Οι δύο ανασκαφείς του πανεπιστημίου του Σινσινάτι , Τζακ Ντέιβις και Σάρον Στόκερ που τον αποκάλυψαν το 2015 δεν εξεπλάγησαν από τα ευρήματα. Εξέφρασαν μάλιστα με βεβαιότητα ότι «κατά μήκος του δρόμου που οδηγούσε από την Ακρόπολη και το ανάκτορο του Νέστορα προς την χώρα Τριφυλλίας, είχε χτιστεί το σπουδαιότερο, από χωροταξικής άποψης, νεκροταφείο, την εποχή που ο μυκηναϊκός πολιτισμός έπαιρνε για πρώτη φορά σάρκα και οστά στην ηπειρωτική Ελλάδα και κατά τη μετάβαση από τη μέση στην ύστερη εποχή του χαλκού» τόνισε σήμερα ο Τζακ Ντέβις, στην δημοσιογραφική παρουσίαση των αποτελεσμάτων (έχει προηγηθεί η επιστημονική δημοσίευση τους).
Ο περίφημος τάφος -ο αποκαλούμενος του «Γρύπα Πολεμιστή» δεν είναι μόνος και τυχαίος, επισήμανε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, εκφράζοντας ευχαριστίες προς τους ανασκαφείς, αναφερόμενη στην αγαστή συνεργασία τόσων ετών με το ΥΠΠΟΑ.
Οι δύο πολύ σημαντικοί, αλλά και εντελώς άγνωστοι τάφοι που βρέθηκαν, ονομάστηκαν θολωτοί τάφοι VI και VII. Το γεγονός ότι παρέμειναν ασύλητοι από την αρχαιότητα, οφείλεται στο ότι προστατεύονταν από περίπου σαράντα χιλιάδες λίθους μεγέθους καρπουζιού που είχαν υποστεί κατολίσθηση στο εσωτερικό τους, όταν κατέρρευσε ο θόλος τους.
«Τα οστά που βρέθηκαν στο εσωτερικό τους πρέπει να προέρχονται από ομαδικούς ενταφιασμούς μελών σημαντικών οικογενειών, καθώς στα κρανία φέρουν το ίδιο κληρονομικό ελάττωμα-, όμως μένει να υποβληθούν σε έλεγχο DNA» επισήμανε η Σάρον Στόκερ.
«Αυτές οι σημαντικές οικογένειες και οι ιδιώτες είχαν βαθιές επιρροές από τον Μινωϊκό πολιτισμό. Έχτιζαν τα σπίτια τους στην Ακρόπολη με λαξευτούς λίθους, επηρεασμένοι από την μινωϊκή τεχνοτροπία και γέμιζαν τους τάφους τους με κρητικά προϊόντα ανωτέρας ποιότητας που εισήγαγαν» περιέγραψαν οι δύο ανασκαφείς.
Ανάμεσα στα πιο συναρπαστικά νέα ευρήματα συγκαταλέγεται ένα χρυσό δαχτυλίδι, το οποίο απεικονίζει δύο βοοειδή που πλαισιώνονται από στάχυα κριθαριού, όπως αναγνωρίστηκε από την καθηγήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Τάνια Βαλαμώτη, και ένα χρυσό μενταγιόν που απεικονίζει την κεφαλή της Αιγύπτιας θεάς Άθωρ.
«Αυτή η ανακάλυψη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λαμβάνοντας υπόψη τον ρόλο που είχε στην Αίγυπτο ως προστάτιδα των νεκρών» επισήμανε ο Τζακ Ντέηβις, παρομοιάζοντας τον συνολικό χαρακτήρα των ευρημάτων που παρέμειναν στους νέους τάφους και στους δρόμους τους, «εξαιρετικά παρόμοιο με τους θαλαμωτούς τάφους που απεκάλυψε μεταγενέστερα στις Μυκήνες η ανασκαφική δραστηριότητα του Χρήστου Τσούντα τον 19ο αιώνα, ιδίως ως προς το ύφος των κοσμημάτων και άλλων διάκοσμων, ενώ βρέθηκαν και στοιχεία, τα οποία απουσίαζαν στην Πύλο, και μαρτυρούν δεσμούς με την εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο».
Οι δύο νέοι τάφοι, ο ένας τεράστιος, διαμέτρου 12 μέτρων, ο άλλος σημαντικά μικρότερος, διαμέτρου 8,5 μέτρων, θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί όταν πέθανε ο Γρύπας-Πολεμιστής o οποίος όμως είχε ενταφιαστεί ξεχωριστά από τους άλλους και μόνος του «πιθανόν επειδή ήταν βασιλιάς, ένας “‘άναξ”‘ της μυκηναϊκής περιόδου» εικάζουν οι δύο ανασκαφείς.
Σε κάθε περίπτωση, χρονολογούνται τον 15ο πΧ αιώνα και είναι μεταγενέστεροι του θολωτού τάφου IV του ‘Ανω Εγκλιανού, που είχε ανακαλύψει το 1939 ο αρχαιολόγος Καρλ Μπλέγκεν, ο οποίος την εποχή εκείνη ανακάλυψε μαζί με τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη το Ανάκτορο του Νέστορος. Εκείνος φαίνεται ότι είχε κατασκευαστεί πρώτος και πιθανώς λειτουργούσε ως μαγνήτης για μεταγενέστερους τάφους, αργότερα, κατά την Υστεροελλαδική Περίοδο.
Τα ευρήματα, όπως εξήγησαν οι Ντέιβις και Στόκερ, ήρθαν στο φως από συγκυρία, δεδομένου ότι η ανασκαφή του μέρους όπου ανακαλύφθηκε, δεν είχε ποτέ προγραμματιστεί. Αντιθέτως, ο στόχος ήταν η ανασκαφή ενός διπλανού αγροτεμαχίου στο οποίο υπήρξε ανασκαφική δραστηριότητα και στο παρελθόν. Σ’ αυτό ήλπιζαν ότι θα ανακαλύψουν οικιστικά κατάλοιπα που περιστοίχιζαν το Ανάκτορο του Νέστορος κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του, τον 13ο αιώνα πΧ.
Το 2018, τρία χρόνια μετά την ανακάλυψη του Τάφου του Γρύπα-Πολεμιστή, και αφού ολοκληρώθηκε η απαλλοτρίωση του αγροτεμαχίου που βρισκόταν σε χέρια ιδιωτών, ξεκίνησε η ανασκαφή. Καθαρίστηκε η βλάστηση από το αγροτεμάχιο, που ήταν σπαρμένο με κορινθιακή σταφίδα και στη συνέχεια παρατήρησαν ότι υπήρχαν συγκεντρωμένες πέτρες στο νοτιοανατολικό τμήμα του αγροτεμαχίου, καθώς και αρκετές μεγάλες πλάκες, πλησίον του θολωτού τάφου IV, με κάτι που ομοίαζε με κοιλότητα κάτω από αυτές.
Η ανασκαφική έρευνα του πανεπιστημίου του Σινσινάτι μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, σε επιστημονική συνεργασία με την Εφορεία Μεσσηνίας, εμπλουτίζει τα αρχαιολογικά δεδομένα στην περιοχή της Πυλίας και θέτει νέα δεδομένα και ερωτήματα σχετικά με το πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό καθεστώς στη Δυτική Μεσσηνία.