Την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε. και τη σπουδή της να περάσει στην πράσινη ανάπτυξη χωρίς να αναθεωρεί το ρυθμό της μετάβασης ενώ έχουν μεσολαβήσει κοσμογονικά γεγονότα από τότε που ελήφθη η -σωστή τότε- απόφαση του 2020. Δύο πόλεμοι, μία πανδημία και μία πρωτοφανής ενεργειακή κρίση είναι λόγοι που επιβάλλουν την αναθεώρηση της ΚΑΠ, η οποία μεταξύ άλλων έχει εκτινάξει το κόστος της παραγωγής στον πρωτογενή τομέα.
Η βραδυκίνητη Ε.Ε. αποδεικνύει για μια ακόμα φορά ότι δεν έχει αντανακλαστικά και αποφασιστικότητα να προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα, τα οποία όλο και πιο αναπάντεχα δημιουργούνται τα τελευταία χρόνια. Παραμένει ένας αρτηριοσκληρωμένος οργανισμός, με χαμηλού επιπέδου πολιτική ηγεσία και αδυσώπητη γραφειοκρατία. Ο οποίος μάλιστα δεν αντιλαμβάνεται ότι με την ανεπαρκή πολιτική του θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξή του.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ο ευρωσκεπτικισμός έχει πάρει ήδη τη μορφή της Ακροδεξιάς και εξαπλώνεται. Οι ευρωεκλογές βρίσκονται πλέον στην ορατή απόσταση των μόλις 3 μηνών. Κι όμως, η γραφειοκρατία των Βρυξελλών καθεύδει και υποτάσσεται στις μονομανίες του Ευρωπαϊκού Βορρά. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι πως και οι δύο βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες της ευρωπαϊκής ομογενοποίησης και προόδου, η Γερμανία και η Ολλανδία, δεν ευημερούν πλέον και είναι άμεσα εκτεθειμένες στους κινδύνους των δικών τους επιλογών. Η γερμανική οικονομία δοκιμάζεται σκληρά και εργαζόμενοι βγαίνουν στους δρόμους. Ενώ στην Ολλανδία η Ακροδεξιά καθορίζει την κυβέρνησή της.
Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα από την οποία μπορεί να προκύψει ουσιαστική λύση στο υπαρκτό πρόβλημα του σχεδόν απαγορευτικού αυξημένου κόστους παραγωγής στον πρωτογενή τομέα. Υπάρχει όμως και η μικρή εικόνα. Που αφορά στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Με περισσή ευκολία ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και λοιπά κομματίδια που κινούνται στα δεξιά της Ν.Δ. «απαιτούν» λύσεις από την κυβέρνηση, θεωρώντας ότι δεν συμβαίνουν όλα τα παραπάνω.
Αγνοια; Προφανώς όχι για όλους. Λαϊκισμός; Ασφαλώς. Κυρίως όμως μικροπολιτική νοοτροπία. Ταυτιζόμενοι με εκείνη την τάση των αγροτών, η οποία είναι κολλημένη στο «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά», νομίζουν πως θα έχουν κομματικό όφελος. Το πραγματικά σημαντικό είναι πως, πλέον, δεν είναι όλοι οι αγρότες προσκολλημένοι στην καταστροφική νοοτροπία του παρελθόντος. Κι αυτό το βλέπεις από τον τρόπο που μιλάνε μέχρι τη σοβαρή προσπάθεια που έκαναν να μην κλείσουν τις εθνικές οδούς και πυροδοτήσουν τον κοινωνικό αυτοματισμό.
Η πλειοψηφία των αγροτών προχωράει. Σε αντίθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που παραμένουν εγκλωβισμένα στον αρνητισμό, το λαϊκισμό και την καταστροφολογία. Με αποτέλεσμα να μην έχουν σοβαρή, τεκμηριωμένη και κοστολογημένη αντιπρόταση. Η κυβέρνηση αντιμετώπισε -μετά την αρχική αρνητική αντίδραση του υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης- με ευαισθησία, κατανόηση και σοβαρότητα τα υπαρκτά προβλήματα των αγροτών. Και εξάντλησε τα δημοσιονομικά περιθώρια που έχει, χωρίς να διακινδυνεύει τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της οικονομίας. Αδικώντας ίσως άλλους επαγγελματικούς κλάδους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα με τους αγρότες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ συνεχίζουν να μασούν την παλιά καραμέλα με τις καταργήσεις φόρων (ΦΠΑ, ΕΦΚ), χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να πουν από πού θα βρεθούν τα χρήματα για να αναπληρώσουν τα δημόσια έσοδα. Υπόσχονται ανέξοδα αύξηση του εισοδήματος χωρίς να δείχνουν την πηγή χρηματοδότησης. Η κυβέρνηση και φόρους μείωσε και σε εισοδηματική ενίσχυση προχωράει. Λελογισμένα και σταθερά. Η πλειοψηφία των αγροτών ξέρει αδιαμεσολάβητα και αν είναι «ψίχουλα» αυτά που πήραν κι αν είναι ρεαλιστικές οι προσδοκίες που καλλιεργούν οι πλειοδότες της «κοινωνικής ευαισθησίας».
