Το άλλο 50% της δουλειάς βέβαια είναι να ληφθούν άμεσα και δραστικά μέτρα για την τόνωση της απασχόλησης και τη δημιουργία προοπτικής στις πιο φτωχές περιφέρειες της Ελλάδας.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Μια ματιά στην εξειδικευμένη δημογραφική ανάλυση που έκαναν οι ερευνητές Βύρων Κοτζαμάνης και Βασίλης Παππάς με θέμα «Ηλικιωμένοι και υπερήλικες στην Ελλάδα, οι χωρικές διαφοροποιήσεις της γήρανσης», την οποία παρουσιάζει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, επιβεβαιώνει τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν. Οπως αναφέρουν, ενώ σε όλη τη χώρα οι άνω των 65 υπερβαίνουν το 22,5%, υπάρχουν 11 νομοί όπου το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 26%. Μάλιστα, οι δύο περιοχές της χώρας με το υψηλότερο ποσοστό όλων είναι η Αρτα και η Ευρυτανία με 32% και 37%, αντίστοιχα. Δηλαδή ακόμα υψηλότερο και από το «ιστορικό υψηλό» που αναμένουν οι ειδικοί για τη χώρα μετά το 2050!
Η γήρανση του πληθυσμού χαρακτηρίζει κυρίως την ηπειρωτική Ελλάδα, όμως υπάρχει και μία ακόμα πιο σοβαρή πτυχή που συνήθως μένει αθέατη. Αυτό που οι αναλυτές ονομάζουν «υπεργηρία», δηλαδή οι ηλικίες των 85 και άνω. Εκεί υπάρχουν ακόμα μεγαλύτερες αποκλίσεις από τον εθνικό μέσο όρο, με 7 από 51 νομούς της χώρας να έχουν ποσοστά «υπεργηρίας» 1,5 φορά υψηλότερα από αυτά του μέσου όρου. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής είναι μια κατάκτηση της επιστήμης και της εποχής μας, όμως σε συνδυασμό με τις μειωμένες γεννήσεις, δημιουργεί τις συνθήκες για τη μάστιγα της εποχής μας: τη μοναξιά. Δείτε πώς περιγράφουν οι καθηγητές το μέλλον: «Λαμβάνοντας υπόψη ότι στις μετά το 1970 γενεές παρατηρείται μείωση της γαμηλιότητας και αύξηση των διαζυγίων καθώς και του ποσοστού όσων δεν θα έχουν παιδιά, ένα διαρκώς αυξανόμενο πλήθος ηλικιωμένων θα βρεθεί μετά τα 65 του με πολύ λίγα άτομα στο στενό του οικογενειακό περιβάλλον την τελευταία περίοδο της ζωής του. Το κράτος προνοίας -και όχι η οικογένεια- θα κληθεί επομένως να καλύψει όλο και περισσότερο τις ανάγκες των ατόμων αυτών».