Το ανάκτορο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Μέγας Αλέξανδρος, στην αρχαία Πέλλα, θα αποκατασταθεί, θα αναδειχτεί και θα ανοίξει τις πύλες του στο κοινό. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ανάκτορο της Μακεδονίας, συνολικής έκτασης 70 στρεμμάτων!
Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως «ένα ιδιαίτερο σε έκταση και πολυπλοκότητα αρχαίο συγκρότημα, από τα ελάχιστα», σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, «που χρονολογούνται στην κλασική-ελληνιστική εποχή». Στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που αποκαλύφθηκαν και αντιστοιχούν σε χώρους υποδοχής και ακρόασης, συγκέντρωσης και συμποσίου αλλά και χώρους διαμονής της βασιλικής οικογένειας γεννήθηκε, μεγάλωσε και εκπαιδεύτηκε από τον Αριστοτέλη ο γιος του Φιλίππου Β’, Αλέξανδρος, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα θα στεφόταν Μέγας.
Με τις αυλές, τους κήπους του, τα λουτρά, την παλαίστρα και τους χώρους διασκέδασης, το ανάκτορο κυριαρχούσε στην τοπιογραφία της αρχαίας Πέλλας όχι μόνο εξαιτίας της τεράστιας έκτασης που καταλάμβανε αλλά και λόγω της θέσης του που βρισκόταν 15 μέτρα υψηλότερα από την υπόλοιπη πόλη.
Σύμφωνα με τη μελέτη για την «Ανάδειξη του χώρου του Ανακτόρου της Αρχαίας Πέλλας», που εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του ΥΠΠΟΑ και πήρε το πράσινο φως στην τελευταία συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, το οικοδομικό συγκρότημα πραγματικά εντυπωσιάζει με τις διαστάσεις του. Εχει μήκος 400 μ. και πλάτος 200! Ο δε αρχαιολογικός χώρος του ανακτόρου -ο οποίος επί του παρόντος δεν είναι επισκέψιμος- έχει συνολική έκταση 95 στρεμμάτων!
Το ανάκτορο, που χρονολογείται από τα χρόνια του βασιλιά Φιλίππου Β’ έως και μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους (168 π.Χ.), αποτελείται από επτά κτιριακές ενότητες που επικοινωνούν μεταξύ τους με πύλες, σκάλες, διαδρόμους και στοές. «Ο πυρήνας του ανακτόρου αποτελείται από τέσσερα μεγάλα κτίρια που έχουν στο εσωτερικό τους περίστυλη αυλή. Τρία επιπλέον συγκροτήματα αποκαλύφθηκαν στο βόρειο τοίχος με πύργους και η βασιλική πύλη».
Σήμερα «τα κτίρια διατηρούνται αποσπασματικά λόγω εκτεταμένης λιθαρπαγής κατά τους βυζαντινούς και μεταγενέστερους χρόνους» ενώ «κακή» κρίνεται και η κατάσταση της λιθοδομής στους τοίχους. Ως προς την αποκατάστασή τους η μελέτη προβλέπει την ανάδειξη του μνημειακού Προπύλου, των τεσσάρων κτιρίων που συγκροτούν τον πυρήνα του ανακτόρου, του βόρειου τείχους και της βασιλικής πύλης, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Αναστήλωσης. Στο πλαίσιο των εργασιών, μεταξύ άλλων θα συμπληρωθούν ή θα αντικατασταθούν φθαρμένοι λίθοι, θα πραγματοποιηθούν στερεώσεις και αποχωματώσεις, θα αντικατασταθούν τα στέγαστρα που υπάρχουν σήμερα σε ευπαθή σημεία του χώρου, όπως είναι το ψηφιδωτό δάπεδο μπροστά από τη δεξαμενή κ.α. Παράλληλα, ως κύρια είσοδος επιλέγεται η ανατολική πλευρά του χώρου, θα δημιουργηθεί δίκτυο απορροής ομβρίων, θα αντικατασταθεί η σημερινή περίφραξη, θα δημιουργηθεί χώρος στάθμευσης και Κέντρο Πληροφόρησης για τους επισκέπτες ενώ ειδική μέριμνα υπάρχει για τη σήμανση του χώρου με ενημερωτικές πινακίδες ώστε το κοινό να μπορεί εύκολα να προσανατολιστεί στα δωμάτια του ανακτόρου και στη χρήση τους.
Το ανάκτορο σταμάτησε να λειτουργεί με τη λεηλασία της πόλης από τους Ρωμαίους. Η σημερινή μορφή του ανάγεται στη βασιλεία του Αντιγόνου Γονατά και του Φιλίππου Ε’.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου