Θυμίζουμε, για όσους από την αντιπολίτευση έχουν κοντή μνήμη, ότι το 2019 ο κατώτατος μισθός ήταν 650 ευρώ, αυξήθηκε σε 663 ευρώ τον Ιανουάριο του 2022, σε 713 ευρώ τον Μάιο του 2022, σε 780 ευρώ τον Απρίλιο του 2023 και σε 830 ευρώ τον Απρίλιο του 2024. Αδιαπραγμάτευτος στόχος παραμένει να φθάσει στα 950 ευρώ το 2027, με τον μέσο μισθό στα 1.500.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει προς τα πάνω τριετίες, επιδόματα και Δώρο Πάσχα, ενώ σε συνδυασμό με τη μείωση της ανεργίας σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά, βοηθά χιλιάδες νέους ανθρώπους και οικογένειες να βελτιώσουν την καθημερινότητά τους. Το 2019 η ανεργία ήταν 17,8%, ενώ τώρα έχει πέσει στο 8,7%, που σημαίνει ότι σχεδόν μισό εκατομμύριο πολίτες βρήκαν εργασία.
Κανείς δεν λέει πως λύθηκε με μαγικό ραβδί το πρόβλημα της ακρίβειας, όμως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί επίσης πως δεν γίνονται βήματα προς την επαναφορά μιας καλύτερης κανονικότητας. Με κανονικές δουλειές, κανονικούς μισθούς και κανονικές συνθήκες εργασίας. Φυσικά, το κομμάτι του κατώτατου μισθού αποτελεί μόνο ένα μέρος της μεγάλης εικόνας, η οποία συμπληρώνεται από τη φορολογική μεταρρύθμιση και την αποκατάσταση χρόνιων αδικιών σε βάρος της μεσαίας τάξης.
Την ίδια στιγμή πρέπει να προστατευτεί ως κόρην οφθαλμού η δημοσιονομική σταθερότητα της οικονομίας. Πρόκειται για μία εξαιρετικά δύσκολη άσκηση ισορροπίας, που απαιτεί γενναίες αποφάσεις και την ίδια στιγμή χειρουργικές κινήσεις ακριβείας. Είναι δύσκολο, αλλά εύκολος δρόμος δεν υπάρχει.
Από την περίφημη γενιά των 450 ευρώ μέχρι σήμερα η Ελλάδα κατάφερε να προχωρήσει μπροστά. Αποκατέστησε τη διεθνή αξιοπιστία της, ανασυγκρότησε την οικονομία της και προχωρά σε μεταρρυθμίσεις που δεν θα επιτρέψουν το πισωγύρισμα και την κοινωνική κατάρρευση. Ολη αυτή η προσπάθεια χρειάστηκε χρόνια και θυσίες για να φέρει τα πρώτα απτά αποτελέσματα και είναι κρίμα να κινδυνεύσει από τον λαϊκισμό, την ανέξοδη πλειοδοσία της αντιπολίτευσης και την καταστροφολογία.