Δύο μαυροντυμένοι δολοφόνοι, με κρυμμένα πρόσωπα και κουκούλες κατεβασμένες, σπάζοντας το κρύσταλλο της βιτρίνας, πέταξαν μέσα δύο μολότοφ. Το διατηρητέο νεοκλασικό, με τους καλυμμένους τοίχους από μπουαζερί, λαμπάδιασε.
Η 5η Μαΐου έπρεπε να είναι ημέρα πένθους όχι μόνον συγγενών, φίλων και συναδέλφων των τριών αθώων που δολοφονήθηκαν, αλλά όλων μας. Και όχι επειδή περιμένουμε δεκατέσσερα χρόνια να αποδοθεί Δικαιοσύνη, αλλά επειδή υπήρξαν οι πρόθυμοι που πίστεψαν ότι «λεφτά υπάρχουν». Η απογοήτευσή τους έγινε τυφλό μίσος. Το σύνθημα «Φωτιά στην τράπεζα», που είχε γραφτεί με μαύρη μπογιά, το πρωί της 5ης Μαΐου, στον τοίχο της Μαρφίν, ακολούθησε το σύνθημα «Να καεί το μπουρδέλο η Βουλή».
Η γενική απεργία που είχε κηρυχτεί, με πορεία προς τη Βουλή, από το ΠΑΜΕ, την ΑΔΕΔΥ και τη ΓΣΕΕ, είχε ως αιτία τα μέτρα λιτότητας που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου. Γι’ αυτούς που συνωθούνταν έξω από την τράπεζα και δεν άφηναν τα πυροσβεστικά οχήματα να περάσουν και πετούσαν πέτρες, προπηλακίζοντας όσους υπαλλήλους κατάφεραν να συρθούν -με εγκαύματα και καμένα πνευμόνια- έξω από την κόλαση, πιστεύω πως θα πληρώνουν, σε όλη τους τη ζωή, την απανθρωπιά τους. Αυτές οι ανθρώπινες απώλειες θα τους ακολουθούν διά παντός. Το ταξικό μίσος έβαλε φωτιά στην τράπεζα και χάθηκαν τρεις άνθρωποι που πήγαν στη δουλειά τους από φόβο μήπως απολυθούν στη μεγάλη κρίση που ερχόταν.
Δωρεάν συγκοινωνίες στο Βελιγράδι
Πάνε δεκατέσσερα χρόνια από την ημέρα που οι υπηρέτες του διχασμού, της πολιτικής υποκρισίας, της ιδεολογικής μισαλλοδοξίας πήραν τις ζωές τριών ανθρώπων. Κυκλοφορούν ακόμα ανάμεσά μας, ατιμώρητοι. Οχι πως δεν υπάρχουν εκείνοι που ξέρουν ποιοι έκαψαν τη Μαρφίν: οι ινστρούχτορές τους, που τους παρακίνησαν, οι «παρέες» τους, οι «σύντροφοί» τους, που ξέρουν πως είναι αυτοί που πέταξαν τις μολότοφ, καίγοντας αθώους. Κρατούν το στόμα τους κλειστό, μοιράζοντας μαζί τους τη φρικαλεότητα της συνενοχής τους. Εκείνη την ημέρα δεν έγινε καμία σύλληψη από την Αστυνομία. Ούτε σε όσες, επόμενες, μαζικές συγκεντρώσεις και πορείες ακολούθησαν, καταστρέφοντας περιουσίες, καίγοντας νεοκλασικά στο κέντρο της Αθήνας έως τον Ιανουάριο 2015, που ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ και πια οι οργισμένες πορείες ξέμειναν από τους καθοδηγητές, που έγιναν υπουργοί.
Η ευθύνη της τράπεζας αναδείχθηκε από την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων προστασίας. Δικάστηκαν και καταδικάστηκαν στελέχη της, το 2013, χωρίς να μπει κανείς μία μέρα φυλακή. Αλλά καμία αποζημίωση δεν ισοφάρισε τις τραγικές απώλειες. Ελέχθη ότι το αναρχικό κίνημα απώλεσε την «ιδεολογική του νομιμοποίηση» και ότι η πλατεία Συντάγματος ήταν η συνέχεια του λαϊκού αγώνα.
Το 2020 ειπώθηκε ότι υπήρχαν «νέα στοιχεία» για τον εμπρησμό της Μαρφίν κ.λπ. κ.λπ. Αλλά φέτος συμπληρώθηκαν δεκατέσσερα χρόνια σιωπής…