Με άρθρο του στην εφημερίδα των Συντακτών αναφέρει μεταξύ άλλων: «Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι θα μπει τάξη στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Εργάστηκε σκληρά, σε αντίξοες και ασύμμετρες επικοινωνιακά συνθήκες, προκειμένου να γίνει αυτό πράξη. Είναι η μόνη που κατάφερε να ολοκληρώσει με επιτυχία διαγωνισμό για απονομή τηλεοπτικών αδειών. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ήταν άλλες οι βουλές των δικαστών, και το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε τον τελευταίο λόγο στο ερώτημα του ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο. Ή μήπως όχι;
O διαγωνισμός αποκάλυψε ακόμη και στον πιο καλοπροαίρετο πολίτη ότι η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ ήταν και είναι πολιτικοί βραχίονες των διαπλεκόμενων συμφερόντων. Από την αρχή έφεραν εμπόδια και προσπάθησαν να μπλοκάρουν τη συγκρότηση του ΕΣΡ για να μην προχωρήσει ο διαγωνισμός. Ο νόμος Παππά ενισχύει τον ρόλο του ΕΣΡ όσο κανένας άλλος νόμος. Παρ’ όλα αυτά, η Ν.Δ. έθεσε εξαρχής βέτο, με άδηλο μάλιστα χρονικό προσδιορισμό τερματισμού του. Το κράτος, όμως, δεν μπορεί να είναι όμηρος των επιδιώξεων και των μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων της ηγεσίας της Ν.Δ.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ και των δικαστηρίων είναι δεσμευτικές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει απαραίτητα ότι αξίζουν τον σεβασμό των πολιτών. Για παράδειγμα, το ΣτΕ αποφάσισε μετά από 8 μήνες μαύρου στην ΕΡΤ ότι δεν είναι υποχρεωτικό να υπάρχει δημόσια ραδιοτηλεόραση. Συνεπώς, για το ΣτΕ οι χειρισμοί Σαμαρά για το μαύρο ήταν σύννομοι, όπως συνταγματικά ανεκτά ήταν και τα μνημόνια και οι επακόλουθες σφαγές στους μισθούς, στις συντάξεις και στις ελπίδες και στα όνειρα του ελληνικού λαού.
Η πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ ζητά το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο να παραμείνει θολό. Μετά την ακύρωση του διαγωνισμού δεν έχουμε πλέον κανονικές και οριστικές άδειες λειτουργίας. Επιπλέον το ΣτΕ διατάσσει το Δημόσιο να επιστρέψει 258 εκατομμύρια σε έχοντες και κατέχοντες και δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να ασκήσει κοινωνική πολιτική με τα χρήματα που απέφερε η διαγωνιστική διαδικασία του Αυγούστου. Μπορεί κάποιοι δικαστές του ΣτΕ να είναι υπεράνω χρημάτων, αλλά αυτό ενδεχομένως να συνιστά αλαζονεία και ύβρι στο 30% των πολιτών της χώρας που βιώνει συνθήκες φτώχειας και οικονομικής ασφυξίας».