Τον καιρό του Στάλιν έζησαν μόνο φτώχεια και καταπίεση. Τώρα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Γνώρισαν την ευημερία, ταξίδεψαν σε Ευρώπη και Αμερική, κινήθηκαν σε ανοιχτό περιβάλλον.
«Οσοι γεύτηκαν την ελευθερία δεν πρόκειται να την απαρνηθούν», επιμένει σθεναρά ο Μπελκόφσκι, κόντρα στο κύμα αυταρχισμού που σαρώνει τη ρωσική κοινωνία. Λίγες μέρες μετά η «Ηχώ της Μόσχας» σίγησε και οι δημοσιογράφοι της προσπαθούν να βγάλουν ό,τι μπορούν στο YouTube και στο Telegram.
Με κίνδυνο να συλληφθούν και να καταδικαστούν σε 15 χρόνια φυλακή για «διασπορά ψευδών στρατιωτικών πληροφοριών». Οι στατιστικές της ρωσικής προπαγάνδας θέλουν το 70% του πληθυσμού να υποστηρίζει την «επιχείρηση» στην Ουκρανία.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Το ίδιο το καθεστώς, λοιπόν, ομολογεί ότι υπάρχει τουλάχιστον ένα 30% που σκέφτεται διαφορετικά, αλλά δεν του επιτρέπεται να εκφράζει δημόσια τη γνώμη του. Ισως ένα 50%-50% να ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα δύο νέοι, καθημερινοί Ρώσοι που είναι αδύνατον να συνεννοηθούν με τους 70άρηδες γονείς τους – ανθρώπους γαλουχημένους σε σοβιετικό περιβάλλον κι εκπαιδευμένους να μην αμφισβητούν την εξουσία. Η 45χρονη Μαρίνα είναι μια επιχειρηματίας από τη Μόσχα που μάταια προσπαθεί να πείσει τους δικούς της για το τι γίνεται στη Μαριούπολη, δείχνοντάς τους φωτογραφίες από ξένα πρακτορεία.
«Μου λένε ότι είμαι θύμα της δυτικής προπαγάνδας, γι’ αυτό, όποτε πάω να τους δω, κλείνουμε την τηλεόραση και μιλάμε για άλλα», είπε στην «Il Fatto Quotidiano». Τα ίδια τραβάει και ο 39χρονος Μοσχοβίτης σχεδιαστής Βαντίμ, στην απέλπιδα προσπάθειά του να πείσει τους γονείς του ότι ο εβραίος Ζελένσκι δεν μπορεί να είναι ναζί και ότι ο ρωσικός στρατός δεν πολεμάει για να σώσει γυναικόπαιδα από «τοξικομανείς φασίστες».
«Ωρες-ώρες», εξομολογείται, «σκέφτομαι μήπως πρέπει να πιστέψω κι εγώ αυτή την ιστορία, για να σώσω την ψυχική μου υγεία και να κοιμηθώ επιτέλους ήσυχα…».