Για παράδειγμα, ποιος μπορεί να παρουσιάσει επεξεργασμένο σχέδιο για την οικονομία μέσα σε 90 δευτερόλεπτα, όταν μάλιστα πολλές φορές οι ερωτήσεις δεν ήταν και απολύτως σχετικές με τη θεματική ενότητα;
Επομένως, ποιος βγήκε κερδισμένος από αυτή την εξέλιξη; Οταν όλοι δηλώνουν νικητές, πραγματικός κερδισμένος είναι αυτός που προηγείται στην κούρσα για τις κάλπες. Ωστόσο, κάποια συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν:
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνθηκε στο χώρο του Κέντρου και της μεσαίας τάξης επιμένοντας στην παρουσίαση μέρους του προγράμματός του για την επόμενη τετραετία με σοβαρότητα και σταθερότητα. Εδωσε έμφαση στην οικονομία, στη δημιουργία θέσεων εργασίας για τους νέους, ενώ δεν έκρυψε τις ευθύνες για λάθη και αστοχίες στο ζήτημα των υποκλοπών και την τραγωδία των Τεμπών. Δεν θέλησε να αντιπαρατεθεί με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς, επέμεινε στο δικό του σχέδιο και το ποιος μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα τη χώρα και έκλεισε το «ντιμπέιτ» με στιβαρό και δομημένο λόγο για το διακύβευμα της κάλπης.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ρίσκαρε όσο θα χρειαζόταν για να ανακατέψει την τράπουλα. Οταν οι δημοσκοπήσεις φέρνουν το κόμμα του να υπολείπεται της Νέας Δημοκρατίας κατά 6-6,5 μονάδες, δεν θα είχε να χάσει τίποτα εάν επιχειρούσε «φουλ επίθεση». Δυσκολεύθηκε να υπερασπιστεί την αξιοπιστία των υποσχέσεών του όταν ρωτήθηκε για την οικονομία και τις περικοπές των συντάξεων που έγιναν επί διακυβέρνησής του, ενώ επιχείρησε να στρώσει γέφυρες συνεννόησης με τον Ανδρουλάκη (για το θέμα των διοικήσεων στα νοσοκομεία) και τον Κουτσούμπα (για την κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής).
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο Νίκος Ανδρουλάκης πυροδότησε τη συζήτηση όταν είπε ότι κάποιοι πρέπει να πάνε φυλακή για τις υποκλοπές, ενώ προσπάθησε να τηρήσει ίσες αποστάσεις από Μητσοτάκη και Τσίπρα. Τελικώς… έσπασε κάθε πεδίο συνεννόησης με τον πρωθυπουργό (κάτι που τελικώς ευνοεί την ατζέντα της Ν.Δ. για ανάγκη αυτοδύναμης κυβέρνησης), ενώ άφησε αιχμές και για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, ότι, συμφωνώντας για αξιοκρατικές τοποθετήσεις διοικητών, δεν θα ξαναμπεί πρόεδρος στο Νοσοκομείο Σαντορίνης ιδιοκτήτης βουλκανιζατέρ, όπως είχε γίνει το 2015. Ατυχη στιγμή το γλωσσικό του λάθος όταν μίλησε για τον «διευθύνων».
Ο γ.γ. του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας, απέρριψε κάθε σενάριο στήριξης ή ανοχής λέγοντας στον Τσίπρα να μην ξύνεται στην γκλίτσα του τσοπάνη για τη «μούφα» της προοδευτικής διακυβέρνησης και έμεινε στις γνωστές θέσεις του.
Ο Κ. Βελόπουλος απευθύνθηκε στο κοινό του γνωρίζοντας από τηλεοπτικό χρόνο και προσπάθησε να καλύψει τις απώλειες που είχε το κόμμα του στις δημοσκοπήσεις με συνεχείς αναφορές στη θρησκεία και στις παραδόσεις, αλλά οι προτάσεις του για την ανάγκη ύπαρξης παράλληλου νομίσματος προβλημάτισαν.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης, αν και επικοινωνιακά έχει τεράστιες δυνατότητες, μιλούσε σαν να απευθυνόταν σε αμφιθέατρο πανεπιστημιακής σχολής, ενδεχομένως αυτός να ήταν ο στόχος του, ωστόσο δεν ξεχώρισε ούτε για τις αντιπαραθέσεις του, αλλά ούτε και για την απάντησή του για το πώς θα αντιμετώπιζε ένα θερμό επεισόδιο τύπου Ιμίων.
Συνολικά, οι εντυπώσεις της τηλεμαχίας σβήνουν εύκολα, ενώ δεν προκλήθηκε αλλαγή στους συσχετισμούς των πολιτικών δυνάμεων. Αυτό που μένει είναι η ουσία, η οποία βρίσκεται στις θέσεις και σε αξιόπιστα προγράμματα.