Σαν να ομολογούσαν ότι δεν ήταν προετοιμασμένα για το πώς θα εκμεταλλευτούν πολιτικά όλη αυτή την ιστορία. Ταυτοχρόνως, οι κινήσεις που συμφωνήθηκαν δηλώνουν την παντελή απουσία δημιουργικής αντιπολιτευτικής στρατηγικής. Και το πιο σημαντικό: Είναι απολύτως καταδικαστέες όλες, μα όλες, οι απόπειρες χτισίματος πολιτικής καριέρας πάνω στον αδυσώπητο πόνο των συνανθρώπων μας που έχασαν τα παιδιά τους. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σκληρό και οδυνηρό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τραγωδία από αυτήν. Ως εκ τούτου, δεν χωρά ούτε η εργαλειοποίηση του πόνου ούτε και η φτηνή απολογητική επιχειρηματολογία για όλους όσοι έχουν ευθύνη για την εθνική τραγωδία των Τεμπών. Ομοίως και για το Μάτι και για τη Marfin.
Ο φανατισμός, είτε από τη μία είτε από την άλλη, δεν πετυχαίνει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τη δικαιολόγηση της ανεπάρκειας στη λειτουργία των θεσμών και την υποτίμηση του κυρίαρχου αιτήματος για ένα καλύτερο και πιο αποτελεσματικό κράτος. Αυτό είναι το θέμα που πρέπει να προκαλέσει τη συνεννόηση όλων και όχι να αποδεχτούμε μοιρολατρικά τις ανοικτές διαδικτυακές κάνουλες του μίσους που ρέουν ασταμάτητα. Τα άκρα χαίρονται αφάνταστα με αυτήν την κατάσταση. Είναι τα μόνα άλλωστε που καλλιεργούν το κοινωνικό μίσος με λίπασμα τις θεωρίες συνωμοσίας και την παράνοια, πάνω στο αίμα των ανθρώπων που χάθηκαν και τον πόνο των οικογενειών τους.
Αγγίζει τα όρια μιας διαφορετικής τραγωδίας να καλλιεργείται στην κοινωνία η άποψη ότι όλοι όσοι ανήκουν στη δημοκρατική όχθη, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφορές και διαφωνίες, μισιούνται μεταξύ τους. Η δικαίωση μέσω της Δικαιοσύνης είναι το ζητούμενο. Και σε αυτό πρέπει να εγκύψουν όλοι, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, με σκοπό τη βελτίωση των θεσμών, την επιτάχυνση των διαδικασιών, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας. Όλοι ξέρουμε πόσο ακριβό είναι το αντίτιμο της εξωθεσμικής δικαιοσύνης, των πλατειών και των πεζοδρομίων. Και όλοι ξέρουμε πού μπορεί να οδηγήσει. Η απάθεια στη Δημοκρατία γεννάει τέρατα.