Οι αντιδράσεις έχουν ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα ένα γκάλοπ της «Daily Mail» που σε σύνολο 4.500 που απάντησαν, το 92% διαφωνούσε με την απόφαση του BBFC. Ακόμα, όμως, και αν το ποσοστό αφορά τους αναγνώστες της εφημερίδας και δεν είναι 92%, οι αντιδράσεις στις αποφάσεις «πολιτικής ορθότητας» που προσπαθούν να απαξιώσουν κάθε τι το ιστορικό ή καλλιτεχνικό με το οποίο δεν συμφωνούν είναι συνεχείς. Ομως, οι αντιδράσεις είναι αναιμικές.
Οι «πολιτικορθάκηδες» βασίζουν τη δύναμή τους στον έλεγχο κέντρων εξουσίας στα Μέσα. Κυρίως στη φοβική συμπεριφορά των κομμάτων του κέντρου που μπροστά στον φόβο ότι θα χαρακτηριστούν οπισθοδρομικά υπακούν και στις πιο ακραίες απαιτήσεις των κηρύκων της πολιτικής ορθότητας. Εχουμε λοιπόν τη δικαίωση του αξιώματος των επαναστατών του μαρξισμού: μία μικρή αλλά καλά οργανωμένη μειοψηφία να κατακτήσει την επικοινωνιακή εξουσία. Ας μην κοροϊδευόμαστε.
Την περασμένη εβδομάδα η Απαμέχ Σέναουερ κέρδισε τον τίτλο Μις Γερμανία. Η Σέναουερ, 39 ετών και μητέρα δύο παιδιών, είναι κόρη μεταναστών από το Ιράν και μετά τη νίκη της δήλωσε ότι σκοπό έχει «την υποστήριξη των νέων γυναικών με μεταναστευτική προέλευση στη Γερμανία». Κάτι προφανώς παράλογο, τα καλλιστεία δεν είναι αγώνες επιβράβευσης κοινωνικών ευαισθησιών.
Ομως, γιατί δεν υπάρχει αντίδραση; Ο λόγος είναι ότι οι εξτρεμιστές από τη φύση των πιστεύω τους οργανώνονται. Οι λογικοί συντηρητικοί άνθρωποι δεν έχουν λόγο να οργανωθούν. Ακόμα χειρότερα, δεν έχουν διάθεση να συγκρούονται με κανέναν. Οπότε η μεγάλη πλειοψηφία αποφασίζει «άσε τώρα, να μιλάω και να τραβιέμαι…». Ο εχθρός όμως των εξτρεμιστών είναι τα ίδια τους τα πιστεύω. Στους επόμενους Ολυμπιακούς κάποια θα ανέβει στο βάθρο του ύψους. Η οποία θα περνάει από κάτω τον πήχη αλλά θα έχει διακριθεί για τους αγώνες της για τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Θα είναι η στιγμή που ο κόσμος θα έχει καταλάβει την καταπίεση στην έκφραση που έχει ζήσει και θα απαλλαχθεί από την παράνοια των τελευταίων χρόνων.
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΩΝ
Επειδή τις καθημερινές πριν από τη δουλειά μού αρέσει να πίνω τον καφέ μου κοντά στο Σύνταγμα, έχω μια αίσθηση για την καθημερινή ζωή της πόλης. Τα καλά νέα είναι ότι η Αθήνα απαλλάχθηκε από τον Μεγάλο Περίπατο στην Πανεπιστημίου. Θα μπορούσε να λέγεται και Μεγάλη Ταλαιπωρία, αφού για το καπρίτσιο του Μπακογιάννη ένας ολόκληρος κόσμος που χρησιμοποιούσε την Πανεπιστημίου για τις μετακινήσεις του ταλαιπωρήθηκε άνευ λόγου.
Αυτά όμως ανήκουν στην ιστορία. Μόνο που επανεμφανίστηκε μια άλλη κατάρα της καθημερινής ζωής. Οι διαδηλώσεις που αντί για διεκδίκηση έχουν σαν αντικείμενο μερικές επαναστατικές selfie.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Το φαινόμενο των χωρίς αντικείμενο διαδηλώσεων υπάρχει από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, οι προοδευτικοί γονείς πήγαιναν σε διαδηλώσεις για τα πυρηνικά με το καροτσάκι με το μωρό. Στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης αυτός ο τύπος των διαδηλώσεων σταμάτησε. Οι «επαναστάτες» είχαν να ασχοληθούν με σοβαρότερα πράγματα, όπως να δουν πώς θα βγάλουν το ψωμί τους.
Τώρα επανήλθαν, αλλά το κέντρο της Αθήνας και οι άνθρωποί του από τον «Γρηγορόπουλο» και δώθε έχουν ταλαιπωρηθεί. Πριν ξαναρχίσουν οι κλασικές συζητήσεις των εγκλείστων οδηγών. «Κύριε αστυφύλακα, ποιοι είναι αυτοί που έχουν κλείσει τον δρόμο;». «Δεν είμαι σίγουρος. Μπορεί να είναι για τα πυρηνικά ή για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ», η κυβέρνηση πρέπει να κάνει κάτι.
Η ζωή δίχως κινητό τηλέφωνο
Το περασμένο Σάββατο έχασα το κινητό μου. Ηταν πενταετίας, όχι ιδιαίτερα ακριβό και γρήγορα σταμάτησα να στενοχωριέμαι. Για την ακρίβεια, το χάρηκα, αφού θα μπορούσα να περάσω το Σαββατοκύριακο χωρίς τηλέφωνα. Αλίμονο, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά.
Χωρίς κινητό είναι αδύνατον να γίνει οποιαδήποτε συναλλαγή. Από το να μεταφέρεις χρήματα από τράπεζα σε τράπεζα ή μέχρι να πληρώσεις τα τέλη κυκλοφορίας που χρειάζεται επιβεβαίωση του κωδικού αριθμού που στέλνει η τράπεζα στο κινητό. Επίσης, άλλα που έχεις συνηθίσει να κάνεις με το κινητό, όπως να ενεργοποιείς τον συναγερμό του σπιτιού. Κάπου σπίτι θα υπάρχει το τηλεχειριστήριο, αλλά εδώ και χρόνια χρησιμοποιώ την εφαρμογή στο κινητό.
Ασε που μια μέρα θα τα τινάξουμε και οι απόγονοί μας δεν θα ξέρουν αν ο παππούς ήταν ξανθός ή μελαχρινός. Παλιά υπήρχαν οι φωτογραφίες. Σήμερα, οι φωτογραφίες στο κινητό. Και ακόμα και αν το πάρουν και ξέρουν τους κωδικούς, το πλήρες άλμπουμ με φωτογραφίες του παππού το έχει η google στο cloud.
Τέλος πάντων, αυτό που κατάλαβα είναι ότι πιο εύκολα καθάριζε καουμπόης χωρίς πιστόλι στο Φαρ Ουέστ παρά άνθρωπος χωρίς κινητό στη σύγχρονη κοινωνία. Δευτέρα πρωί πρωί σταμάτησα τα παλαιοχριστιανικά και παράγγειλα καινούργιο.