Την τελευταία περίοδο είναι φανερό ότι κάποιοι, γνωστοί μέσες άκρες, κύκλοι προσπαθούν να αναβιώσουν ένα κλίμα φόβου και τρομοκρατίας. Και δεν πρόκειται μόνο για φραστικές απειλές ή «τρικάκια», υπάρχει και η σοβαρότερη έκφανση της βίας με πλοκάμια μέσα στον υπόκοσμο της νύχτας.
Οι βομβιστικές επιθέσεις στα ΜΑΤ αλλά και στο κέντρο της Αθήνας έξω από το υπουργείο Εργασίας αποτελούν τα τελευταία δείγματα της προσπάθειας αυτής, που βασικό στόχο έχει να σπείρει το μικρόβιο του τρόμου, και κυρίως να εμφανίσει την Ελλάδα ως ανήμπορη να προστατεύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς και τους πολίτες.
Το έχουμε ξαναζήσει το σκηνικό και στο πρόσφατο παρελθόν. Οι διαδηλώσεις την περίοδο της πανδημίας υπέρ του «δίκαιου αγώνα» του Κουφοντίνα με μπροστάρηδες κάποιους «νεολαίους» που κρατούσαν πανό με σύνθημα «Γεννήθηκα 17Ν» αποτύπωσαν έναν κόσμο που όχι μόνο δεν καταδικάζει την τρομοκρατία, αλλά αναζητεί έμπνευση από τα απομεινάρια της.
Στο πλαίσιο αυτό κατασκευάζονται διαρκώς εχθροί, επινοούνται ανύπαρκτες απειλές, στοχοποιούνται όσοι καν ψελλίζουν αντίθετη γνώμη, επιχειρείται να επιβληθεί ο νόμος της ζούγκλας με διαδικτυακά λιντσαρίσματα και όχι μόνο.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Τα παραδείγματα πολλά. Για να γίνει το παρκάκι στη Δροσοπούλου, έπρεπε να υπάρχουν διμοιρίες των ΜΑΤ δίπλα από τους εργάτες και τους μηχανικούς του δήμου, το δήθεν «τσιμέντωμα» της περιοχής που επικαλούνταν οι εξεγερμένοι της «αυτοδιαχείρισης» τελικώς κατέληξε σε μία μικρή όαση πρασίνου που χαίρονται οι κάτοικοι και κυρίως τα παιδιά της γειτονιάς. Δυστυχώς, δεν έγινε το ίδιο με το λόφο του Στρέφη, όπου ο δήμαρχος Χάρης Δούκας σταμάτησε τα προγραμματισμένα έργα ανάπλασης, που επίσης αποτελούσαν κόκκινο πανί για τις επαναστατικές μειοψηφίες της περιοχής.
Το μετρό στα Εξάρχεια έχει μετατραπεί σε αιτία πολέμου, αυτοί που θέλουν να παραμείνει η γειτονιά ως «γκέτο» για λίγους έχουν σηκώσει τα λάβαρα της επανάστασης με πρόφαση κάτι δεντράκια, όταν με την ολοκλήρωση των έργων η πλατεία θα αποκτήσει περισσότερο πράσινο. Πρόκειται για τους ίδιους που βανδάλισαν την προηγούμενη εβδομάδα ένα ανθοπωλείο αντιδρώντας «στον εξευγενισμό της γειτονιάς μας», όπως έγραφαν στα «τρικάκια» που πέταξαν, αφού έσπασαν τη βιτρίνα του καταστήματος.
Η κανονικότητα παραμένει ο μεγάλος εχθρός των μπαχαλάκηδων, που εκπορεύονται από τα άκρα της Αριστεράς, αλλά χρησιμοποιούν τις γνωστές φασιστικές μεθόδους. Η Ελλάδα, μετά τα χρόνια της μεγάλης κοινωνικής και οικονομικής αναταραχής που προκάλεσε η κρίση, μπαίνει σε φάση ανάκαμψης και ανάπτυξης. Η ανεργία έχει μειωθεί στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, η κοινωνία επιθυμεί την ηρεμία ύστερα από την παρατεταμένη τοξικότητα και τον ακραίο διχασμό.
Κάποιοι δεν επιθυμούν αυτή την πορεία προς το αύριο, θέλουν να αναβιώσουν σκοτεινές εποχές και να επιβάλουν ως «φυσιολογική καθημερινότητα» τη σύγκρουση με όλους και για όλα. Από το παρκάκι στα Πατήσια και τη βιτρίνα του ανθοπωλείου μέχρι τις βόμβες στη Σταδίου ή στην Καισαριανή. Το ερώτημα βέβαια είναι αν η Πολιτεία θα υψώσει το ανάστημά της απέναντι σε αυτές τις ομάδες. Μπορεί ο καταστηματάρχης των Εξαρχείων να αισθανθεί σίγουρος ότι δεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με ομάδες κουκουλοφόρων, επειδή δεν τους άρεσε η πρόσοψη του μαγαζιού τους;
Θα υπάρξει, τελικά, συντονισμένη δράση ώστε η παραβατικότητα να μη γίνει καθημερινότητα;