Στη μία πλευρά βρίσκεται η δεξιά πλευρά του κόμματος που ήλπιζε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αποδειχτεί ο κομμουνιστοφάγος που θα εξαφανίσει το επάρατο «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς». Στην άλλη οι ποταμίσιοι, δρασίτες και οι σχετικοί που έβλεπαν τη Ν.Δ. σαν… Δούρειο Ιππο που θα τους οδηγούσε στην κατάληψη της εξουσίας. Αμφότερες οι πλευρές πίστευαν ότι από τις αποφάσεις που θα πάρει η κυβέρνηση για την κηδεία του πρώην άνακτος θα αποδειχθεί ότι αυτοί είναι που έχουν πάρει το πάνω χέρι και στις επόμενες εκλογές όποιος θέλει να βρίσκεται κοντά στην εξουσία πρέπει να τα έχει καλά μαζί τους.
Το θέμα ξεκαθαρίστηκε με τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η οποία επικεντρώθηκε στον ανθρώπινο χαρακτήρα του γεγονότος, χωρίς φιλιππικούς και κατηγορίες. Επειδή, όμως, η προσπάθεια θα συνεχιστεί με τα «εμάς ακούει, γιατί αν δεν μας ακούσει, δεν πρόκειται να ξαναπάρει τις εκλογές» ένα πράγμα. Οπως μου έλεγε ένας φίλος που έχει σχέση με το Μαξίμου, κανένας πλέον δεν μπορεί να επηρεάσει τον Μητσοτάκη. Θα κερδίσει ή θα χάσει ακούγοντας μόνο το πολιτικό του αισθητήριο.
Από την άλλη, ο βήχας, ο έρωτας και η μόρφωση δεν κρύβονται. Και το τελευταίο φάνηκε στη δήλωση για τον θάνατο του Κωνσταντίνου. Μετά την πολιτική αναφορά για τα «τραύματα τα οποία επούλωσαν, ωστόσο, οι επιλογές, η ελεύθερη συνείδηση και η ωριμότητα του λαού μας. Αλλά και η διακριτική, είναι αλήθεια, στάση του ιδίου σε όλα τα χρόνια της Μεταπολίτευσης» που δεν προσπαθεί να κολακεύσει μόνο τον κόσμο αλλά και να αποτίσει τιμή στον πρώην βασιλέα που δέχτηκε χωρίς αντιδράσεις το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, υπάρχουν οι ανθρώπινες αναφορές.
Το τέλος της δήλωσης «Τον λόγο, πλέον, έχει η Ιστορία. Αυτή θα κρίνει δίκαια και αυστηρά τον Κωνσταντίνο της δημόσιας ζωής. Γιατί τον άνθρωπο Κωνσταντίνο τον συνοδεύει, ήδη, η θλίψη και ο σεβασμός μπροστά στην απώλεια της ίδιας της ζωής» είναι λογοτεχνία. Αν όχι ανάλογο με το τέλος του Μπάρι Λίντον «Ηταν στη βασιλεία του Γεωργίου του Β’ που τα προαναφερθέντα πρόσωπα έζησαν και διαφώνησαν. Καλοί ή κακοί, όμορφοι ή άσχημοι, πλούσιοι ή φτωχοί είναι ίσοι τώρα», καλύτερο από τις κλασικές επικήδειες αναφορές των κομμάτων, που στον ξύλινο λόγο τους το μόνο που μοιάζει να αλλάζει είναι το όνομα.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Με ένα σμπάρο δυο (;) τρυγόνια
Το σχέδιο για το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο πρέπει να είναι το πρώτο ανάμεσα στα μεγάλα έργα που έχει αναφορές στην αρχιτεκτονική παράδοση της Ελλάδας. Αντίθετα με το κτίριο της Πινακοθήκης, που θα μπορούσε να είναι ασφαλιστικής εταιρίας, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Συγγρού, που σαν εργοστάσιο Φιξ ήταν πιο καλαίσθητο, και τον πύργο στο Ελληνικό, που θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στα Εμιράτα, το σχέδιο για το Αρχαιολογικό Μουσείο, που περιλαμβάνει και το ξενοδοχείο Ακροπόλ, αισθητικά είναι… Ελλάδα. Ελλάδα όμως είναι και η αλλαγή χρήσης του χώρου του Πολυτεχνείου, που στα ρεπορτάζ η κυβέρνηση δεν μοιάζει το ίδιο αποφασιστική.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να αλλάξει είναι η χρήση του χώρου του Πολυτεχνείου που δημιουργήθηκε από κληροδοτήματα. Το κύριο όμως πρόβλημα είναι οι διαμαρτυρίες που η κυβέρνηση περιμένει. Κάτι που φαίνεται και από τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ότι το γλυπτό του Νίκου Σβορώνου θα παραμείνει στον προαύλιο χώρο και ότι τα τμήματα του χώρου που σχετίζονται με την εξέγερση του ‘73 θα παραμείνουν ως έχουν. Ετσι, όμως, και η πύλη του Πολυτεχνείου θα πρέπει να παραμείνει ως έχει. Και τελικά θα υπάρξει ένα Αρχαιολογικό Μουσείο και ένα της Φοιτητικής Εξέγερσης του ‘73.
Τα Γλυπτά και ο «ασκός του Αιόλου»
Μια λοιπόν που γίνεται συζήτηση για το σχέδιο του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου, να γίνει και μια αναφορά στην υπόθεση της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα. Την οποία σαν Ελλάδα αντιμετωπίσαμε σαν σίγουρη με μόνη εκλεξιμότητα τις λεπτομέρειες, αν θα τα πάρουμε με χρόνο δανεισμού ή με αόριστη διάρκεια. Αν εμείς έχουμε τον Αλέξη Τσίπρα με τη Δέσποινα Κουτσούμπα και τη Σία Αναγνωστοπούλου να ποζάρουν σε στάση προβληματισμού με φόντο την Ακρόπολη, οι Βρετανοί έχουν την υπουργό Πολιτισμού Μισέλ Ντόνελαν να δηλώνει ότι αν τα δώσουν στην Ελλάδα ανοίγει ο «ασκός του Αιόλου». Το πρόβλημα για τη Βρετανία είναι ότι αν δώσει τα Γλυπτά, ανοίγει την πόρτα σε διεκδικήσεις άλλων χωρών που ιστορικά έργα τους είχαν μεταφερθεί στη Βρετανία τον 18ο και τον 19ο αιώνα.
Ο άνθρωπος έχει την τάση να κρίνει παλαιότερες εποχές με τα μέτρα της εποχής του. Κάτι που σήμερα αντιμετωπίζεται σαν κλοπή πριν από 200 χρόνια ήταν συνεισφορά στο να καταλάβουν οι αναπτυγμένες χώρες ότι στο παρελθόν άλλες χώρες που σήμερα θεωρούν υπανάπτυκτες είχαν αναπτύξει πολιτισμό. Αν για την Ελλάδα το πρόβλημα δεν ήταν μεγάλο, αφού η αρχαία ελληνική κουλτούρα είχε μελετηθεί στην Οξφόρδη και το Κέμπριτζ, άλλες χώρες όπως η Αίγυπτος προβλήθηκαν μέσα από τα εκθέματα των μουσείων.