Προχθές ο Κ. Μητσοτάκης στη συνέντευξή του στο STAR είπε «κάτι» το οποίο επιχειρήθηκε μέχρι και να λοιδορηθεί. Είπε ότι οι κινητοποιήσεις των αγροτών είναι πίεση προς τις Βρυξέλλες και «διαπραγματευτικό όπλο» για την αλλαγή της ΚΑΠ. Οι «αμέριμνοι» της «εύφορης κοιλάδας» συνεχίζουν λαϊκίζοντας να κοιτούν το δέντρο και να μη βλέπουν το δάσος. Και μετά αναρωτιούνται γιατί ενώ συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν ο Κ. Μητσοτάκης έχει πενταπλάσιο ποσοστό και από τον Στ. Κασσελάκη και από τον Ν. Ανδρουλάκη ως προς την καταλληλότητα για την πρωθυπουργία. Αναρωτιούνται γιατί η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος (αδιάφορη η «μάχη» για τη δεύτερη θέση) παραμένει στην περιοχή του 20%. Μάλλον με την απορία θα μείνουν, όσο δεν σοβαρεύονται και δεν αντικαθιστούν τα λεφτόδεντρα και το λαϊκισμό με σοβαρή εναλλακτική πρόταση…
ΑΙΧΜΗ
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Η «ΧΑΛΑΡΗ ΨΗΦΟΣ» ΕΙΝΑΙ… ΣΚΛΗΡΗ
Η κυβέρνηση περνά τη «διαβολοβδομάδα», αφού έχει περάσει «διαβολομήνες». Σε τρεις μήνες θα γίνουν οι ευρωεκλογές. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μεγάλο μέρος των πολιτών αντιμετωπίζει τις επικείμενες ευρωεκλογές σαν να ήταν εθνικές εκλογές.
Η λογική λέει ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα ήταν εκείνα που θα επεδίωκαν να μην επικρατήσει η λογική της «χαλαρής ψήφου» στις ευρωεκλογές. «Παραδόξως», όμως, ο Κ. Μητσοτάκης είναι εκείνος που λέει ανοιχτά πως «καμία εθνική κάλπη δεν είναι χαλαρή», ανεβάζοντας τον πήχη της πολιτικοποίησης των ευρωεκλογών. Κάποιοι θα έλεγαν, σκεπτόμενοι συντηρητικά, τι θέλει τώρα να δώσει πολιτικό βάρος στις ευρωεκλογές; Γιατί να δώσει προστιθέμενη πολιτική αξία στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, οι οποίες παραδοσιακά, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων -όπως το 2014 ή το 2019- είναι πιο «χαλαρές» και «ευκαιρία διαμαρτυρίας» εκ του ασφαλούς;
Η απάντηση προφανώς είναι απλή και προκύπτει από την πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι χθες το βράδυ έψαχνε με ποιον αρχηγό θα κατέβει στις ευρωεκλογές. Κι αυτό ενώ συνεχίζονται και η δημοσκοπική κατρακύλα του και τα διαλυτικά φαινόμενα στους κόλπους του. Το ΠΑΣΟΚ, έστω και δεύτερο, έχει κολλήσει σε ποσοστά που είναι απαγορευτικά, ώστε να αποτελέσει υποψία εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης. Η επιστολική ψήφος σε κάποιο βαθμό θα ανανεώσει και θα διευρύνει το εκλογικό σώμα. Ο γάμος των ομοφύλων βρίσκεται πίσω, ενώ μπροστά είναι τα μη κρατικά πανεπιστήμια, η αυστηροποίηση της Δικαιοσύνης, η αντιμετώπιση των παράνομων καταλήψεων και η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, που θα τον φέρει πάνω από τα 800 ευρώ.
Ο πρωθυπουργός, ξέροντας ότι ένα καλό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές (π.χ. η διαφορά από το δεύτερο κόμμα να είναι πάνω από 16%-17% ή το άθροισμα των ποσοστών του δεύτερου με το τρίτο κόμμα να είναι μικρότερο από το ποσοστό του πρώτου κόμματος) ουσιαστικά θα μηδενίσει το κοντέρ και θα έχει μπροστά του μια καθαρή τριετία, παίρνει το ρίσκο. Σε αντίθεση με την αντιπολίτευση που εξαντλείται στη «μάχη της δεύτερης θέσης». Την ατζέντα όμως τη βάζει ο έχων την πρωτοβουλία των κινήσεων και όποιος αισθάνεται πολιτικά ασφαλής ότι υπερέχει. Αρα, η ψήφος των ευρωεκλογών δεν θα είναι χαλαρή, αλλά πολιτικά σκληρή.
ΑΠΟΡΙΕΣ -1
Τελικά, ο ΣΥΡΙΖΑ τι ψάχνει; Εν δυνάμει πρωθυπουργό ή εγκαταστάτη κλιματιστικών στα ΕΠΑ.Λ.;
ΑΠΟΡΙΕΣ -2
Γιατί η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Μέτσολα, «άδειασε» τόσο άγαρμπα το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για το κράτος δικαίου και την ελευθεροτυπία στην Ελλάδα;
ΑΠΟΡΙΕΣ -3
Γιατί, για να γίνει η δίκη για το Μάτι, χρειάστηκαν 5 χρόνια, ενώ η δίκη για τα Τέμπη μόλις ένα χρόνο;
ΑΠΟΡΙΕΣ -4
Το έντονο διάβημα του ΥΠΕΞ για την παράνομη τουρκική NAVTEX δείχνει την αρχή του τέλους της Διακήρυξης των Αθηνών;