Αυτό μόνο η Δικαιοσύνη μπορεί να το πιστοποιήσει και κανείς, μα κανείς άλλος. Η καλλιέργεια μαζικής δυσπιστίας απέναντι στη Δικαιοσύνη ήταν αυτή που άνοιξε διάπλατα τον δρόμο σε κάθε θεωρία. Μέχρι, λοιπόν, η Δικαιοσύνη να παραδώσει στην ελληνική κοινωνία και ιδίως στους δυστυχισμένους γονείς και τις οικογένειες την ετυμηγορία της, ας επαναφέρουμε το ίδιο αίτημα που είχε διατυπωθεί από την ψύχραιμη και, κυρίως, ανυστερόβουλη πλευρά της κοινωνίας: σιωπή.
Σιωπή όχι σε ζητήματα κοινοβουλευτικών διαδικασιών ή πολιτικών χειρισμών. Σιωπή για τις θεωρίες που παράγει και κυκλοφορεί ο κάθε αναξιόπιστος που ενδύεται τον ρόλο του πραγματογνώμονα και του ειδικού, περιφέρεται στα μέσα ενημέρωσης, μοιράζει εκδοχές και πορίσματα, δημιουργεί εντυπώσεις, παίζει με εικασίες σε ένα πόκερ αναξιοπιστίας με πολύ σοβαρές κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες, όπως παρατηρήσαμε όλο αυτό το τελευταίο διάστημα.
Μα, πάνω από όλα, πρέπει να τελειώσει εδώ και τώρα όλο αυτό το παιχνίδι ορισμένων -συμπεριλαμβανομένων και των μέσων ενημέρωσης-, που μπροστά στην ικανοποίηση της ναρκισσιστικής τους ματαιοδοξίας, της τηλεθέασης, της επισκεψιμότητας και, φυσικά, της εξαργύρωσης με κομματικά-δημοσκοπικά κέρδη παραγνωρίζουν ότι όλο αυτό το πεδίο στο οποίο διαγκωνίζονται είναι γεμάτο από τον πόνο και τα καθημερινά δάκρυα δεκάδων οικογενειών.
Αυτές τις ημέρες παρελαύνει η εικόνα μιας Ελλάδας που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε, κάτι σαν συλλογικό τραύμα. Τσαρλατανισμός με υποτιθέμενους ειδικούς που δεν έχουν κάνει ποτέ έναρξη του συγκεκριμένου επαγγέλματος για το οποίο συστήνονται ως ειδικοί και όλο αυτό το διάστημα σχεδίαζαν δημοσίως εκρήξεις, βαγόνια και κατέληγαν σε αιτίες που μετά έγιναν εικασίες. Συνδικαλισμό -και μάλιστα δικηγορικό- με τον πρόεδρο του ΔΣΑ να έχει στα χέρια του έκθεση πραγματογνωμοσύνης η οποία δεν οδηγούσε στην ύπαρξη κάποιου παράνομου φορτίου. Εντούτοις στον δημόσιο λόγο του ισχυριζόταν ακριβώς τα αντίθετα, έχοντας ανέβει και ο ίδιος στο άρμα της αντικυβερνητικής αξιοποίησης των θεωριών που τώρα καταρρέουν. Η εικόνα μιας Ελλάδας δίχως σοβαρότητα, μιας Ελλάδας κουτοπόνηρης, μιας Ελλάδας του ύποπτου «ό,τι να ’ναι»…