Η διαβούλευση για το φορολογικό νομοσχέδιο ολοκληρώθηκε και έρχεται η ώρα των αποφάσεων για το οικονομικό επιτελείο σχετικά με την τελική μορφή που θα πάρουν οι διατάξεις για το σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών.
Ο πρωθυπουργός, από τη Βουλή, επεσήμανε ότι βελτιώσεις μπορούν να γίνουν, αλλά η κεντρική φιλοσοφία του νομοσχεδίου δεν θα ανατραπεί, μάλιστα έφερε ως παράδειγμα προς αποφυγήν τη ματαίωση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Γιαννίτση.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, εξετάζει το ενδεχόμενο να μπορούν οι επαγγελματίες να αμφισβητούν το τεκμαρτό εισόδημα υπό τον όρο ότι σε αυτή την περίπτωση θα δέχονται πλήρη φορολογικό έλεγχο.
«Πληρώνεις τεκμαρτό φόρο ή ελέγχεσαι» δηλαδή και η αλλαγή αυτή είναι σωστή, την είχαμε προτείνει εξαρχής ως έναν μηχανισμό ώστε και το νέο σύστημα να εφαρμοσθεί, αλλά και τα τεκμήρια να είναι μαχητά για έναν επαγγελματία που πράγματι δεν είχε υψηλά εισοδήματα σε μια «κακή» για τον ίδιο χρονιά.
Είμαστε βέβαιοι ότι η συντριπτική πλειονότητα των ελεύθερων επαγγελματιών θα δεχθεί να πληρώσει το φόρο που προκύπτει από το ελάχιστο εισόδημα, κανείς δεν θα ήθελε να μπει στο στόχαστρο της εφορίας, που θα ξετινάξει περιουσίες, τραπεζικούς λογαριασμούς και συνδεδεμένες εταιρίες σε βάθος πενταετίας ή και δεκαετίας.
Ολα ξεκινούν από το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη φοροδιαφυγή όχι μόνο στους τεχνίτες, αλλά και στα αποκαλούμενα «ευγενή επαγγέλματα». Αρκετές συναλλαγές γίνονται χωρίς απόδειξη και η εφορία χάνει έσοδα, τα οποία αναζητεί φορολογώντας τους συνεπείς πολίτες. Οταν το 85% των επαγγελματιών δηλώνει εισοδήματα κάτω από 10.000 ευρώ και το 50% μηδενικά εισοδήματα, τότε απαιτείται παρέμβαση χωρίς άλλες καθυστερήσεις.
Ο μέσος φόρος για το 85% των επαγγελματιών είναι 867 ευρώ μαζί με το τέλος επιτηδεύματος, ενώ οι επιβαρύνσεις για τον μέσο μισθωτό είναι 1.160 ευρώ και για τους συνταξιούχους 847 ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών.
Το τεκμήριο θεσπίζεται για να σταματήσει η κραυγαλέα φοροδιαφυγή, ταυτόχρονα όμως η κυβέρνηση οφείλει να ενεργοποιήσει όλους τους μηχανισμούς εντοπισμού κρυμμένων εισοδημάτων. Το ελάχιστο εισόδημα διασφαλίζει ότι όλοι θα πληρώνουν μίνιμουμ φόρο που αναλογεί στον βασικό μισθό ενός εργαζομένου, αλλά η εφορία μπορεί να αξιοποιήσει μηχανισμούς διασταύρωσης που διαθέτει για να περιορίσει τους θύλακες της φοροδιαφυγής.
Οι αντιδράσεις των επαγγελματικών συλλόγων είναι υπερβολικές, θα περιμέναμε, για παράδειγμα, από τους δικηγορικούς συλλόγους να ξεκινήσουν εκστρατεία για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής που υπάρχει στους κόλπους τους και η οποία, τελικά, λειτουργεί σε βάρος των έντιμων και μάχιμων δικηγόρων, που εκδίδουν παραστατικά για το σύνολο των αμοιβών τους. Το ίδιο ισχύει για τα σωματεία των τεχνικών επαγγελμάτων, που κλείνουν τα μάτια τους στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή και αντιδρούν στο ελάχιστο εισόδημα.
Οι κοινωνικές δυνάμεις, με ποσοστά που ξεπερνούν το 60%, τάσσονται υπέρ του νέου συστήματος, γιατί η φοροδιαφυγή εξελίσσεται μπροστά τους. Το νέο σύστημα πρέπει να εφαρμοσθεί και όσοι έχουν αντίρρηση ας προσκαλέσουν την εφορία σπίτι τους για να ελέγξει περιουσίες και βιβλία.