Ο ΣΥΡIZA ζητά τώρα διαρκώς μειώσεις φόρων, αλλά επί των ημερών του όλες οι φορολογικές επιβαρύνσεις είχαν εκτιναχθεί στα ύψη. Εγκαλεί την κυβέρνηση γιατί δεν προβαίνει σε μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στη βενζίνη, αλλά ξεχνά ότι ο ίδιος ως κυβέρνηση είχε αποφασίσει να ανεβάσει από 1-1-2017 τον συγκεκριμένο φόρο στα καύσιμα στο ανώτατο επιτρεπόμενο όριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που υποσχόταν προεκλογικά ότι θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ, αλλά έσπευσε να τον αυξήσει κιόλας μόλις έγινε κυβέρνηση, είναι επίσης αυτός που ανέβασε τον ΦΠΑ στο 24% και επί της δικής του κυβέρνησης τα τρόφιμα είχαν φθάσει να έχουν ΦΠΑ από 13% έως 24% μέχρι να έλθει η κυβέρνηση Μητσοτάκη να τον μειώσει.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΟΣ ανάμεσα στη δίνη της εσωστρέφειας και την αδυναμία να παραγάγει αξιόπιστο αντιπολιτευτικό λόγο και να παρουσιάσει εναλλακτική πρόταση για να εκμεταλλευθεί τις όποιες κυβερνητικές απώλειες ύστερα από τρία χρόνια διακυβέρνησης, είναι φανερό ότι ο Αλ. Τσίπρας αναζητά διεξόδους στα δικά του αδιέξοδα.
ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ, επιστρατεύει τη γνωστή τακτική της δημαγωγίας και του λαϊκισμού, που βεβαίως ξέρει και ο ίδιος πολύ καλά ότι αυτήν τη φορά δεν μπορεί να τον οδηγήσει ξανά στην εξουσία, αλλά θεωρεί ότι μπορεί να του εξασφαλίσει με σιγουριά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στις επόμενες εκλογές. Και, από την άλλη, προσπαθεί με τις εσωκομματικές κινήσεις του να ελέγξει πλήρως το κόμμα με την τοποθέτηση των λεγόμενων προεδρικών σε όλες τις θέσεις-κλειδιά του κομματικού μηχανισμού και να ακυρώσει ουσιαστικά όλες τις τάσεις και οντότητες, γνωρίζοντας ότι ακόμα και οι πολιτικοί του αντίπαλοι φοβούνται πως χωρίς τον ίδιο ο ΣΥΡΙΖΑ θα κινδύνευε να επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησε: Στα ποσοστά του 3%, που είναι το κατώφλι για την είσοδο ενός κόμματος στη Βουλή.
ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ όμως ότι, όσο εσωκομματικά ισχυρός και αν αισθάνεται, στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερο αδύναμος να πείσει τους πολίτες να τον εμπιστευθούν και πάλι. Γι’ αυτό και δεν κοιμάται πλέον τα βράδια…