υποδεικνύοντας όσα τη χωρίζουν από τις άλλες… Οσα μας ενώνουν; Μας απασχόλησαν ποτέ;