Η ψευδαίσθηση της ριζοσπαστικοποίησης, το διάχυτο κοινωνικό μίσος, η θεοποίηση του μαζικού εξτρεμισμού. Από κοντά και μια ολόκληρη μεταπολιτευτική παράδοση αριστερίστικης βίας. Μα πάνω από όλα; Η με διάφορους τρόπους πολιτική νομιμοποίηση της βίας. Από την ακραία εκδοχή της φανερής αποδοχής των δολοφονιών της 17Ν μέχρι τη σιωπηρή ανοχή και στο διαρκώς αμήχανο αφήγημα του κύριου σώματος της εξουσιαστικής αριστεράς στα φαινόμενα της εξτρεμιστικής βίας, πέρασαν περίπου 40 χρόνια συμβιωτικής σχέσης με τη βία. Oχι τη λεκτική ή την ψυχολογική. Αλλά με τη φυσική. Με τη σωματική και υλική βία στους δρόμους και εναντίον ανθρώπων. Αυτή που αφήνει νεκρούς και συντρίμμια.
Ποια είναι η χειρότερη συνέπεια αυτής της συμβίωσης; Οτι αυτή η ιδιότυπη «κινηματική βία» θεωρείται πλέον αυτονόητο, πιθανώς και ύπουλα χρήσιμο δομικό στοιχείο της καθημερινής πρακτικής της δημοκρατίας στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Δηλαδή, κοινωνική συνθήκη που αντιμετωπίζεται με τη λογική «Εντάξει, μωρέ, τι να κάνουμε, υπάρχουν και αυτά. Και πού ξέρεις; Τον φόβο τους να έχουν…».
Η κατασκευή και η δημόσια τιμωρία «εχθρών», η βία -φυσική και λεκτική-, οι τραμπουκισμοί, η δράση των λούμπεν στοιχείων και των φασιστοειδών με την ασύδοτη δράση εντός του ελληνικού πανεπιστημίου δεν είναι κάτι καινούργιο, λοιπόν. Από το χτίσιμο γραφείων καθηγητών, το κρέμασμα ταμπέλας στον λαιμό του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, το γκρέμισμα της βιβλιοθήκης στο ΑΠΘ, οι επιθέσεις, τα χουλγκάνικα ραντεβού «για ξύλο» μέσα και έξω από τα αμφιθέατρα και διάφορα άλλα.
Η επίθεση εναντίον αστυνομικών από το ΑΠΘ, το επεισόδιο στη Νομική με την επίθεση κουκουλοφόρων εναντίων φοιτητών που συμμετείχαν σε συζήτηση για τις επαγγελματικές προοπτικές με αμάρτημα το γεγονός ότι την είχε διοργανώσει η ΔΑΠ, η εισβολή πριν από μερικές ημέρες στον ΙΑΝO σε συζήτηση για τα Τέμπη, συνιστούν ακόμα μία -και μάλιστα μεγάλη- νεκρανάσταση της τριτοκοσμικής εικόνας της βίας.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να βγάλει από το μυαλό της την οποιαδήποτε εκδοχή πολιτικής συναίνεσης για την αντιμετώπιση και αυτού του φαινομένου. Και σε αυτό, ιδίως σε αυτό, είναι μόνη της. Απελπιστικά μόνη της και το κακό δεν θέλει πολύ να γίνει. Το πολύ κακό…